Γιώργος Μαργαρίτης: «Δεν μπορεί κανείς να σου φράξει τον δρόμο αν νομίζεις ότι το’χεις»

09:58 3/6/2025 - Πηγή: Bovary

Ο Γιώργος Μαργαρίτης είναι αυθεντικός σε όλα του: Στον τρόπο που μιλάει, στις αναμνήσεις του, στην πορεία του και πάνω από όλα στο τραγούδι. Γιατί τραγουδάει με την καρδιά του, με την αλήθεια του.

Γεννήθηκε στο Πετρωτό Τρικάλων και είχε την τύχη να γνωρίσει τον Τσιτσάνη -ήταν συντοπίτης του. Μένει στην Κηφισιά. Εχει έναν γιο και μια κόρη.

Το καλοκαίρι ξεκινά με μια μεγάλη συναυλία στον Λυκαβηττό. Κι έχει πολλά σχέδια για τη συνέχεια.

«Απόεπτά-οκτώ χρόνων, ήξερα ότι

με το τραγούδιθα βγει ο καημός μου κάποια μέρα. Οιάνθρωποι γύρω μου, ο πατέρας μου, συγγενείςκαι φίλοι, όλοι το βλέπανε.

»Ότανγνώρισα τον Τσιτσάνη ήμουν πράγματιπολύ μικρός, γύρω στα 14. Πώς να τραγουδήσειςμπροστά στον μεγάλο Βασίλη Τσιτσάνη…Αλλά αυτό το ρεπερτόριο με κέρδισε,αυτές οι γενιές που γράψανε αυτά τατραγούδια. Όταν ήρθαν τα τραγούδια καιοι τραγουδιστές που τα τραγουδούσανστο χωριό, στα Τρίκαλα, εκεί έμαθα ταονόματά τους. Εκεί έμαθα τα ονόματα τουΤσιτσάνη, του Παπαπαϊωάννου, του ΜάρκουΒαμβακάρη, του Μητσάκη, του Καλδάρα, τουΒίρβου. Αυτά τα τραγούδια με κέρδισανεμένα κι έλεγα στον πατέρα μου, “δενξέρω τι θα κάνεις, εγώ τα γράμματα δεντα θέλω, εγώ αυτό που θες εσύ δεν θα τοκάνω”. Τι ήθελε; Ήθελε να μάθω μία τέχνη.

»Το ίδιο και ένας θείος μου στη Μεθώνη Θεσσαλονίκης. Με πήγε σε ένα συνεργείο αυτοκινήτων και ακούω το θείο μου να φωνάζει στον μάστορα και να του λέει “κάνε μου τη χάρη, το πρωί θα έρθει ο ανιψιός μου, θα τον ντύσεις, θα του φορέσεις τη φόρμα και θα τον κάνεις σαν μαστοράκο”… Μόλις το άκουσα εγώ αυτό, την άλλη μέρα δεν πήγα στη δουλειά. Εκανα πως κοιμήθηκα. Γυρνάει το μεσημέρι στο σπίτι ο θείος και μας βλέπει εμένα και τον ξάδελφό μου, τον γιο του που έπαιζε και ωραίο ακορντεόν, να κοιμόμαστε. “Βρε τεντιμπόιδες”, μας λέει, “τι κάνετε; Κοιμάστε; Δεν πήγατε στη δουλειά;”. Εγώ άκουσα αυτή την κουβέντα και μου έμεινε από τότε. “Εσύ γιατί δεν πήγες;”, μου λέει. “Θείε, μήπως γίνεται να μου πάρεις μια κιθάρα;”. Με το που το ακούει αυτό ο θείος μου γυρνάει και μου λέει “Τέτοιος θέλεις να γίνεις; Γρήγορα στον πατέρα σου”. Κι έτσι την άλλη μέρα με έστειλε πίσω στον πατέρα μου.

