Βίκυ Χασάνδρα: συνέντευξη στην Έρικα Αθανασίου

Η Βίκυ Χασάνδρα είναι συγγραφέας και σεναριογράφος. Διδάσκει σενάριο και δημιουργική γραφή στο New York College – Film Studies/University of Greenwich, U.K. Έχει εκδώσει τρία μυθιστορήματα: Μαύρη άσφαλτος (νουάρ, Bell, 2023), Άμμος στο βυθό (ψυχολογικό θρίλερ, Τόπος, 2017), Αόρατες φωνές (θρίλερ μυστηρίου, Τόπος, 2015). Έχει επίσης μεταφράσει στα ελληνικά έργα κλασικών και σύγχρονων Γάλλων συγγραφέων

(Mme de Sévigné, Anatole France, Alfred de Musset κ.ά.). Σενάριά της έχουν γίνει ταινίες μεγάλου μήκους και τηλεοπτικές σειρές (Τρίτη νύχτα, Ξένες σε ξένη χώρα κ.ά.). Διηγήματα, άρθρα και κριτικές της έχουν δημοσιευτεί στον περιοδικό και ηλεκτρονικό τύπο, καθώς και σε συλλογικούς τόμους. Υπήρξε μέλος της συντακτικής ομάδας της αστυνομικής λογοτεχνικής επιθεώρησης πολάρ, όπου η στήλη της «Οι γυναίκες αγαπούν το κόκκινο» είχε ως θέμα τη γυναικεία ταυτότητα στην αστυνομική λογοτεχνία. Το τελευταίο μυθιστόρημά της, Μαύρη άσφαλτος, μας έδωσε την αφορμή για την ακόλουθη συνέντευξη. Πρόκειται για ένα βιβλίο που έχει βρει το δικό του κοινό, το οποίο έχει αγαπήσει ατμόσφαιρα και ήρωες. Ήρωες που αγαπάει ιδιαίτερα και η δημιουργός τους, από ό,τι φάνηκε μέσα από τη συζήτησή μας. Λογοτεχνική η απόδοση των απαντήσεων της Βίκυς Χασάνδρα, σε εισάγει με αμεσότητα στη νουάρ ατμόσφαιρα του βιβλίου της.

Ο ήρωάς σας περιπλανιέται στους δρόμους της Αθήνας. Πώς μπορεί να εμπνεύσει μία πόλη; Ακολουθήσατε τα βήματα του ήρωά σας, καθώς γράφατε το βιβλίο;

Η Μαύρη άσφαλτος έχει για προμετωπίδα τον στίχο του Κ.Π. Καβάφη, από το ποίημα «Η πόλις»: «Η πόλις θα σε ακολουθεί. Στους δρόμους θα γυρνάς τους ίδιους». Η πόλη είμαστε εμείς, το παρόν και το παρελθόν, οι επιλογές μας, τα λάθη μας και τα τραύματά μας, ιδανικά συστατικά όλα αυτά για μια νουάρ ιστορία. Και η Αθήνα στο παιχνίδι της έμπνευσης ήρθε να διεκδικήσει με απόλυτο τρόπο, θα έλεγα, τη θέση της στη δική μου νουάρ ιστορία, όχι απλώς σαν σκηνικό, αλλά κερδίζοντας τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Όσον αφορά τα βήματα του Άλεξ πάνω στην Πειραιώς, την Αθηνάς, την Αιόλου, μάλλον του δάνεισα τα δικά μου πατήματα στους δρόμους μιας Αθήνας όπου η ενηλικίωση, ο έρωτας, η φιλία έχουν αφήσει το δικό τους αποτύπωμα.

Ο κεντρικός ήρωας, ο Άλεξ, φαίνεται να βρίσκεται σε ένα ψυχολογικό αδιέξοδο, όπου δεν γνωρίζει ούτε ο ίδιος τον εαυτό του. Πόσο καλά τον γνωρίσατε εσείς και πόσο επιζητάτε να τον κατανοήσουν οι αναγνώστες σας;

Θα έλεγα, παραφράζοντας τον Ζορζ Σιμενόν, ότι επιδιώκω να κατανοήσω τους ήρωές μου και όχι να τους κατηγορήσω. Ο Άλεξ έρχεται αντιμέτωπος με τα λάθη του και τα τραύματά του και φτάνει τον εαυτό του στα άκρα. Μέσα από τη διαδρομή του με ενδιαφέρει να κατανοήσουν οι αναγνώστες το «γιατί» ή το «πώς» μπορεί ένας άνθρωπος ανάμεσά μας να ξεπεράσει τα όρια, αυτή τη λεπτή γραμμή που χωρίζει το καλό από το κακό.

