Η νέα ανισότητα

13:03 9/1/2014 - Πηγή: Antinews

Από την αρχή, οι πολιτικές αντιμετώπισης της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 ήταν επηρεασμένες από τις αναμνήσεις και τις ερμηνείες της Μεγάλης Ύφεσης. Οι περισσότεροι θεωρούν πλέον ότι ο κόσμος απέφυγε την επανάληψη της καταστροφής του μεσοπολέμου, κυρίως επειδή οι πολιτικοί έλαβαν καλύτερες αποφάσεις αυτή τη φορά. Όμως, ενώ υπάρχει αρκετός χώρος για αυτο- συγχαρητήρια, δύο χαρακτηριστικά της ανάκαμψης μετά την κρίση σκιάζουν τους πανηγυρισμούς, γράφει ο καθηγητής του Princeton, Harold James.
Πρώτον, παρά την πρωτοφανή νομισματική

επέκταση και τα μαζικά οικονομικά κίνητρα, η ανάκτηση ήταν εντυπωσιακά μικρή και εύθραυστη. Στην ευρωζώνη, η κρίση χρέους πυροδότησε μια απότομη στροφή στη δημοσιονομική συστολή – και, μαζί με αυτό, την επιστροφή στην ύφεση. Αλλά, ακόμη και στις Ηνωμένες Πολιτείες όπου υπήρχε άφθονο αρχικό ερέθισμα, ο μακροπρόθεσμος ρυθμός ανάπτυξης φαίνεται πιθανό να παραμείνει αρκετά κάτω από τα επίπεδα προ κρίσης στο προβλέψιμο μέλλον.

Η παραπαίουσα ανάκαμψη θυμίζει τη δεκαετία του 1930, όταν πολλοί εξέχοντες οικονομολόγοι, συμπεριλαμβανομένου του John Maynard Keynes και τους κορυφαίου αμερικανικού εκφραστή του, Alvin Hansen, αποφάσισαν ότι ο κόσμος εισέρχεται σε μια φάση κοσμικής στασιμότητας. Κατά την άποψή τους, το σφρίγος και ο δυναμισμός της Βιομηχανικής Επανάστασης είχαν εξαντληθεί, χωρίς να υπάρχει τίποτα για να τα αντικαταστήσει και να υποστηρίξει την οικονομική ανάπτυξη.

Η δεύτερη προειδοποίηση για τον κόσμο μετά την κρίση είναι ακόμη πιο ανησυχητική. Πολλές χώρες ανταποκρίθηκαν στη Μεγάλη Ύφεση με την υιοθέτηση πολιτικών που αποσκοπούν στη μείωση των ανισοτήτων πλούτου και εισοδήματος. Ως εκ τούτου, από τα μέσα του εικοστού αιώνα, η ακραία κοινωνική και οικονομική ανισότητα που χαρακτήριζε τις βιομηχανικές χώρες φάνηκε να εξαφανίζεται. Αλλά, από το 2008, η μετρούμενη ανισότητα, η οποία αυξανόταν ακόμη και πριν από την οικονομική κρίση, έχει αυξηθεί, κυρίως εξαιτίας των αυστηρών μέτρων που τόσο συχνά επαινούσαν για την αποτροπή μιας νέας Μεγάλης Ύφεσης. Οι μη- συμβατικές νομισματικές πολιτικές τροφοδότησαν μια έκρηξη του κεφαλαίου, με τις τιμές των μετοχών στα ύψη και τις τιμές των ακινήτων σε οικονομικά κέντρα όπως η Νέα Υόρκη, το Λονδίνο, το Παρίσι, το Ρίο ντε Τζανέιρο και η Σαγκάη να αποκλείουν τους εγχώριους αγοραστές.
Καθώς οι πλούσιοι έγιναν πλουσιότεροι, οι μεσαίες τάξεις συμπιέστηκαν από σχεδόν μηδενικά ονομαστικά επιτόκια, τα οποία, σε πραγματικούς όρους, ήταν μάλλον αρνητικά. Εν τω μεταξύ, τα εισοδήματα της εργατικής τάξης επλήγησαν από την αύξηση του ανταγωνισμού για τις θέσεις εργασίας που προέρχονται από χώρες με χαμηλότερο εργατικό κόστος.

Σε κάποιους κεντρικούς τραπεζίτες αρέσει να υπενθυμίζουν τον παιάνα του Ουίνστον Τσόρτσιλ για τον ηρωισμό εκείνων που πολέμησαν στην αποφασιστική μάχη της Βρετανίας: «Ποτέ στο πεδίο της ανθρώπινης σύγκρουσης τόσοι πολλοί δεν χρωστούσαν τόσα πολλά σε τόσους λίγους». Αλλά, εφαρμοσμένος στη σύγχρονη οικονομία, ένας τέτοιος έπαινος είναι άκομψος στην καλύτερη περίπτωση, γιατί είναι κυριολεκτικά αληθής: το χρηματοπιστωτικό σύστημα σταθεροποιήθηκε με τη συσσώρευση τεράστιων όγκων χρέους σε μερικές κεντρικές τράπεζες.
Δεν είναι μόνο η νομισματική πολιτική που έχει έναν πολωτικό αντίκτυπο. Οι Ευρωπαίοι οι οποίοι εξετάζουν κεϋνσιανές πολιτικές, έρχονται αντιμέτωποι με την δαπανηρή κληρονομιά δημοσίων επενδυτικών σχεδίων του παρελθόντος. Για παράδειγμα, οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004 στην Αθήνα έπρεπε να μετατρέψουν την Ελλάδα σε μια λαμπερή και δυναμική σύγχρονη οικονομία. Όμως, ενώ οι Αγώνες απέδωσαν ένα μετρό για την πόλη και ένα αρκετά σύγχρονο αεροδρόμιο, παρήγαγαν επίσης το εγκαταλελειμμένο Ολυμπιακό συγκρότημα του Ελληνικού και ένα «βουνό» χρέους. Επιπλέον, οι επικριτές ορθά επισήμαναν την ευνοιοκρατία και άλλες μορφές διαφθοράς στην ανάθεση των συμβάσεων για τέτοιου είδους έργα. Αυτό αφορά τόσο τις ανεπτυγμένες χώρες, όπως η Ελλάδα και η Ισπανία, όπως και τις αναπτυσσόμενες και αναδυόμενες οικονομίες.