»ΚόντευεΠάσχα και το Πάσχα ερχόταν ο Τσιτσάνηςστα Τρίκαλα να δει την οικογένειά του,τα παιδιά του. Το είχα μάθει εγώ πως θαέρθει και το λέω τότε στον πατέρα μου,ο οποίος είχε πια καταλάβει τι γίνεταιμε μένα. Και διοργανώνει μια παρέα στοκαφενείο των αδελφών Τσιτσάνη καιαρχίζουν να ψιλο-παίζουν και να τραγουδούνγια να μπω και εγώ στο κλίμα.

»Εκείβέβαια και ο μέγας Τσιτσάνης που άρχισενα παίζει τη “Συννεφιασμένη Κυριακή”και όλα τα τραγούδια. Τότε, σε κάποιορεφρέν μπαίνω κι εγώ... Με ρωτάει οΤσιτσάνης αν ξέρω γράμματα, του λέω ότιτελειώνω το δημοτικό. Και μου γράφειμια σύσταση και μου λέει ότι ότανμεγαλώσεις να έρθεις κάτω να με βρεις.Εσφιγγα το χέρι του Τσιτσάνη κι έτρεμα.Μου΄δωσε τη σύσταση απλόχερα.

»Αργότερα,όταν ήρθα στην Αθήνα, και πήγαινα στομπαράκι των μουσικών που μαζευόμασταν,τους έλεγα με καμάρι “ότι εγώ τώρα ήμουνστο σπίτι του Τσιτσάνη κι έπινα καικαφεδάκι από τα χέρια της κυρά Ζωής, τηςγυναίκας του”. Και μάλιστα τον είχα δεινα κάνει πρόβες με έναν άλλο πολύ σπουδαίομουσικό και τραγουδιστή τον ΔημήτρηΕυσταθίου, μέρα μεσημέρι, ντάλα καλοκαίρι,Αύγουστο μήνα, ξυπόλητο!

»Στην Αθήνα ήρθα στα δέκα πέντε μου, με το λεωφορείο. Κατέβηκα στην οδό Ψαρών, στην πλατεία Καραϊσκάκη κι εκεί κοιμήθηκα το πρώτο βράδυ, μέσα στην πλατεία, που κοιμόντουσαν κι άλλοι πιτσιρικάδες. Θυμάμαι όταν είδα τα φώτα της Αθήνας, γιατί είχε φωτισμό η Αθήνα ενώ εμείς στο χωριό δεν είχαμε φώτα, απ’ τη χαρά μου δεν ήθελα ούτε να φάω.

»Το ΄71, εργαζόμουν σε ένα μαγαζί που τότε λεγόταν “Ariel”, έπειτα “9/8”. Παρ΄ότι δεν ήμουν γνωστός είχα δική μου ορχήστρα. Ελεγα τα καλύτερα λαϊκά τραγούδια της εποχής εκείνης. Κι όλος αυτός ο κόσμος που ήτανε μέσα περίμενε την ώρα που θα σκάσω μύτη στην πίστα για να χορέψουν. Ημουν εικοσιπεντάρης κι αυτοί πενηντάρηδες, σαραντάρηδες ή και εικοσάρηδες… Εκεί σκέφτηκα ότι ήρθε κι η δικιά μου η σειρά.

»Ολοιοι μεγάλοι τραγουδιστές δουλεύανε πολλάχρόνια πριν γίνουν κάποιοι, δεν έγινανμπαμ-μπαμ. Αυτοί που έγιναν γρήγορα ήτανοι ελαφρολαϊκοί που τώρα θέλουν να τουςλέμε έντεχνους. Εμάς μας λέγανε “σκύλους”-αντέξανε οι “σκύλοι” στην ιστορία τουλαϊκού τραγουδιού, τους αγάπησε ο κόσμος.Θέλει όμως πολλή δουλειά. Και όταν κάνειςδισκογραφία δική σου, εκεί σε θέλει πιοπολύ κοντά το λαϊκό τραγούδι, διαφορετικάθα φύγεις γρήγορα και θα πας για τοσπιτάκι σου. Πρέπει να είσαι δίπλα στονκόσμο, δίπλα σ’αυτή τη δουλειά πουαγαπάς και σ’αγαπάει.

