Παναθηναϊκός: Ο Νέντο ήταν αξία, όχι υπεραξία

«Νέντο» στην Ελλάδα, «Νέντα» στη Σερβία. Στα 31 του χρόνια ο Νέντοβιτς επιστρέφει στην ομάδα που τον ανέδειξε (2008-12) και το μήνυμα που δίνεται είναι σαφές: «Δεν έπιασα το ταβάνι μου και προτεραιότητα πια είναι να πληρωθώ». Γιατί τι άλλο μπορεί να συμπεράνει κανείς από την κίνηση του, αν όχι αυτό;

Αν ενεργοποιούσε τον – σαφή υπό φυσιολογικές συνθήκες, ασαφή λόγω πολέμου – όρο στο συμβόλαιο του για να μετακομίσει π.χ στη Φενέρμπαχτσε ή την Μακάμπι, θα ήταν αλλιώς. Ο παίκτης ήρθε στον Παναθηναϊκό για να πατήσει

το σκαλοπάτι και να πάει ψηλότερα μετά από μία διετία τραυματισμών: το τριφύλλι το ήξερε, ο ίδιος το ήξερε, κανείς δεν είχε αυταπάτες. Αν τελικά κατάφερνε να πατήσει ένα πάτωμα ψηλότερα από εκεί που προς το παρόν βρίσκεται ο Παναθηναϊκός, όλοι θα το καταλάβαιναν.

Αντ΄ αυτού ο χαρισματικός γκαρντ επιστρέφει στα μέρη του για να πάρει, σύμφωνα με τα σερβικά δημοσιεύματα, ετήσιο μισθό ενός εκατομμυρίου ευρώ το χρόνο, μια αύξηση της τάξης του 42.8% σε σχέση με τις εν Ελλάδι απολαβές του που έφταναν τις 700 χιλιάδες. Όχι κι άσχημα, εκτός κι αν υπάρχουν πολλοί εκεί έξω που πιστεύουν πως, στο σημείο που βρίσκεται αυτή τη στιγμή η καριέρα του, έχει την πολυτέλεια να αφήνει τέτοιου είδους συγκυρίες να περνούν ανεκμετάλλευτες.

Το αισιόδοξο σενάριο λέει πως ο Νέντοβιτς πηγαίνει στο Βελιγράδι για να γίνει ο νέος Κάλινιτς, αυτός γα τον οποίο θα ενδιαφερθεί η Μπαρτσελόνα μετά από μία σεζόν με τον Αστέρα. Ο «Κάλινα» είναι γεννημένος τον Νοέμβριο του ’91, ο «Νέντα» τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς, όμως κάπου εκεί σταματούν οι ομοιότητες. Ο Κάλινιτς έχει ήδη τα γαλόνια, από το ’17 και όχι μόνο. Έχει αποδείξει πως μπορεί να κάνει τη διαφορά στο υψηλό επίπεδο: αυτό υπενθύμισε στον Σάρας και τους υπόλοιπους μνηστήρες.

Ο Νέντοβιτς έπαιξε 51 παιχνίδια Ευρωλίγκας στη διετία του στον Παναθηναϊκό, από τα οποία ξεκίνησε βασικός μόλις στα 24. Η θλάση που υπέστη στα μέσα της πρώτης του σεζόν συνοδεύτηκε από σοβαρά προβλήματα από τον κορωνοϊό, προβλήματα που τον υποχρέωσαν να μπει μαρσάροντας στην δεύτερη. Όταν ήταν υγιής έδειχνε συχνά εκλάμψεις του παίκτη που έφτασε ως το ΝΒΑ στα 22 του χρόνια και έγινε pick Νο.30 το 2013 από το Φίνιξ. Απίθανος σουτέρ από ντρίμπλα με βεληνεκές πολύ μεγαλύτερο από τα 6.75, ικανότητα στο pull up τρίποντο που λίγοι έχουν στην Ευρωλίγκα, διορατικότητα και αίσθηση του παιχνιδιού: πράγματα που για τον Παναθηναϊκό της προηγούμενης διετίας ήταν μια ευχάριστη πολυτέλεια.

ΠΗΓΗ: In Time Sports

Υπερέβαλλε στο παιχνίδι του; Ναι, αλλά όχι. Το παιχνίδι του Νέντοβιτς έχει βασικό συστατικό την υπερβολή, όπως σε κάθε ενστικτώδη σκόρερ με το δικό του ταλέντο. Από τις πάσες εν ώρα άλματος, την μέτρια επιλογή των σουτ ως την διάθεση του να τρυπήσει τον τοίχο με το κεφάλι, ο Σέρβος ήταν χάρμα ιδέσθαι όταν το ματς του πήγαινε και επιζήμιος όταν δεν του έβγαινε, όμως που είναι το περίεργο; Μήπως αυτή δεν ήταν ακριβώς η περίπτωση με τον άλλο γκαρντ που αποχωρεί από την Ελλάδα, τον Τάιλερ Ντόρσεϊ; Η διαφορά είναι ότι ο Νέντοβιτς αισθανόταν – και όχι άδικα – πως ήταν ο ποιοτικότερος παίκτης μιας ομάδας που τον είχε ανάγκη σε πολλαπλάσιο βαθμό από ότι ο Ολυμπιακός τον Ελληνοαμερικανό.


Για αυτό φυσικά δεν ευθύνεται ο «Νέντα», το αντίθετο μάλιστα. Θα μπορούσε κάλλιστα να παίξει για τα στατιστικά του και να τελειώσει τη σεζόν στην Ευρωλίγκα με ένα πολύ καλύτερο ποσοστό στα τρίποντα από το διόλου άσχημο αλλά όχι αντιπροσωπευτικό 38% (61/158). Είναι αλήθεια πως η κακή διαχείριση δυνάμεων και επιλογών απέναντι στην εστιασμένη πάνω του άμυνα του Ολυμπιακού τον μετέτρεψε σε μπούμερανγκ, όμως προσωπικά έβλεπα καθαρά έναν παίκτη που θόλωνε υπό το βάρος της ευθύνης και της επιθυμίας, όχι έναν αδιάφορο που ξέρει ότι η επόμενη σεζόν θα τον βρει αλλού.

Αξίζουν όλα αυτά ένα εκατομμύριο ευρώ το χρόνο; Πιθανότατα όχι. Ο Νέντοβιτς είναι και παραμένει αξία, όμως ο Παναθηναϊκός δεν είχε κανένα λόγο να πληρώσει την υπεραξία ενός παίκτη με τέτοιο ιστορικό τραυματισμών απλά γιατί η διοίκηση του Ερυθρού Αστέρα βλέπει τους βαρβάρους στις πύλες και είναι υποχρεωμένη να κάνει εντυπωσιακές κινήσεις μήπως σουλατσάρουν πουθενά αλλού μετά το φευγιό των Ράντονιτς, Κάλινιτς, Γουόλτερς και Νταβιντόβατς. Ο μάνατζερ είδε την ευκαιρία να δώσει στον παίκτη του και στον εαυτό του μια γενναία αύξηση και την εκμεταλλεύτηκε: αυτή είναι η δουλειά του.

Σύμφωνοι, ο τρόπος του διαζυγίου θα μπορούσε να είναι πιο βελούδινος, αλλά ο Μίσκο Ραζνάτοβιτς καθόλου δεν ενδιαφέρεται για τέτοιες λεπτομέρειες. Ο Παναθηναϊκός χειρίστηκε την υπόθεση σωστά, με ένα μόνο ψεγάδι. Φυσικά δεν υπάρχει κανένας λόγος να μπει κανείς σε δικαστικές διαμάχες με έναν φευγάτο παίκτη, ειδικά από τη στιγμή που η έξοδος του θα φέρει 300 χιλιάδες ευρώ στα ταμεία, δηλαδή 1 εκατομμύριο ευρώ για τον αντικαταστάτη του. «Ελάτε εδώ, πληρώστε και στο καλό» λέει σωστά ένα κλαμπ με το ειδικό βάρος του τριφυλλιού, «δεν κρατάμε κανέναν με το ζόρι».

Όμως επειδή το ημερολόγιο γράφει 8 Ιουλίου και οι ποιοτικοί παίκτες δεν πέφτουν από τον ουρανό, ο σύλλογος θα πρέπει στο μέλλον να προστατευτεί από παρόμοιες αιφινιδαστικές εξόδους που πιθανόν να ανατρέπουν τον προγραμματισμό του. Τρία χρόνια πριν ο Μίσκο το είχε κάνει ξανά με τον Ντένμον, του οποίου την επιστροφή είχαν ανακοινώσει οι πράσινοι, χωρίς όμως να ρυθμίσουν εγκαίρως τις τυπικές λεπτομέρειες.

Ηθικό δίδαγμα: θωρακίζεσαι και προσέχεις και την παραμικρή λεπτομέρεια. Αν αφήσεις μια χαραμάδα, δεν θα περάσει καιρός μέχρι να γίνει η τρύπα πίσω από το πόστερ της Ρακέλ Γουέλτς.

Keywords
Τυχαία Θέματα