Γενικά θα λέγατε ότι συμπαθείτε τους ήρωές σας, όχι μόνο σε αυτό το βιβλίο αλλά και σε άλλες ιστορίες σας, ή κατά κάποιον τρόπο τούς εκδικείστε;

Οι ήρωες στα βιβλία μου είναι κυρίως άνθρωποι που αναζητούν την ταυτότητά τους. Καθρεφτίζουν συχνά την επιθυμία τους στην επιθυμία του άλλου, όπως είναι η Εύη στη Μαύρη άσφαλτο, ή παγιδεύονται μέσα από τα φίλτρα της μνήμης στο παρελθόν. Απέναντι σε αυτούς τους ανθρώπους, που ακόμη και όταν πράττουν το κακό είναι οι ίδιοι θύματα κοινωνικών ρόλων ή στερεοτύπων, μόνο με συμπάθεια μπορώ να σταθώ. Όπως στέκομαι με κατανόηση μπροστά στην ενοχή ως το μοναδικό τους όπλο απέναντι στα λάθη. Άλλωστε, οι ήρωες αυτονομούνται από πολύ νωρίς σε μια ιστορία κι εγώ το μόνο που μπορώ να κάνω από ένα σημείο κι έπειτα είναι να τους ακολουθήσω στην αναζήτηση της κάθαρσης.

Το μαύρο κυριαρχεί στον τίτλο, στο σκοτάδι στο οποίο περιπλανιούνται οι ήρωες. Θα το χαρακτηρίζατε ένα απαισιόδοξο μυθιστόρημα;

Στην αρχή του βιβλίου κυριαρχούν τα χρώματα της πόλης, το πορτοκαλί, το μοβ λιλά πριν τη δύση. Όσο προχωράει η ιστορία, το φως γίνεται πιο άχρωμο και παίρνουν τη θέση του οι σκιές και το σκοτάδι. Σαν η πόλη να σφίγγει τον κλοιό της γύρω από τα πρόσωπα και να τα παγιδεύει σε έναν λαβύρινθο, που ταυτίζεται με το σκοτάδι του νου τους. Εκεί που κρύβονται οι φόβοι και οι επιθυμίες. Από αυτό το σκοτάδι προσπαθούν απεγνωσμένα να δραπετεύσουν στη μοναχική περιπλάνησή τους ο Άλεξ, η Εύη και ο Τζόνυ. Όταν ο ένας αναζητά τον άλλον και όταν ο ένας απομακρύνεται από τον άλλον. Θα έλεγα ότι η Μαύρη άσφαλτος, ως ένα νουάρ μυθιστόρημα με υπαρξιακό χαρακτήρα, φωτίζει την τραγικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης.

{jb_quote}Οι ήρωες στα βιβλία μου είναι κυρίως άνθρωποι που αναζητούν την ταυτότητά τους.{/jb_quote}

Είχατε από την αρχή σχεδιάσει τον σκελετό της ιστορίας ή εξελισσόταν όπως τη γράφατε;

Είχα από την αρχή τη βασική ιστορία, το «ποιος» και το «γιατί» μιας σειράς δολοφονιών. Στην πορεία συνδύασα το νουάρ με το mind game και το στοιχείο του φανταστικού ανιχνεύοντας κρυφές σκέψεις και επιθυμίες, ενισχύοντας το σασπένς. Ο Άλεξ δεν έμεινε απλώς ένας ιδιωτικός ερευνητής που επιθυμεί να λύσει το μυστήριο, αλλά η προσωπική του ιστορία έγινε κι αυτή μέρος του μυστηρίου, ενώ διεκδίκησαν τη θέση τους και άλλοι χαρακτήρες, όπως τα θύματα, γυναίκες που ζούσαν στο περιθώριο. Όταν άρχισα να γράφω, κατάλαβα ότι δεν θα μπορούσα να μην αφουγκραστώ τις δικές τους ιστορίες, τη μοναξιά τους, τα δικά τους ματαιωμένα όνειρα.

Τι έχετε εισπράξει μέχρι σήμερα από αναγνώστες για τη Μαύρη άσφαλτο;

Έχω συναντήσει και έχω συνομιλήσει με πολύ θερμούς αναγνώστες του βιβλίου και νιώθω ευγνώμων γι’ αυτό. Ένα συχνό σχόλιο είναι ότι δεν μπορούν να το αφήσουν από τα χέρια τους, ότι τους δημιουργεί εμμονή. Άλλοι συνδέονται με τους χαρακτήρες, άλλοι συγκινούνται από τη μοναξιά των θυμάτων, άλλοι εισπράττουν τον ερωτισμό που διατρέχει την αφήγηση και τον ποιητικό λόγο. Και όλοι αναγνωρίζουν σημεία της δικής τους πόλης, στο τώρα και στο χθες.

Δεδομένου ότι έχετε ιδιαίτερη ενασχόληση με τον κινηματογράφο, πόσο εύκολα θεωρείτε ότι θα μεταφερόταν κινηματογραφικά η υπόθεση;

Η πρώτη αντίδραση πολλών αναγνωστών ήταν ότι διαβάζοντας τη Μαύρη άσφαλτο είδαν ταυτόχρονα μια νουάρ ταινία, λόγω της ατμοσφαιρικής αφήγησης και των χώρων, που έχουν έναν πολύ μεγάλο ρόλο στην εξέλιξη της υπόθεσης. Εκείνο που πιστεύω ότι θα ήταν πρόκληση σε μια κινηματογραφική μεταφορά είναι οι εσωτερικοί μονόλογοι και το παιχνίδι με το μυαλό του ήρωα και του αναγνώστη. Είναι το σημείο που εγώ απόλαυσα κατά τη διαδικασία της συγγραφής και που μου χάρισε μια ελευθερία, η οποία λείπει από την κινηματογραφική αφήγηση. Αλλά ας γίνει ταινία και είμαι έτοιμη να το στερηθώ!

Αν επιλέγατε μια εικόνα σαν τρέιλερ, ποια σκηνή από το βιβλίο θα ήταν;

Ο Άλεξ με την πτι καρό τραγιάσκα και το γκρι ημίπαλτο με την κουκούλα να κατηφορίζει την Πειραιώς, με το βλέμμα καρφωμένο στη μαύρη άσφαλτο, τυφλωμένος από το πορτοκαλί φως της δύσης του ήλιου στον ανοιχτό ορίζοντα.

Ήταν από την αρχή μια ιστορία για τις Εκδόσεις Bell ή ο εκδοτικός οίκος αγκάλιασε αργότερα το μυθιστόρημα; Πιστεύετε ότι επηρεάζει τον τρόπο που γράφει ένας συγγραφέας, όταν το βιβλίο του πρόκειται να βγει από συγκεκριμένο εκδοτικό οίκο;

Ήταν σαν το βιβλίο να γράφτηκε για τις Εκδόσεις Bell, γιατί όταν το υπέβαλα για αξιολόγηση, από την απάντηση του εκδότη, του Χάρη Νικολακάκη, κατάλαβα ότι η Μαύρη άσφαλτος είχε βρει την ιδανική στέγη. Και αυτό επαληθεύτηκε σε όλα τα στάδια της συνεργασίας μας. Πάντως, απαντώντας στο δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας, προσωπικά, προτιμώ να γράφω από ανάγκη να αφηγηθώ τις ζωές και τις ιστορίες κάποιων ανθρώπων με τον δικό μου τρόπο, πιστεύοντας ότι πάντα θα υπάρχει ο εκδότης που θα τις αγαπήσει όσο και εγώ.

Μαύρη άσφαλτος
Βίκυ Χασάνδρα
Bell
336 σελ.
ISBN 978-960-620-927-7
Τιμή 15,50€

Keywords
Τυχαία Θέματα