Δημήτρης Μανιάτης: «Μπρούντζινος»

Ο Δημήτρης Μανιάτης, κατεξοχήν ως δημοσιογράφος, δευτερευόντως και με άλλες ιδιότητες -συμμετοχή με κείμενα στο θέατρο και σε μουσικές παραστάσεις και επιθεωρήσεις- είναι εξοικειωμένος με την έκθεση στο ευρύ κοινό. Πολυσχιδής και ανήσυχος, επιδίδεται και στη συγγραφή βιβλίων. Δεύτερο αμιγώς λογοτεχνικό του πόνημα -προηγήθηκε το 2014 το Εγώ είμαι ένας άλλος από τις Εκδόσεις Μετρονόμος-, η συλλογή διηγημάτων Μπρούντζινος

(Εκδόσεις Μετρονόμος, 2021): δεκαέξι αφηγήματα μικρής -όχι όμως μικρότατης- φόρμας· δεκαέξι μικρά απολύτως επαρκή και μεστά πανδαισίας γεύσεων μικρογεύματα για απαιτητικούς ουρανίσκους.

{loadmodule mod_adsence-inarticle-makri} {loadposition adsence-inarticle-makri}

Κατά την ιπποκράτεια θεωρία των τεσσάρων γεύσεων, για την ισορροπία και τη σωστή λειτουργία του ανθρώπινου οργανισμού ενδείκνυται η ισόποση κατανάλωση αλμυρών, ξινών, γλυκών και πικρών. Ο Δημήτρης Μανιάτης, στα δεκαέξι λογοτεχνικά γεύματα που μας προτείνει, αποδεικνύει πως όχι μόνο είναι γνώστης της ιπποκρατικής ιατρικής, αλλά και πως μπορεί να την εξελίξει σερβίροντάς μας μαεστρικά επιπλέον γευστικές εμπειρίες-προκλήσεις, τις οποίες αναμειγνύει με τη σοφία της συνετής δοσολογίας που μόνο ένας δεξιοτέχνης σεφ θα πετύχαινε. Το spicy -από ελαφρώς πικάντικο έως έξτρα καυτερό-, το πικρό μέχρι φαρμακερό -ενίοτε δηλητηριώδες-, το γλυκόπικρο, το ξινό, το υδαρές και κατά στιγμές κολλώδες, το υφάλμυρο, το γλυκό, το πιπεράτο, το στεγνό, το ζουμερό και το στυφό εναλλάσσονται και παντρεύονται -ανακατώνονται με την κουτάλα- δεκαέξι φορές, ώστε κανείς να μη μείνει παραπονεμένος πως δεν βίωσε την απόλυτη, λογοτεχνικώ τω τρόπω, γαστριμαργική εμπειρία.

Τι δουλειά έχει ο Μπρους Λι σε ένα «σπίτι» στην οδό Φυλής; Πώς συμπεριφέρεται ένας ταξιτζής όταν του κολλάνε πιστόλι στον κρόταφο; Ποια αποκάλυψη εκστομίζει ο παράφωνος νάνος μια Παραμονή Χριστουγέννων; Πώς σώζεται από τον εξευτελισμό ο παράτολμος σκουπιδοφόρος γυμνιστής μια καλοκαιρινή νύχτα με καύσωνα; Γιατί ουρλιάζουν και λιποθυμούν οι πάντες τη μέρα του Άι Νικόλα στη θέα του περαστικού; Πώς γλιτώνουν τη διαπόμπευση τρεις δικηγόροι σε κατάμεστη συναυλία; Τι βλέπουν εν πλω και ιδρώνουν ξεφυσώντας δυο γερόλυκοι που πηγαίνουν προσκυνητές στην Τήνο; Πώς αποτείνει φόρο τιμής ο παπάς στον αδικοχαμένο Μπότα; Ποιος είναι ο μυστικός θαυμαστής της καλλονής Σαγιά; Πόσους ενώνει το Τροπάριο της Κασσιανής στην Αγία Θέκλα; Έρχεται τελικά στο ραντεβού με τον Μπρούντζινο η Έμιλι; Ποιο είναι το όνειρο ζωής του ντελιβερά Κτένα; Τι ανέλπιστο βιώνει σε μια κινηματογραφική αίθουσα ο μοναχικός μεσήλικας; Τέλος, τι δουλειά έχουν χορευταράδες Τσιγγάνοι στον Λυκαβηττό;

{jb_quote} Σε κάθε ένα από τα δεκαέξι διηγήματα στον Μπρούντζινο, το όνειρο και η φαντασία ξεδιπλώνονται ως εν δυνάμει πραγματικότητα - ή, αντίστροφα, η πραγματικότητα εμποτίζει την ονειροφαντασία. {/jb_quote}

Αυτά και άλλα φαινομενικά ετερόκλητα ερωτήματα απαντιούνται χορταστικά στα δεκαέξι ευσύνοπτα διηγήματα της συλλογής Μπρούντζινος αφήνοντας ως επίγευση άλλοτε ένα μειδίαμα, άλλοτε μια αμυδρή θλίψη, κάποτε την καρβερική αίσθηση του αόριστα ημιτελούς(;), όπου ουσιαστικά η ολοκλήρωση διαχέεται ενδογενώς στην αφήγηση καθαυτή - ή και όχι. Συνδετικός ιστός των δεκαέξι ιστοριών, επαναλαμβανόμενα μοτίβα: η οδός Φυλής, το ίδιο (ή μήπως όχι;) μπουρδέλο-στέκι του εκάστοτε ήρωα, συναυλίες και μουσική (μπουζούκια, τσιφτετέλια, ζεϊμπεκιές, ρεμπέτικα, ψαλμωδίες, τροπάρια), ο αγοραίος έρωτας, η απροκάλυπτη ή υπόρρητη καύλα, η διττή και αμφιλεγόμενη σεξουαλικότητα, το γυμνό σώμα, ο ναρκισσισμός, το γήρας με τη συνεπαγόμενη νοσταλγία της πάλαι ποτέ ανθηρότητας.

Η μικρή αφηγηματική φόρμα που επιλέγει ο Δημήτρης Μανιάτης απαιτεί συγκεκριμένες δεξιότητες. Η πύκνωση, ο αυστηρά αρχιτεκτονικός σχεδιασμός, η φαρμακερή ατάκα ειπωμένη τη σωστή στιγμή («Πάω να σκοτώσω τον άνδρα μου», «Εδώ, ρε, είναι ερωτικό σφαγείο…», «Είστε μαλάκες!»), η φωτογραφικά ως στοπ καρέ αποτυπωμένη περιγραφή («Ένας νάνος, αδιευκρίνιστης ηλικίας, κρατούσε τριγωνάκι για τα κάλαντα ενώ στη μέση του είχε φορεμένο ένα πορτοφόλι μπανάνα», «Ο πιο ψηλός και γεροδεμένος, άκωλος με τεράστια πλάτη, μαυροπουκαμισάς»), ο καίριος αφορισμός («Δεν θα λείψει στον εθνικό κορμό ο Μπότας, αλλά θα λείψει στους φίλους του», «Είχαμε κοινωνήσει το ίδιο μουνί, άρα ομόδοξοι», «Σκηνοθετούμε τον εαυτό μας κάθε μέρα»), το μονοεπεισοδιακό, ο μικροπερίοδος λόγος («Ουρλιαχτό τρόμου και ένας τρομερός θόρυβος», «Η Πάολα κοιμόταν ακόμη, μισόγυμνη», «Σκάναρε τον χώρο γύρω. Τσέκαρε το κινητό της. Μάζεψε τα πόδια της. Κάθισε σταυροπόδι») ή ο μακροπερίοδος που, όταν προκύπτει, δε βοά ζορισμένο λογοτεχνισμό και, προπάντων, η κομβική στιγμή του φινάλε (που πέφτει όχι σαν αυλαία, αλλά σαν μπαλτάς), είναι προαπαιτούμενα της μικρής αφήγησης, των οποίων φαίνεται πως ο Δημήτρης Μανιάτης είναι και θεράπων και επαΐων.

Σε κάθε ένα από τα δεκαέξι διηγήματα στον Μπρούντζινο, το όνειρο και η φαντασία ξεδιπλώνονται ως εν δυνάμει πραγματικότητα - ή, αντίστροφα, η πραγματικότητα εμποτίζει την ονειροφαντασία. Και, εντέλει, απ’ όλα τα διηγήματα, ακόμη κι από αυτά που αποπνέουν ματαίωση, αναδίδεται η σοφή πεποίθηση του συγγραφέα τους πως η ζωή δεν είναι στην ουσία τίποτε άλλο παρά το πάντρεμα του ονειρικού με το πραγματικό, καθώς και η συνειδητά και εκ προθέσεως, χάριν επιβίωσης, «καρναβαλική» (ήτοι, παρωδιακή - όρος του Μπαχτίν) σύζευξη του τραγικού με τη διακωμώδηση.

Μπρούντζινος
16 διηγήματα μικρής φόρμας
Δημήτρης Μανιάτης
Μετρονόμος
σ. 72
ISBN: 978-618-5339-62-3
Τιμή: 10,60€

Keywords
Τυχαία Θέματα