Καθήκον Είναι,

13:50 26/2/2016 - Πηγή: NewsNow
καθήκον ουδέτεροαυτό που οφείλει να πράξει κάποιος, ακολουθώντας γραπτούς ή άγραφους κανόνες, τη συνείδηση ή τη θρησκεία, την κοινωνία, το έθιμο ή τον ηθικό νόμοεπαγγελματικά καθήκοντα, οικογενειακό καθήκον, ηθικό καθήκονη υπηρεσία ενός λειτουργού ή δημόσιο αξίωμαΕκφράσεις[επεξεργασία]άνθρωπος του καθήκοντος : αυτός που εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του, θέτοντάς τις πάνω από τις προσωπικές του επιθυμίεςαπαλλάσσω/απομακρύνω κάποιον από τα καθήκοντά του : απολύω, απομακρύνω κάποιον από δημόσιο αξίωμασύγκρουση καθηκόντων : για τις περιπτώσεις που η τήρηση ενός καθήκοντος εξαρτάται από την αθέτηση ενός άλλουσυζυγικά καθήκοντα : η σεξουαλική επαφή μεταξύ συζύγων (νοούμενη ως αμοιβαία υποχρέωσή τους)υπέρβαση καθηκόντων : για τις περιπτώσεις που ένας υπάλληλος ή μια υπηρεσία οικειοποιείται κάποια εξουσία, η οποία δεν εμπίπτει τις επίσημες δικαιοδοσίες του/της Αναδημοσιευση Βικιλεξικό.
Keywords
Τυχαία Θέματα