Είχε παλάτι, τίτλους και χρήματα. Τα παράτησε όλα για να φροντίσει τα ελληνόπουλα της προσφυγιάς

Γεννήθηκε μέσα στα πλούτη, στις αυλές της Κωνσταντινούπολης, κόρη του ευγενούς Σκαρλάτου Στούρτζα και της Σουλτάνας Μουρούζη. Η Ρωξάνδρα Στούρτζα δεν έλειψε ποτέ από τα σαλόνια των ισχυρών, δεν της έλειψε τίποτα — εκτός ίσως από έναν άνθρωπο που να της πει: «σε αγαπώ» χωρίς δισταγμό. Κι αυτός ο άνθρωπος ήταν ο Ιωάννης Καποδίστριας. Δεν παντρεύτηκαν ποτέ. Εκείνος αφιερώθηκε στην πατρίδα. Εκείνη, σε όσα άφησαν πίσω οι πόλεμοι της πατρίδας.

Η οικογένειά

της εγκαταστάθηκε στη Ρωσία μετά τον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο και τη Συνθήκη του Ιασίου. Στο αρχοντικό τους, στις όχθες του Δνείπερου, η Ρωξάνδρα μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον όπου η αρχαιοελληνική παιδεία, η φιλοσοφία, αλλά και η Ορθοδοξία συνυπήρχαν. Εκεί γνώρισε λόγιους όπως τον Ευγένιο Βούλγαρη και τον Νικηφόρο Θεοτόκη, ενώ παρακολουθούσε τα γεγονότα της Ευρώπης με ανήσυχο βλέμμα. Ήταν παιδί της εποχής του Διαφωτισμού, αλλά δεν εγκατέλειψε ποτέ την πίστη της.

Στη Ρωσία έγινε Κυρία επί των Τιμών στην αυλή του τσάρου Αλέξανδρου Α’. Οι άνθρωποι μιλούσαν για την ομορφιά της, αλλά κυρίως για την καλλιέργεια και τη διακριτικότητά της. Ήξερε να πείθει χωρίς να κραυγάζει, να συγκινεί χωρίς να δραματοποιεί. Η επιρροή της ήταν τέτοια, που η τσαρίνα της ζήτησε προσωπικά να παντρευτεί έναν από τους πιο υψηλά ιστάμενους αξιωματούχους της Ευρώπης, τον κόμη Έντλινγκ. Εκείνος έγινε σύζυγός της, αλλά ποτέ δεν μπήκε στην καρδιά της.

Η καρδιά της ανήκε αλλού. Ανήκε στον Ιωάννη Καποδίστρια, τον διπλωμάτη, τον αγωνιστή, τον άνθρωπο που έβαλε τον ελληνισμό πάνω από τον εαυτό του. Συναντήθηκαν ξανά και ξανά σε δεξιώσεις, αλληλογραφούσαν, και μοιράστηκαν μια σιωπηλή υπόσχεση: δεν θα ήταν ποτέ μαζί, αλλά θα πολεμούσαν για τον ίδιο σκοπό. Για την Ελλάδα.

Στη Βιέννη, η Ρωξάνδρα έγινε η ψυχή της Φιλομούσου Εταιρείας. Υποστήριξε φτωχούς φοιτητές, χρηματοδότησε ελληνικές εκδόσεις, υποδέχτηκε Έλληνες διανοουμένους στο σπίτι της. Ήξερε πως τα γράμματα είναι όπλο. Κι ήθελε τα ελληνόπουλα να κρατούν αυτό το όπλο, να μορφώνονται, να μιλούν ελληνικά, να θυμούνται ποιοι είναι.

Όταν ξέσπασε η Επανάσταση, η Ρωξάνδρα έφυγε από τα σαλόνια και πήγε στην Οδησσό. Εκεί είχαν φτάσει πρόσφυγες, ορφανά, γέροντες, χήρες. Ίδρυσε την Ευεργετική Εταιρεία και συγκέντρωσε βοήθεια. Ό,τι μπορούσε να πουλήσει ή να δώσει, έγινε τροφή και στέγη. Άνοιξε ορφανοτροφείο, ίδρυσε σχολείο για τη βασική εκπαίδευση, ίδρυσε Παρθεναγωγείο μέσα σε γυναικεία μονή για να μάθουν γράμματα τα κορίτσια. Πίστευε πως μόνο με παιδεία σώζεται ένας λαός.

Έγραφε γράμματα σε πρίγκιπες, υπουργούς, διπλωμάτες. Ζητούσε εράνους, ζήταγε να ανοίξουν τα σύνορα για τους πρόσφυγες, να δεχτούν τα ορφανά στα ευρωπαϊκά σχολεία. Το όνομά της έγινε σεβαστό στη ρωσική και την ευρωπαϊκή κοινωνία ως συνώνυμο της ανιδιοτέλειας και της προσφοράς.

Δεν πλούτισε ποτέ από τη θέση της. Αντίθετα, ξόδεψε ό,τι είχε για να απαλύνει τη φτώχεια των άλλων. Όσα κτήματα είχε στη Βεσσαραβία έγιναν σιτηρά και ψωμί. Όσα κοσμήματα της είχαν χαρίσει οι αυλές, έγιναν κουβέρτες και φάρμακα. Δεν έβλεπε πια τον εαυτό της ως αριστοκράτισσα. Έβλεπε τον εαυτό της ως μητέρα για κάθε παιδί που δεν είχε μητέρα.

Έζησε σαν δούκισσα. Πέθανε σαν μοναχή. Η ιστορία δεν της έστησε ανδριάντα. Αλλά οι Έλληνες την θυμούνται κάθε φορά που ακούν τη φράση: «η φιλάνθρωπη κυρία της Ρωσίας που λάτρεψε την Ελλάδα». Γιατί την αγάπησε από μακριά. Αλλά την υπηρέτησε πιο πιστά από πολλούς που γεννήθηκαν σε αυτή.

Γρηγόρης Κεντητός για το sportime.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα