Την έλεγαν πράκτορα, την έδιωξαν, πέθανε μόνη, η βασίλισσα που η Ελλάδα δεν συγχώρεσε ποτέ

01:40 2/5/2025 - Πηγή: Sportime

Ήταν μόλις δεκαέξι ετών όταν παντρεύτηκε τον Γεώργιο Α΄ και έγινε βασίλισσα μιας χώρας που δεν γνώριζε, με έναν λαό που δεν την είχε διαλέξει. Η Όλγα της Ρωσίας έφερε μαζί της τη βαριά σκιά της τσαρικής αυλής, την ορθόδοξη ευλάβεια και ένα βλέμμα γεμάτο εσωτερική σιωπή. Μα αυτό που έφερε περισσότερο απ’ όλα ήταν δυσπιστία. Στη σκιά του Μακεδονικού, στα χρόνια της εθνικής ανασφάλειας και των Βαλκανικών συμφερόντων, πολλοί Έλληνες την αντιμετώπισαν όχι ως μητέρα του έθνους, αλλά ως την «Σλάβα στο παλάτι».

Το 1898, με πρόθεση να κάνει το Ευαγγέλιο προσιτό στους απλούς ανθρώπους, ανέθεσε τη

μετάφρασή του στη δημοτική γλώσσα. Ήταν μια πράξη πίστης για εκείνη, αλλά ερμηνεύτηκε ως ύποπτη ενέργεια: ακούστηκαν φωνές που μιλούσαν για ρωσική προπαγάνδα, για προσπάθεια διάσπασης της εθνικής ενότητας και προώθηση σλαβικών επιρροών. Η Εκκλησία αρνήθηκε να εγκρίνει τη μετάφραση. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο την απέρριψε. Οι εφημερίδες την χλεύασαν. Και τελικά, το 1901, οι ταραχές των «Ευαγγελικών» βάφτηκαν με αίμα και οδήγησαν στον θάνατο οκτώ πολιτών.

Αυτή η βασίλισσα δεν μιλούσε τέλεια ελληνικά, αλλά αγαπούσε την ορθόδοξη λειτουργία. Γι’ αυτό και επέβαλε στο παρεκκλήσι του παλατιού την ψαλμωδία κατά τα ρωσικά πρότυπα. Έφερε Ρώσους μουσικούς και κληρικούς, ενόχλησε το Πατριαρχείο, δυσαρέστησε την Ιερά Σύνοδο και στα μάτια των πιο καχύποπτων φαινόταν ολοένα και περισσότερο ως εκπρόσωπος ξένων σκοπών. Η λατρεία της ρωσικής παράδοσης, τα φιλανθρωπικά έργα που διοχέτευαν πόρους στο ρωσικό νοσοκομείο του Πειραιά, ακόμη και οι σχέσεις της με πρόσωπα της ρωσικής αυτοκρατορικής αυλής ερμηνεύονταν ως δίκτυο επιρροής. Ένα ολόκληρο αφήγημα χτίστηκε γύρω της. Την έλεγαν πράκτορα.

Το 1897 η σάτιρα του Γεώργιου Σουρή για τη συνήθειά της να πίνει βότκα με Ρώσους αξιωματικούς στον Πειραιά δεν συγχωρέθηκε. Ο ποιητής διώχθηκε, τα φύλλα κατασχέθηκαν, η μοναρχία εξέπεμπε αμηχανία. Ο λαός γέλασε, μα δεν ξέχασε. Η εικόνα της «Ρωσίδας βασίλισσας» είχε παγιωθεί – και δεν ήταν ευνοϊκή.

Η τραγική στροφή ήρθε μετά τον θάνατο του άντρα της, Γεωργίου Α΄. Η Όλγα επέστρεψε στη Ρωσία. Κατά την Οκτωβριανή Επανάσταση κρατήθηκε αιχμάλωτη στο Παβλόφσκ. Την άφησαν ελεύθερη χάρη στην παρέμβαση της Δανίας. Δεν ήθελε να επιστρέψει στην Ελλάδα. Όχι επειδή δεν την αγαπούσε. Αλλά γιατί ήξερε ότι δεν την αγαπούσαν πια.

Επέστρεψε τελικά το 1920, όχι για να μείνει, αλλά για να προλάβει να δει τον εγγονό της, βασιλιά Αλέξανδρο, που πέθαινε από δάγκωμα πιθήκου. Έφτασε αργά, ο εγγονός είχε ήδη πεθάνει. Για έναν μήνα διετέλεσε Αντιβασίλισσα της Ελλάδας, μέχρι να επιστρέψει ο γιος της Κωνσταντίνος. Ήταν η τελευταία φορά που άσκησε εξουσία στη χώρα αυτή.

Έζησε τα τελευταία της χρόνια φτωχικά, εξόριστη, μακριά από παλάτια, σε ξενοδοχεία, σε σπίτια συγγενών. Πέθανε στη Ρώμη, χωρίς μεγαλοπρέπεια, χωρίς βασιλικό πένθος. Η σορός της έμεινε για χρόνια στη Φλωρεντία, ώσπου τελικά επαναπατρίστηκε το 1936. Ούτε τότε δεν της δόθηκε ιδιαίτερη τιμή.

Όταν η Θεσσαλονίκη το 2016 αποδέχθηκε δωρεά ρωσικού ιδρύματος για να στηθεί άγαλμά της, οι αντιδράσεις ήταν πολλές. Για κάποιους ήταν η “ευεργέτιδα”, για άλλους η “Ρωσίδα πράκτορας”. Η μνήμη της έμεινε παγωμένη ανάμεσα στην καχυποψία και την παρεξήγηση.

Από όλες τις βασίλισσες που πέρασαν από την Ελλάδα, ίσως μόνο η Όλγα να ένιωσε τόσο βαθιά την αίσθηση της απόρριψης. Και ίσως, μέσα της, να έμεινε μέχρι τέλους η απορία: γιατί δεν την αγάπησαν ποτέ πραγματικά.

Γρηγόρης Κεντητός για το sportime.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα