Δημοσθένης Κούρτοβικ: «Το λαχανόρυζο του σταυρού»

Του Δημήτρη Φύσσα

Όταν δε σε κυνηγάει το άγχος της επικαιρότητας, το να προλάβεις να γράψεις κάτι εν τω γίγνεσθαι, τότε είναι πολύ πιθανό ν΄ αξιολογήσεις καλύτερα τα πράγματα. Αυτό συμβαίνει και με τα βιβλία, των οποίων τουλάχιστον το 50% «πλακώνει» στο τέλος του χρόνου. Όσο περισσότερο απομακρύνεσαι από τον «πολυβιβλικό» Δεκέμβρη, τόσο καλύτερα αξιολογείς. Και οπωσδήποτε, πρέπει να πετάς τα δελτία τύπου και να διαβάζεις μόνος σου.

«Το λαχανόρυζο του Σταυρού» (Εστία, 2012) στάθηκε, για μένα τουλάχιστον,
η πιο χαρακτηριστική τέτοια περίπτωση. Με το που διάβασα το βιβλίο, αμέσως θαμπώθηκα. Όσο περνούσε ο καιρός, το διάβασα και το ξαναδιάβασα. Τώρα μπορώ να το πω: απ΄ όσα βιβλία διηγημάτων κυκλοφόρησαν το 2012, αυτό ήταν για μένα το καλύτερο (κάποτε θα γράψω και για ένα ακόμα άριστο, «Το αστείο» του Παλαβού).

Ο Κούρτοβικ, που έχει ασχοληθεί επιτυχώς με όλα τα είδη του πεζού λόγου και είναι, επιπλέον πολύγλωσσος μεταφραστής (και, επίσης, πολυμεταφρασμένος ο ίδιος), περιέλαβε στο βιβλίο αυτό δεκάξι κομμάτια, τα δεκατέσσερα από τα οποία έχουν πρωτοδημοσιευτεί σε περιοδικά, εφημερίδες ή συλλογικούς τόμους. Δύο μονάχα πρωτοτυπώνονται εδώ. Και τα δεκάξι, όμως, διαθέτουν ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά: είναι ιστορίες με αρχή - μέση - τέλος (πράγμα καθόλου αυτονόητο στις μέρες μας), έχουν (δημοτική, ούτε κι αυτό αυτονόητο) γλώσσα πολύ δουλεμένη, ακροβατούν ανάμεσα στο ρεαλισμό και σε ένα ποικίλου ποσοστού και υποσυνεχή διερώτηση φαντασιακό στοιχείο, δείχνουν πλατιούς ορίζοντες τόπων (αμάν πια με την αυτονόητη ελληνικότητα και τον προαπαιτούμενο ελληνοκεντρισμό δυο αιώνων), αποδίδουν στον αναγνώστη αφομοιωμένη μεσηλικιακή σοφία δίχως ίχνος διδακτισμού (αυτό κι αν δεν είναι αυτονόητο), περιέχουν υποδόριες δόσεις χιούμορ και αυτοσαρκασμού.

Ο αφηγητής ποικίλλει, από άνθρωπος μέχρι φώκια, άλλοτε ως τριτοπρόσωπος κι άλλοτε ως πρωτοπρόσωπος (συνήθως), μια φορά μάλιστα και ως ημερολογιογράφος. Από θεματολογία, σχεδόν τα πάντα: ο φεμινισμός, η Σκανδιναβία, η (αμφίβολη) μεταφυσική, η μαγειρική με το λαχανόρυζο του Σταυρού φυσικά, τα παιδικά χρόνια, η πολυπολιτισμικότητα, η αληθινή και ψευδεπίγραφη οικολογία, η πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού, η παιδική ηλικία, η Αίγινα, το ημιαστυνομικό αίνιγμα, τα Δεκεμβριανά στην Αθήνα του ΄44, το ερωτικό στοιχείο, η οικοπεδομανία, η πολιτική, το κόψιμο των ξύλων, το ταξίδι. Πολλές φορές υπάρχει και σασπένς. Και ο δοκιμιακός λόγος αγκαλιάζει τα περισσότερα, σε βαθμό που μερικά να είναι κατ΄ όνομα διηγήματα: αυτά, κατά την ταπεινή μου γνώμη, είναι και τα καλύτερα. Ο Κούρτοβικ εφαρμόζει επιτυχώς ως συγγραφέας αυτό που ο ίδιος έχει διαπιστώσει τελευταία ως κριτικός: ότι στην πρόσφατη νεοελληνική πεζογραφία παρατηρείται σύγκλιση των ειδών.
Πολύ δύσκολα διαλέγει κανείς ένα διήγημα που να ξεχωρίζει, από τόσα λαμπρά κομμάτια. Έχω τη γνώμη, ωστόσο, ότι ο «Ο Κρέκας στους Ολυμπιακούς Αγώνες», που το έχω μάθει σχεδόν απέξω, έχει μια μόνιμα καβατζαρισμένη θέση σε οποιαδήποτε μελλοντική ανθολογία νεοελληνικού διηγήματος. Το συνιστώ ιδίως σε συγγραφείς.

[email protected]
Keywords
Τυχαία Θέματα