Τα ψέματα του υπουργείου Οικονομικών για τη φορολογία των ακινήτων

Με ανακοίνωση, την οποία ωστόσο διακίνησε χθες το βράδυ ανεπίσημα διαστρεβλώνει την πραγματικότητα βαφτίζοντας τον ενιαίο φόρο ακίνητων ως κύριο φόρο και τον ΦΑΠ ως συμπληρωματικό φόρο.

Με αυτή την οφθαλμοφανώς παράλογη επιχειρηματολόγια το οικονομικό επιτελείο υποστηρίζει ότι ο φόρος είναι ένας!

Στην ανέπισημη ανακοίνωση που έχει συνταχθεί με έναν ιδιαίτερα πρόχειρο τρόπο, το οικονομικό επιτελείο ξεχνά ότι το ειδικό τέλος ακινήτων

είχε έκτακτο χαρακτήρα για να καλυφθούν τα κενά των προυπολογισμών. Πλέον το χάρατσι της ΔΕΗ μονιμοποιείται και επιβαρύνει υπέρμετρα ορισμένες κατηγορίες ιδιοκτητών ακινήτων προκειμένουν να γλιτώσει ο αγροτικός κόσμος περί τα 150 εκατ. Ευρώ αλλά και για να «πάψουν» οι φωνές των γαλαζοπράσινων βουλευτών .

Το θράσος των συντακτών της ανακοίνωσης δεν έχει προηγούμενο δεδομένου ότι σε αυτή αναφέρεται ότι με το νέο σχέδιο οφελούνται απολύτως όσοι έχουν περιουσία σε κτίσματα μόνο ή κυρίως σε αυτά. Το οικονομικό επιτελείο πάλι ξεχνά ότι η φορολόγηση γίνεται με αντιεκιμενικές αξίες που όχι μόνο δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, αλλά οι πραγματικές τιμές είναι μειωμένες άνω του 50%.

Το υπουργείο Οικονομικών επιχαίρει διότι μόλις το 5% των φορολογουμένων έχουν περιουσία μεγαλύτερη από 300 χιλιάδες (σε αντικειμενική αξία) και θα πληρώσουν περισσότερο φόρο. Συκγεκριμένα στην ανεπίσημη ανακοίνωση αναφέρεται «Έτσι μιλάμε για πρόσθετη επιβάρυνση σε σχέση με φέτος, για ποσοστό των φορολογουμένων που δεν ξεπερνά το 5% και για μικρή σχετικά πρόσθετη επιβάρυνση».

Και όλα αυτά μετά από μια σκληρή χρονιά όπου οι ιδιοκτήτες ακινήτων πλήρωσαν τον Φόρο Ακίνητης Περιουσίας τεσσάρων ετών, συνεχίζουν να πληρώνουν το χαράτσι μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ, ενώ κατέβαλλαν κανονικα΄τους φόρους εισοδήματος, αλληλεγγύης και τέλος επιτηδεύματος.

Οι ανακρίβειες του ανεπίσημου κειμένου που εστάλη στους συντάκτες του υπουργείου Οικονομικών δεν έχουν τελειωμό. Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι «δεν υπάρχει «διπλή φορολόγηση». Όλα τα ακίνητα φορολογούνται αυτοτελώς. Είτε κτίσματα είτε οικόπεδα και με προοδευτικούς συντελεστές. Απλά όσοι έχουν περιουσία πάνω από 300 χιλιάδες επιβαρύνονται αναλογικά περισσότερο για λόγους προοδευτικότητας. Αλλά αυτή η προσαύξηση είναι σχετικά μικρή και αφορά λίγους».

Οπως προαναφέρθηκε ο ενιαίος φόρος ιδιοκτησίας ακινήτων αποκαλείται και ως κύριος φόρος ενώ ο ΦΑΠ βαφτίζεται ως συμπληρωματικός φόρος, που λίγο πολύ θα αποφέρει το διόλου ευκαταφρόνητο ποσό των 680 εκατ. Ευρώ.

Και το χειρότερο το υπουργείο Οικονομικών το κράτάει για το τέλος. Το υπουργείο αποδέχεται ότι οι αντικειμενικές αξίες «είναι πράγματι το μέτρο για αποτίμηση της αξίας, για όσους θα επιβαρυνθούν παραπάνω».

Με μία ελιτίστικα προκλητική δήλωση υποστηρίζει ότι «αυτό δεν συμβαίνει τώρα για πρώτη φορά. Συμβαίνει και σήμερα με το ΦΑΠ. Όπως συνέβαινε και τα προηγούμενα χρόνια». Προφανώς αναζητεί συνενόχους στις προηγούμενες κυβερνήσεις ή νομίζει ότι αυτό μπορεί να γίνει ανεκτό από μεγάλη μερίδια του κόσμου που τόσα χρόνια προσπαθεί να πληρώσει τους φόρους που του αναλογούν.

Συγκεκριμένα, το non paper αναφέρει :

«Υπάρχει κάποια κριτική που ακούγεται τις τελευταίες δύο μέρες ότι δήθεν το νέο σχέδιο για τη φορολόγηση ακίνητης περιουσίας πλήττει τη μεσαία τάξη. Η κριτική αυτή είναι πέρα για πέρα ανακριβής και μπορεί να αποδοθεί μόνο σε πλήρη άγνοια του νέου σχεδίου. Συγκεκριμένα διευκρινίζουμε:

* Με το νέο σχέδιο όσοι έχουν περιουσία σε κτίσματα μόνο ή κυρίως (με την εξαίρεση των αγροτεμαχίων) ωφελούνται απολύτως σε σχέση με όσα πληρώνουν σήμερα. Σε αυτή την κατηγορία ανήκει η μεγάλη πλειονότητα των φορολογουμένων

–Το 45% των φορολογουμένων έχουν μόνο κτίσματα, όχι αστικά οικόπεδα. Αυτοί όλοι θα πληρώσουν σαφώς λιγότερα.

–Πολύ μεγαλύτερη μερίδα, 95% των φορολογουμένων, έχουν συνολική περιουσία μικρότερη από 300 χιλιάδες. Απ’ αυτούς οι περισσότεροι θα πληρώσουν λιγότερο απ’ ό,τι φέτος.

– Χονδρικά γύρω στο 75-80% θα πληρώσουν σίγουρα λιγότερο από φέτος.

– Το 15% θα πληρώσουν περίπου τα ίδια με φέτος (ανάλογα με το τι μέρος της περιουσίας τους έχουν μόνο σε οικόπεδα).

–Μόλις το 5% των φορολογουμένων (280 χιλιάδες κι όχι 400 που αναφέρουν κάποιοι) έχουν περιουσία μεγαλύτερη από 300 χιλιάδες (σε αντικειμενική αξία).

Αλλά κι απ’ αυτούς κάποιοι που έχουν κυρίως κτίσματα όχι οικόπεδα θα πληρώσουν περίπου τα ίδια περίπου με φέτος. Γιατί αυτά που γλυτώνουν από τη φορολόγηση σε κτίσματα είναι περισσότερα απ’ όσα επιβαρύνονται από τα οικόπεδα κι από την προσαύξηση λόγω «μεγάλης περιουσίας».

Έτσι μιλάμε για πρόσθετη επιβάρυνση σε σχέση με φέτος, για ποσοστό των φορολογουμένων που δεν ξεπερνά το 5% και για μικρή σχετικά πρόσθετη επιβάρυνση.

Επίσης δεν υπάρχει «διπλή φορολόγηση». Όλα τα ακίνητα φορολογούνται αυτοτελώς. Είτε κτίσματα είτε οικόπεδα και με προοδευτικούς συντελεστές. Απλά όσοι έχουν περιουσία πάνω από 300 χιλιάδες επιβαρύνονται αναλογικά περισσότερο για λόγους προοδευτικότητας. Αλλά αυτή η προσαύξηση είναι σχετικά μικρή και αφορά λίγους.

Ακόμα, οι αντικειμενικές αξίες είναι πράγματι το μέτρο για αποτίμηση της αξίας, για όσους θα επιβαρυνθούν παραπάνω. Αλλά αυτό δεν συμβαίνει τώρα για πρώτη φορά. Συμβαίνει και σήμερα με το ΦΑΠ. Όπως συνέβαινε και τα προηγούμενα χρόνια…

Και επειδή οι αντικειμενικές αξίες δεν λαμβάνουν υπ’ όψιν μόνο τις αγοραίες τιμές (που δεν υπάρχουν σήμερα για έχει παραλύσει η αγορά), αλλά και το κόστος κατασκευής, μια «αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών σήμερα, δεν θα έφερνε παντού μείωση. Σε πολλές περιπτώσεις θα έφερνε αύξηση!

Αντί γι’ αυτό έγινε η επιλογή να μειωθούν οι συντελεστές προσαύξησης του φόρου περιουσίας.

Τα συνολικά φορολογικά βάρη στην περιουσία δεν αλλάζουν σε σχέση με φέτος. Αναδιανέμονται από αυτούς που έχουν περιουσία κυρίως σε κτίσματα (διαμερίσματα κλπ. σε πόλεις και περιφέρεια) και πλήρωναν σχεδόν τα πάντα ως τώρα, σε εκείνους που έχουν μεγάλη περιουσία κυρίως σε αστικά οικόπεδα (επίσης σε πόλεις και περιφέρεια) και θα πληρώνουν κάτι παραπάνω, αλλά όχι πολύ παραπάνω. Καθώς και σε εκείνους που έχουν αγροτεμάχια, αλλά αυτοί οι τελευταίοι επιβαρύνονται πολύ λίγο.

Με το τωρινό σχέδιο, ως ποσοστό της συνολικής περιουσίας σε αντικειμενικές τιμές, ο συνολικός φόρος στα ακίνητα ανέρχεται σε περίπου 5 τοις χιλίοις, ποσοστό χαμηλότερο από τα κρατούντα διεθνώς.

Οι κατηγορίες περί «αρπαγής» ή «δήμευσης» της ακίνητης περιουσίας είναι εντελώς ανυπόστατες. Πολύ περισσότερο που για τη συντριπτική πλειονότητα των φορολογουμένων στα αστικά κέντρα και στην περιφέρεια, θα υπάρξει, με το νέο σχέδιο, σημαντική μείωση φορολογίας σε σχέση με όσα πληρώνουν φέτος.

Τέλος, με το σημερινό σχέδιο θα μειωθεί και ο φόρος μεταβίβασης από το 10% στο 3%, πράγμα που θα δώσει ώθηση στις αγοραπωλησίες και θα επιτρέψει να ξεπεραστεί βαθμιαία η μεγάλη απόσταση από τις αγοραίες στις αντικειμενικές αξίες. Γιατί σήμερα ουσιαστικά δεν υπάρχουν αγοραίες τιμές…

Για παράδειγμα, ένα ακίνητο που θα πλήρωνε 10% φόρο επί της τιμής του αν πουλιόταν σήμερα, με το νέο σχέδιο θα πληρώσει μειωμένο φόρο μεταβίβασης και καινούργιο φόρο υπεραξίας συνολικά μόλις 5,25% επί της τιμής του (αν η υπεραξία του αποτιμηθεί στο 15%).

Ωστόσο, όλοι γνωρίζουν ότι τα περισσότερα από τα ακίνητα που αγοράστηκαν από τον σημερινό ιδιοκτήτη τους τα τελευταία 5-10 χρόνια έχουν σήμερα αρνητική υπεραξία και αν πουληθούν δεν θα επιβαρυνθούν με πρόσθετο φόρο υπεραξίας έτσι κι αλλιώς. Απλά θα πληρώσουν μειωμένο φόρο μεταβίβασης».

Keywords
Τυχαία Θέματα