Γιατί η νομισματική πολιτική της ευρωζώνης χρειάζεται ευελιξία

Ένα μεγάλο πρόβλημα με την νομισματική πολιτική «μία που να ταιριάζει σε όλους» της ευρωζώνης είναι ότι κινδυνεύει να μην ταιριάζει σε κανέναν. Αυτό, πράγματι, ήταν μια βασική αιτία της κρίσης, σχολιάζει ο Hugo Dixon. Στις αρχές του αιώνα, χώρες όπως η Ισπανία και η Ιρλανδία είχαν αλματώδη ανάπτυξη, ενώ η Γερμανία ήταν σε στασιμότητα. Ο καθορισμός των επιτοκίων σε ένα επίπεδο που λειτούργησε καλά στην ευρωζώνη κατά μέσο όρο, είχε ως αποτέλεσμα να διογκωθούν οι ισπανικές και ιρλανδικές φούσκες ακινήτων, πιέζοντας παράλληλα τους μισθούς, ώστε οι οικονομίες τους να γίνουν μη ανταγωνιστικές. Όταν οι φούσκες έσκασαν, η καταστροφή ήταν καταλυτική.

Θα ήταν δύσκολο να υποστηρίξει κανείς ότι κάθε τμήμα της ευρωζώνης ανθεί. Ακόμη και η Γερμανία θα σημειώσει αύξηση του ΑΕΠ κατά μόνο 0,3 τοις εκατό αυτό το έτος, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Αλλά μπορεί να μην περάσει και πολύ καιρός μέχρι τα προβλήματα της πολιτικής «μία που να ταιριάζει σε όλους» επιστρέψουν για να στοιχειώσουν την περιοχή. Παρότι η γερμανική οικονομία δεν αναπτύσσεται δυναμικά, ξεπερνά και πάλι τον μέσο όρο. Επιπλέον, η εργασία είναι περιορισμένη στη Γερμανία και οι τιμές των κατοικιών αυξάνονται με μέτριο ρυθμό – μια μεγάλη αντίθεση με το μέσο όρο, πόσο μάλλον με τις χώρες που έπληξε η ύφεση όπως η Ιταλία.

Η πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τη διατήρηση των επιτοκίων στο σημερινό επίπεδο 0,5 τοις εκατό ή χαμηλότερα για μια «παρατεταμένη περίοδο» είναι σωστή για την ευρωζώνη γενικά. Οι ασθενέστερες χώρες θα επωφεληθούν από την ακόμη πιο χαλαρή νομισματική πολιτική. Η Γερμανία, όμως, μπορεί να χρειάζεται ήδη κάτι αυστηρότερο. Αν η «παρατεταμένη περίοδος» των χαμηλών επιτοκίων συνεχίσει για χρόνια, θα μπορούσε να αντιμετωπίσει μια έκρηξη.

Πολλοί παρατηρητές θεωρούν το επιτόκιο «που ταιριάζει σε όλους» ως ένα από τα ελαττώματα σχεδιασμού της ζώνης, για το οποίο δεν μπορεί να γίνει τίποτα. Άλλοι υποστηρίζουν πολιτικές – όπως είναι η πλήρης δημοσιονομική ένωση – οι οποίες δεν πρόκειται να εφαρμοστούν και δεν θα ήταν σωστές, ακόμη και αν εφαρμόζονταν. Όμως, οι προοπτικές δεν είναι και τόσο απαισιόδοξες. Υπάρχουν δύο πολιτικές που θα μπορούσαν να μετριάσουν σημαντικά τις ζημίες της ενιαίας νομισματικής πολιτικής – και δεν απαιτούν καν οποιεσδήποτε τροποποιήσεις στη Συνθήκη.

Η πρώτη είναι να συνεχίσουν οι χώρες της ευρωζώνης τις έντονες «μακροπροληπτικές» πολιτικές. Από τότε που κατέρρευσε η Lehman Brothers πριν από πέντε χρόνια, έχει γίνει της μόδας να ζητάνε από τις τραπεζικές ρυθμιστικές αρχές να έχουν τα εργαλεία ώστε να προλάβουν μελλοντικές φούσκες. Η κύρια ιδέα είναι ότι θα πρέπει να είναι σε θέση να σταματήσουν την πίστωση και τις τιμές των περιουσιακών στοιχείων που αυξάνονται πολύ γρήγορα, με την άμεση παρέμβαση στον τρόπο που οι τράπεζες δανείζουν. Ένας τρόπος για να γίνει αυτό θα ήταν να ωθήσουν τα ελάχιστα κεφαλαιακά αποθέματα που οι τράπεζες πρέπει να διαθέτουν, εάν η οικονομία υπερθερμανθεί. Ένας άλλος, θα ήταν να μειώσουν το μέγεθος των ενυπόθηκων δανείων που τους επιτρέπεται να κάνουν.

Τέτοιες μακροπροληπτικές πολιτικές είναι μια καλή ιδέα παντού. Αλλά είναι ιδιαίτερα σημαντικές για την ευρωζώνη, διότι μεμονωμένες χώρες δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα επιτόκια ή τη συναλλαγματική ισοτιμία για να σταματήσει η υπερθέρμανση. Η μακροπροληπτική πολιτική δεν θα συγκρατήσει μόνο τις μελλοντικές εκρήξεις. Θα σήμαινε ότι το τραπεζικό σύστημα μιας χώρας θα είναι σε καλύτερη θέση να αντιμετωπίσει την επακόλουθη αποτυχία.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση κάνει σταδιακά τα απαραίτητα βήματα. Ένα στοιχείο γι’ αυτό είναι οι χώρες να δώσουν στις αρχές τη δουλειά της διεξαγωγής μακροπροληπτικής πολιτικής. Δέκα από τα 28 κράτη μέλη της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας, το είχαν κάνει αυτό μέχρι τον Ιούλιο, ενώ οι υπόλοιποι επεξεργάζονταν τη νομοθεσία. Εν τω μεταξύ, ένας νόμος της ΕΕ που καθορίζει σε μεγάλο βαθμό πως θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν τα μακροπροληπτικά εργαλεία θα ισχύσει το επόμενο έτος.

Εντός της ευρωζώνης, και όχι της διευρυμένης ΕΕ, τόσο η ΕΚΤ όσο και οι εθνικές αρχές θα έχουν λόγο για τη χρήση αυτής της «εργαλειοθήκης» ενάντια στις φούσκες. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι, από το επόμενο έτος, η ΕΚΤ θα προσθέσει την εποπτεία των τραπεζών στο καθήκον της λειτουργίας της νομισματικής πολιτικής. Η βασική αρχή είναι ότι οι εθνικές αρχές θα πρέπει να αναμένεται ότι θα αναλάβουν δράση, αλλά, εάν η ΕΚΤ πιστεύει ότι δεν κάνουν αρκετά, θα μπορεί να χρησιμοποιήσει τα εργαλεία.

Θα πρέπει να πούμε, όμως, ότι τόσο η μακροπροληπτική πολιτική όσο και ο τρόπος που θα οργανωθεί εντός της ευρωζώνης είναι σε νηπιακό στάδιο. Όταν χρησιμοποιήθηκε από την Ισπανία κατά τη διάρκεια της στεγαστικής φούσκας της, δεν ήταν πολύ αποτελεσματική. Ορισμένοι παρατηρητές πιστεύουν ότι όλη η πολιτική είναι υπερτιμημένη. Άλλοι ότι απλά δεν ήταν αρκετά δυναμική. Η καλύτερη εικασία είναι ότι η μακροπροληπτική πολιτική θα βοηθούσε αν είχε εφαρμοστεί ενεργά, αλλά ότι θα ήταν λάθος να περιμένουμε ότι θα κάνει όλη την δουλειά για να εμποδίσει μια οικονομία από την υπερθέρμανση. Αυτός είναι ο λόγος που οι χώρες της ευρωζώνης θα πρέπει να υιοθετήσουν μια άλλη προσέγγιση, επίσης: «αντικυκλικές» δημοσιονομικές πολιτικές. Κατά τη διάρκεια της κρίσης, πολλές χώρες έχουν αναγκαστεί να υιοθετήσουν μέτρα λιτότητας. Αυτό ήταν «προ- κυκλικές» πολιτικές που επιδείνωσαν τις υφέσεις τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως η Ελλάδα , ήταν αναπόφευκτο, επειδή τα οικονομικά τους ήταν σε χάος.

Όμως, στο μέλλον οι χώρες θα πρέπει να λάβουν ακριβώς την αντίθετη προσέγγιση: να έχουν δημοσιονομικά πλεονάσματα στις καλές εποχές και στη συνέχεια να επιτρέπουν στους προϋπολογισμούς τους να έχουν έλλειμμα στις κακές στιγμές. Αυτό είναι κλασσικός κεϋνσιανισμός, μόνο που οι περισσότεροι κεϋνσιανοί ξεχνάνε το ουσιαστικό μέρος της δημιουργίας πλεονασμάτων σε περιόδους άνθησης. Μια τέτοια προσέγγιση δεν θα συγκρατήσει μόνο τις εκρήξεις. Θα σήμαινε ότι οι χώρες θα έχουν την οικονομική άνεση να εκτελούν μια επεκτατική δημοσιονομική πολιτική κατά τη διάρκεια των υφέσεων, αντί να εξαναγκάζονται σε λιτότητα.

Η αντικυκλική δημοσιονομική πολιτική είναι μια καλή ιδέα για όλες τις χώρες. Αλλά, όπως και με την μακροπροληπτική πολιτική, είναι ιδιαίτερα κατάλληλη για την ευρωζώνη. Θα πρέπει αυτά τα εργαλεία να μετριάσουν τις ατέλειες της νομισματικής πολιτικής «μία που να ταιριάζει σε όλους». Πριν να είναι πολύ αργά, ορισμένες χώρες θα πρέπει να βρουν το θάρρος να τις χρησιμοποιήσουν.

reuters

Keywords
Τυχαία Θέματα