»Απότότε και ως το 1980 είχα αρχίσει να τραγουδάωσε διάφορα τρίτο-δεύτερα μαγαζιά, σεταβέρνες. Είχα και πολλές προτάσεις γιανα κάνω δίσκους, είχα και ακροάσεις.Ήταν νωρίς για να γραμμοφωνίσω. Επρεπεπρώτα να έχω χαρτζιλίκι στην τσέπη μου.

»Και έρχεται μια πρόταση να πάω να τραγουδήσω δίπλα στην Άννα Χρυσάφη, σε κάποιο μαγαζί στη Βάρη, καλοκαίρι του ’80. Ο επιχειρηματίας μου έκανε όλα τα χατίρια και στο μεροκάματο και που θα μπει το όνομα μου και τι ώρα θα βγαίνω και πόσα τραγούδια θα λέω, ό,τι θέλω. Εγώ έβγαινα σ’ένα πρόγραμμα λαϊκό κι έλεγα όλα τα τραγούδια τα σέρτικα.

»ΗΆννα Χρυσάφη μόλις μ’άκουσε, μου είπενα πάω να βρω τον Ρεπάνη, τον Σούκα.“Σ’έναν χρόνο θα γίνεις φίρμα”, μουείπε.

»Μιαευκαιρία που μου δόθηκε σε ακρόαση στηνColumbiaήταν όταν με άκουσαν ο Μάκης Μάτσας καιο Απόστολος Καλδάρας. “Γιώργο να μηνχάνεσαι, γιατί μπορεί αυτή τη στιγμή ναείναι στα πάνω του το ελαφρολαϊκότραγούδι, αλλά οι καιροί γυρίζουν καιτα πράγματα αλλάζουν. Να περνάς να μαςβλέπεις”. Κι εγώ δεν πέρασα ποτέ.

»Καιανταμώνω δεύτερη φορά, το ’80, με τονΤάκη Σούκα, η πρώτη ήταν το ’76. Με ξέρανεπια κι άλλοι πολλοί, ο Ακης Πάνου, οΡεπάνης, ο Γαβαλάς -η πρώτη φωτογραφίαπου έχω είναι με τον Γαβαλά. Κι έτσιξεκινήσαμε και κάναμε τον πρώτο δίσκοτο ’81. Καπάκι μετά τον σεισμό μπήκαμεστούντιο και το Πάσχα κυκλοφόρησε. Σετρεις μήνες μέσα με έψαχναν οιεπιχειρηματίες…

»Μετον πρώτο δίσκο που έβγαλα τότε καιγνώρισε το όνομά μου ο κόσμος αμέσως μεαγκάλιασαν. Απλοί άνθρωποι πρώτα καιμετά όλοι οι μεγάλοι της εποχής, γιατίεγώ είμαι ο πιο μικρός της μεγάληςεκείνης παρέας. Αμέσως πήρα τη χαρά. Δενέχω κάτι άσχημο να θυμηθώ. Οσο για τιςτρικλοποδιές υπάρχουν σ’όλες τιςδουλειές. Αρκεί να’χεις στομάχι δυνατόκαι να’σαι τετρακοσάρης στο μυαλό, όχιδιακοσάρης. Και να λες πάμε παρακάτω.

»Δεν μπορεί κανείς να σου φράξει τον δρόμο, αν νομίζεις ότι το’χεις. Αλλά χρειάζεται να σε θυμάται ο κόσμος. Εκείνα τα χρόνια δεν ήταν εύκολο να περάσεις μέσα απ’αυτό το σχολείο. Πρέπει να έχεις κότσια και να βαστάνε. Υπήρχαν πίσω πρωτομάστορες, συνθέτες δυνατοί. Αν δεν πέρναγες απ’αυτούς να εγκρίνουνε ότι πρέπει να τραγουδήσεις, δεν γινόταν. Αλλιώς σου έλεγαν “κάνε κάποια άλλη δουλειά”.

»Στοτραγούδι πρέπει να έχεις κάτι δικό σου,δικό σου χρώμα, δικό σου τρόπο, δικό σουμονοπάτι να περάσεις. Εγώ πέρασα μ’ένατραγούδι που τέτοιο στυλ τραγουδούσανόλοι οι μεγάλοι. Από που να αρχίσω απότον Στέλιο, τον Μπιθικώτση, τον ΜανώληΑγγελόπουλο, τον Ρεπάνη, τον Στράτο.Έσκασα με το “Δεν πρέπει, δεν πρέπει”.Αμέσως με έκαναν δικό τους άνθρωπο αυτάτα θηρία. Όλοι με αγάπησαν κι ήταν όλοιτους καλοί άνθρωποι και φυσικά ο ΆκηςΠάνου. Ξεχωριστή παρτίδα.

»Καιτότε υπήρχαν παραγωγοί -οι μάνατζερ πουτους λένε τώρα. Εγώ δεν είχα. Είχα τονσυνθέτη και μου έδινε ό,τι καλύτερο είχεγια μένα εκείνη την εποχή. Τρεις συνθέτεςέζησα από κοντά -εκτός από τον Ακη Πάνου.Τον Σούκα, τον Νικολόπουλο, τον Ρεπάνη.Δεν ήταν μόνο υπέροχοι συνθέτες αλλάκαι καλοί μουσικοί. Ξέρανε να επιλέγουντα τραγούδια, βάζανε και λίγο το χεράκιτους στον στίχο, όχι σε όλους, ανάλογατον στιχουργό. Ηταν δύο φορές μουσικοίαυτοί, όχι μόνο έγραφαν τα τραγούδιααλλά ήταν και μεγάλα μαστόρια. Μπορέσανεκαι ξεφύγανε και κάνανε δικιά τουςπορεία. Ο τραγουδιστής προβάλλει τοτραγούδι αλλά και οι συνθέτες δίνουνό,τι καλύτερο και δεν πρέπει να το ξεχνάνεαυτό οι τραγουδιστές.

»Ηαγάπη του κόσμου είναι το πιο ωραίοφαγητό, το καλύτερο… Να σου πω κάτι;Ηθελε να μάθει ο Γρηγόρης ο Βαλτινός οφίλος μου που άραγε να μένει ο Μαργαρίτηςαλλά και εγώ ήθελα να μάθω που μένει οΓρηγόρης… Με είχε ρωτήσει και του είχαπει ότι τον Μαργαρίτη δεν τον ρωτάνεπου μένει… Κάποια στιγμή, δύο χρόνιαμετά, με πήρε τηλέφωνο να με ρωτήσειτελικά “που μένεις και που κοιμάσαι”…Και του λέω ότι τη μισή αγάπη αν πάρεικάποιος από την πατρίδα, από τους απλούςανθρώπους που παίρνω εγώ, από όλουςαυτούς που με αγαπάνε και με στηρίζουνόλα αυτά τα χρόνια τότε θα καταλάβειςτι εννοώ.

»Οινεότερες γενιές πρέπει να δουλέψουνπολύ για να έρθει η καθιέρωση, αν έχουντα κότσια. Και να κάνουν δικά τουςπράγματα καλά. Κάποιοι θα μείνουν, έτσιθέλω να πιστεύω.

»Όταν τραγούδησα το “Δρόμοι του πουθενά”, ήρθε μια δεύτερη καριέρα για μένα. Και μετά από οκτώ χρόνια ήρθε ο Λαυρέντης και μου έγραψε μια τραγουδάρα, το “Πεθαίνω για σένα” που κοντράρει το “Κελί 33” και πάει για δυνατή καθιέρωση. Πιο μετά ακολούθησε “Το καλύτερο μπεγλέρι”».

Γιώργος Μαργαρίτης: Η συναυλία στον Λυκαβηττό

«Τησυναυλία στον Λυκαβηττό δεν την σκέφτηκαεγώ, την σκέφτηκαν οι συνεργάτες μου.Εκείνοι βρήκαν τους συναδέλφους που μεαγαπάνε και θέλουν να έρθουν στη βραδιάαυτή. Και νομίζω ότι το πέτυχαν -είναιόλοι τους καλοί συνάδελφοι. Ο ΘέμηςΑδαμαντίδης, ο Ηλίας Βρεττός, η ΧριστίναΓαλιάτσου, η Νέλλη Γκίνη, ο ΚωνσταντίνοςΜαργαρίτης, ο Χρήστος Μενιδιάτης, ηΜαριάννα Παπαμακαρίου, ο ΔημήτρηςΣταρόβας και η μεγάλη αγαπημένη μουΠίτσα Παπαδοπούλου. Την καλλιτεχνικήεπιμέλεια και την ενορχήστρωση έχειαναλάβει ο Νίκος Στρατηγός.

