Σεξουαλική κακοποίηση: Οκτώ στους δέκα Έλληνες θα αντιδρούσαν αν το θύμα ήταν παιδί

Το ΕΛΙΖΑ - Σωματείο κατά της κακοποίησης του Παιδιού διεξήγαγε έρευνα σχετικά με τη σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών και οι απαντήσεις των ερωτηθέντων είναι ενθαρυντικές.

Σχετικά με την σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών πραγματοποιήθηκε έρευνα από το ΕΛΙΖΑ - Σωματείο κατά της κακοποίησης του Παιδιού σε δείγμα 1001 συμμετεχόντων, γυναικών και ανδρών, από την Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και από άλλες περιοχές, από 2 έως 9 Ιουνίου 2020.

Σύμφωνα με την νέα έρευνα τα αποτελέσματα είναι ενθαρρυντικά, καθώς το 93% και το 96% των Ελλήνων και των Ελληνίδων θα απευθυνόταν αντίστοιχα είτε στην αστυνομία, είτε σε ΜΚΟ προκειμένου να καταγγείλει το γεγονός της σωματικής κακοποίησης και της σεξουαλικής κακοποίησης, ενώ ένα πολύ μεγάλο ποσοστό, το 52% θα επενέβαινε σε κάθε περιστατικό κακοποίησης, ακόμη και σε περιπτώσεις παραμέλησης ή λεκτικής βίας.

Παράλληλα, 8 στους 10 Έλληνες θα αντιδρούσαν σε κάθε περίπτωση κακοποίησης, ανεξάρτητα αν το παιδί που υποβάλλονταν σε αυτή, ήταν συγγενικό ή φιλικό τους πρόσωπο ή όχι, το 84% θα δήλωνε την κακοποίηση ακόμη και εάν ο κακοποιητής ήταν ο γονιός ή ο αδελφός/η αδελφή, με το ποσοστό να ανεβαίνει στο 95% στους ερωτώμενους άνω των 55 ετών.

Παρόλα αυτά, 7 στους 10 Έλληνες δηλώνουν ότι έχουν αντιληφθεί κάποιο περιστατικό κακοποίησης, κυρίως λεκτικής βίας, με τους νεότερους σε ηλικία ανθρώπους (18 έως 34 ετών) και τους γονείς παιδιών μικρών σε ηλικία (0-15 ετών), να δηλώνουν ότι η έκταση του φαινομένου της βίας στα παιδιά έχει πάρει σοβαρές διαστάσεις (πάνω από το 50%). Οι περισσότεροι Έλληνες θα αντιδρούσαν για κάθε παιδί που κινδυνεύει από κακοποίηση ανεξάρτητα αν ανήκει στο συγγενικό τους περιβάλλον.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας του ΕΛΙΖΑ, 8 στους 10 Έλληνες θα αντιδρούσαν σε κάθε περίπτωση κακοποίησης, ανεξάρτητα αν το παιδί που υποβάλλονταν σε αυτή, ήταν συγγενικό ή φιλικό τους πρόσωπο ή όχι, το 84% θα δήλωνε την κακοποίηση ακόμη και εάν ο κακοποιητής ήταν ο γονιός ή ο αδελφός/η αδελφή, με το ποσοστό να ανεβαίνει στο 95% στους ερωτώμενους άνω των 55 ετών.

Επίσης, οι συμμετέχοντες από όλες τις αστικές περιοχές δήλωσαν σε ποσοστό 71% ότι στην περίπτωση που αντιλαμβάνονταν κάποιο περιστατικό κακοποίησης θα επικοινωνούσαν με τις αρχές/αστυνομία ή με κάποιον Μη Κυβερνητικό Οργανισμό, ενώ αξιοσημείωτα λιγότεροι θα συμβουλεύονταν κάποιον δικηγόρο ή θα απευθύνονταν στην Εισαγγελία. Το ποσοστό αυτό αυξάνεται στο 75% στους συμμετέχοντες ηλικίας από 45 έως 54 ετών.

Όμως, από το ελάχιστο ποσοστό των Ελλήνων που δήλωσε πως δε θα κατήγγειλε κάποιο περιστατικό κακοποίησης που τυχόν υπέπιπτε στην αντίληψη του, το 30% και το 31% συνδέει αυτή την απροθυμία με τον φόβο ότι η καταγγελία θα μπορούσε να βλάψει τον ίδιο ή την οικογένεια του ή να χειροτερέψει την κατάσταση για το ίδιο το παιδί που θα επιδίωκε να βοηθήσει, ενώ ένα 29% δήλωσε ξεκάθαρα ότι δε θα ήθελε να μπλέξει. Από το υψηλό ποσοστό των Αμερικανών που δήλωσαν στην αντίστοιχη έρευνα τον Μάρτιο του 2020, πως δεν θα κατήγγειλαν κανενός είδους κακοποίησης σε παιδιά, σχεδόν 6 στους 10 συνέδεσαν την απόφαση τους με τον φόβο ότι η κατάσταση του παιδιού μπορεί να επιδεινωθεί, το 35% φοβόταν ότι η πράξη της καταγγελίας θα έθετε σε κίνδυνο την οικογένεια του και το 30% δήλωσε ότι δεν ήταν δική του υπόθεση να επέμβει.

Δεν πιστεύουν στο ρόλο του ξύλου

To 5% των ερωτηθέντων δήλωσαν πως το ξύλο αποτελεί ένα ακόμη «εργαλείο» συνετισμού και συμμόρφωσης των παιδιών, το 94% δήλωσε πως το ξύλο λίγο (23%) ή καθόλου (70%) δε βοηθά στο συνετισμό και δεν αποτελεί μέσο συμμόρφωσης. Ωστόσο, πιο αφοριστική είναι η στάση των γυναικών αναφορικά με το ξύλο (το 75% δεν το θεωρεί καθόλου μέσο συμμόρφωσης) και των ατόμων άνω των 45 ετών (74% απάντησαν «καθόλου»).

Ταυτόχρονα, το 99% των συμμετεχόντων στην πανελλαδική έρευνα του ΕΛΙΖΑ δήλωσε σε ποσοστό 82% και 16% αντίστοιχα πως θεωρεί ότι η κακοποίηση επιδρά πάρα πολύ ή πολύ στη μετέπειτα συμπεριφορά του ατόμου. Το ποσοστό του «πάρα πολύ» ανεβαίνει στο 88% στις γυναίκες συμμετέχουσες.

Keywords
Τυχαία Θέματα