Η δυσάρεστη πλευρά του πακέτου τόνωσης μετά την κρίση στην Κίνα ήρθε στην επιφάνεια με τη δίκη του Λίου Ζιντζούν, ο οποίος επέβλεψε την δημιουργία του πολυδιαφημισμένου υψηλής ταχύτητας σιδηροδρομικού δικτύου της Κίνας – μια θέση που του απέφερε 374 ακίνητα, 16 αυτοκίνητα και 18 ερωμένες. Όταν φάνηκε πιθανό η θανατική ποινή του να μετατραπεί σε ποινή φυλάκισης, η Κίνα ξέσπασε σε διαμαρτυρίες. Αυτή η οργή ​​για τη διαφθορά αντικατοπτρίζεται στη λαϊκή αναταραχή που σαρώνει και άλλες μεγάλες και προφανώς επιτυχημένες οικονομίες των αναδυόμενων αγορών. Μέχρι το περασμένο καλοκαίρι, ο Τούρκος Πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν φαινόταν σαν η ιδιοφυΐα πίσω από το πρωτοφανές οικονομικό θαύμα. Στη συνέχεια, ανακοίνωσε ένα σχέδιο για να αντικαταστήσει το πευκόφυτο πάρκο Γκεζί στην πλατεία Ταξίμ της Κωνσταντινούπολης με ένα αντίγραφο στρατώνα της οθωμανικής περιόδου που θα στέγαζε ένα εμπορικό κέντρο, πυροδοτώντας μαζικές λαϊκές διαμαρτυρίες.

Μεγάλα αθλητικά γεγονότα έχουν συναντήσει ιδιαίτερα ισχυρές αρνητικές αντιδράσεις. Στην Πολωνία ξέσπασε σκάνδαλο όταν οι ξένες εταιρείες που κέρδισαν τις συμβάσεις για το Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου UEFA του 2012 πήραν τα χρήματα της κυβέρνησης, αλλά δεν πλήρωσαν τους πολωνούς οικοδόμους στους οποίους ανατέθηκε υπεργολαβικά το έργο. Στη Βραζιλία, οι διαμαρτυρίες ενάντια στο επερχόμενο Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου συνεχίζονται, ενώ οι χλιδάτοι Χειμερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες της Ρωσίας στο Σότσι κινδυνεύουν να γίνουν μια δημοσιοσχετίστικη καταστροφή. Εν ολίγοις, η πολιτική οικονομία έργων κεϋνσιανού ερεθίσματος μπορεί να είναι ιδιαίτερα προβληματική, επειδή οι ​​απλοί πολίτες συχνά δεν έχουν πρόσβαση στις παροχές τους. Σε έναν κόσμο που εξακολουθεί να παραπαίει από τις συνέπειες της κρίσης του 2008, με μακάβριες αποκαλύψεις αδικοπραξίας στις βιομηχανίες της οικονομίας και των ακινήτων, τέτοια έργα υψηλού προφίλ μοιάζουν με μια ακόμη διόρθωση που σχεδιάστηκε για να ανταμείψει μια διεφθαρμένη ελίτ.

Αλλά υπάρχει μια κρίσιμη διαφορά: αυτό που τροφοδοτεί την ανισότητα τώρα δεν είναι ο αχαλίνωτος καπιταλισμός, αλλά οι προβληματικές προσπάθειες της δημόσιας πολιτικής να σταθεροποιήσουν τις οικονομίες στον απόηχο της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός διαβρώνει τα μονοπωλιακά κέρδη, ενώ οι δημόσιες πολιτικές ενέχουν τον κίνδυνο δημιουργίας εδραιωμένων προνομίων. Σήμερα, τόσο με την επεκτατική νομισματική πολιτική όσο και με την αύξηση των δημοσίων δαπανών που προκαλεί μια ισχυρή αντίδραση από τους αποκλεισμένους και τους λιγότερο προνομιούχους, τα μέτρα που λαμβάνονται στο όνομα της αποφυγής μιας άλλης Μεγάλης Ύφεσης μπορεί να καταλήξουν στην επιδείνωση της κοινωνικής πόλωσης.

http://www.project-syndicate.org/commentary/harold-james-says-that-the-policy-response-to-the-financial-crisis-is-fueling-income-and-wage-inequality-worldwide

Keywords
Τυχαία Θέματα