»Είναι η δεύτερη φορά που κάνω συναυλία στον Λυκαβηττό, είχα ξαναπάει πριν από είκοσι χρόνια. Είναι ένας χώρος που τιμά τους καλλιτέχνες και τους καλωσορίζει.

»Τατραγούδια είναι επιλεγμένα, να ταιριάζουνστον χώρο, στο θέατρο. Αρκεί να πάρω ένατραγούδι από κάθε δίσκο μου και η βραδιάβγαίνει εις διπλούν. Εχω και καινούργιοτραγούδι, “Χαρακτήρα δεν αλλάζω”. Κιείναι αλήθεια ότι σε πολλούς από τουςστίχους των τραγουδιών μου είμαι εγώ…“Μιλάει η καρδιά” όπως λέει και ο τίτλοςτης συναυλίας ή καλύτερα ας μιλήσουνόλες οι καρδιές.

»Μετάτον Λυκαβηττό διοργανώνονται βραδιές,όπως κάθε χρόνο, και μέσα κι έξω από τηνΑθήνα. Το φθινόπωρο υπάρχει μεγάληπιθανότητα να πάω Αυστραλία και Αμερική.

»Αυτή τη στιγμή βρίσκομαι σε εντατικές πρόβες. Με την ορχήστρα μου θα φέρουμε βόλτα την Ελλάδα. Αλλά όλα αυτά θέλουν πολλή δουλειά και δουλεύονται καθημερινά. Τον τελευταίο καιρό δεν με έχει δει ο καθρέφτης μου, δεν μπορώ να δω τον Μαργαρίτη, τρέχω συνέχεια…»

Η συναυλία του Γιώργου Μαργαρίτη «Ας μιλήσει η καρδιά» στο θέατρο Λυκαβηττού θα γίνει την Δευτέρα 16 Ιουνίου



Διαβάστε περισσότερα στο bovary.gr

Keywords
καλοκαιρι, τρικαλα, θες, θεσσαλονικη, ανιψιός, πασχα, αθηνα, καμάρι, ακης, στυλ, προβάλλει, θεατρο, ελλαδα, παγκόσμια ημέρα της γυναίκας 2012, αλλαγη ωρας, Πρώτη ημέρα του Καλοκαιριού, στρατος, λακης γαβαλας, Καλή Χρονιά, λουτσιο νταλα, πασχα 2012, αλλαγη ωρας 2013, γιωργος αγγελοπουλος, ητανε μια φορα, αυστραλια, δουλεια, καριερα, κηφισια, ονοματα, προγραμμα, τηλεφωνο, τραγουδια, τυχη, ωρα, αγαπη, ακης, ακορντεον, αμερικη, ανιψιός, αναμνησεις, αννα, βραδυ, γαβαλας, γινει, γινεται, γρηγορης, δευτερα, δικη, δοθηκε, ευκολο, υπαρχει, εποχη, ερχεται, τεχνη, ζωης, ιδιο, εικοσι, υπηρχαν, θειο, θες, καημος, κλιμα, λεωφορειο, μεθωνη, μηνες, μπαμ, μυαλο, μυτη, νελλη, καμάρι, προβάλλει, οικογενεια, οκτω, ονομα, παιδια, παμε, πρωι, συνεχεια, σειρα, σπιτι, στυλ, σχεδια, σχολειο, φυσικα, φθινοπωρο, φορμα, φορα, χερι, χρηστος, χρωμα, χαρα, φιλοι, ηρθα, καρδιες, καρδια, ορχηστρα, θειος, βρεττος, ωραιο, χερια
Τυχαία Θέματα