Ο απίστευτος πόνος που προκάλεσε το «κτήνος της Πάρου»

Η βαριά καταδίκη του Αχμέτ Βακάς, του «κτήνους της Πάρου» που βίασε και χτύπησε αλύπητα την 16χρονη τότε Μυρτώ, ίσως ικανοποιεί το περί δικαίου αίσθημα, ίσως και όχι. Σε κάποιους σίγουρα δεν φτάνουν τα ισόβια και 25 χρόνια που επέβαλε το δικαστήριο, ίσως θα ήθελαν τη θανατική καταδίκη. Όχι επειδή ήταν αλλοδαπός, όπως είπε και ο εισαγγελέας της έδρας. Αλλά γιατί το έγκλημά του ήταν ειδεχθές, έδειξε ότι έχουμε να κάνουμε με ένα ζώο που δεν ικανοποιήθηκε με το βιασμό αλλά χτύπησε στο κεφάλι τη μικρή προξενώντας της ανεπανόρθωτες βλάβες.

Η Μυρτώ έδωσε μάχη να κρατηθεί στη ζωή και συνεχίζει

να παλεύει σε κέντρα αποκατάστασης, ο Πακιστανός που της το έκανε αυτό θα μείνει στη φυλακή για όλη του τη ζωή. Κι αυτός και τόσα άλλα κτήνη (όπως ο άθλιος εκείνος τύπος στην Καβάλα που βίασε και έκαψε τη νεαρή κοπέλα και που ήταν Έλληνας όχι ξένος) θα πρέπει να έχουν τη βαρύτατη ποινή που ορίζουν οι νόμοι.

Σίγουρα οι άνθρωποι που έκαναν κακό δεν επιστρέφουν, το έγκλημα είναι τόσο μεγάλο και τόσο ανατριχιαστικό που δεν το χωράει ο ανθρώπινος νους. Ίσως η υπόθεση της Μυρτώς και ο αγώνας που δίνει για να σταθεί στα πόδια της να συγκλονίσουν τόσο πολύ που να μη γίνουν ποτέ άλλοτε τέτοια εγκλήματα. Αν διαβάσετε την κατάθεση της μητέρας, αν είσαστε μάρτυρες στο δικαστήριο θα καταλαβαίνατε ότι ο πόνος είναι απίστευτος.

Η κ. Μαίρη Κοτρώτσου, μητέρα της μικρής κατέθεσε στο δικαστήριο τα εξής:

«Πήγαμε στην Πάρο επειδή η μεγάλη μου κόρη είχε κουραστεί από τις Πανελλαδικές εξετάσεις. Ήθελε να πάει με τις φίλες της διακοπές αλλά εγώ φοβόμουν. Έτσι αποφασίσαμε να πάμε όλοι μαζί για να προσέχω τη μεγάλη μου κόρη» (…) «Είχα και το αυτοκίνητο μαζί μου οπότε ό,τι κι αν χρειαζόταν και τα άλλα παιδιά, θα ήμουν δίπλα τους. Εκείνη την ήμερα καθόμασταν στην παραλία, η Μυρτώ ως υστερικά συντηρητικό και μη κοινωνικό άτομο δεν ήθελε να βγάλει τα ρούχα της και να κολυμπήσει. Μου ζήτησε να πάει μια βόλτα. Όχι της είπα.

-«Γιατί μαμά;» ρώτησε η Μυρτώ.

- «Γιατί παιδί μου είναι ένας μαυριδερός και συνέχεια κοιτάζει προς τα εδώ και με φοβίζει. Και θα φύγουμε σε λίγο».

- «Πού είναι τώρα, δεν τον βλέπω», είπε η Μυρτώ

- «Έφυγε προς τα επάνω παιδί μου», απάντησα

«Εντάξει, θα είμαι εδώ στα βράχια και θα ακούω μουσική. Μόλις μαζέψεις τα πράγματα φώναξε με ή τηλεφώνησε μου και θα έρθω…»

Λίγο αργότερα όμως όταν η μητέρα της, της τηλεφώνησε, διαπίστωσε ότι το κινητό της τηλέφωνο ήταν απενεργοποιημένο.

«Αμέσως ξεκίνησα να την ψάχνω μαζί με τη μεγάλη μου κόρη», αναφέρει στην κατάθεσή της η κ. Κοτρώτσου. «Φτάσαμε στα βράχια και μου λέει η κόρη μου:

- «Μαμά, είναι ένας περίεργος άνθρωπος εδώ κάτω».

- «Μήπως είναι η Μυρτώ;» είπα

- «Όχι δεν νομίζω», είπε το κορίτσι

«Όταν πλησίασα το σημείο είδε ένα αλλοιωμένο σώμα και πρόσωπο. Έβλεπα παντού αίμα. Παρά πολύ αίμα. Το δεξί της μάτι ήταν κλειστό πρησμένο και μελανιασμένο. Το αριστερό της μάτι ήταν ανοιχτό και ασάλευτο. Πρησμένο και αυτό και ματωμένο. Σκέφτηκα πως αν δεν πέθανε ακόμα, σε λίγα λεπτά θα είναι σίγουρα νεκρή.»

Keywords
Τυχαία Θέματα