Ξεχάσαμε το ανθρώπινο κεφάλαιο - Άρθρο του Α. Χ. Παπανδρόπουλου

Ένα από τα πιο σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα, και όχι μόνον αυτή, είναι αυτό της έλλειψης ανθρώπινου κεφαλαίου και συναφών δεξιοτήτων, σε μια κρίσιμη εποχή για την ανάπτυξη και τον παραγωγικό μετασχηματισμό.

Tο ότι δημόσιο και ιδιωτικό χρέος ξεπέρασαν για καλά πλέον τα 600 δισ. ευρώ, ήτοι τα 60.000 ευρώ ανά Έλληνα, όταν το εθνικό κατά κεφαλήν εισόδημα είναι τρεις φορές

χαμηλότερο, δεν φαίνεται να απασχολεί πολύ πολίτες και πολιτικούς αυτής της χώρας. Το ίδιο ισχύει και με την προοπτική η Ελλάδα του 2050 να είναι με κάτω από 10 εκατομμύρια κατοίκους μέσης ηλικίας, όχι πολύ μακριά από τα 54 χρόνια. Μόλις πριν από λίγες ημέρες σε κάποια μέσα μαζικής επικοινωνίας άρχισε να γίνεται λόγος για την πληθυσμιακή εξαφάνιση της χώρας μετά από 240 χρόνια, πλην όμως το θέμα δεν προκάλεσε ιδιαίτερη αίσθηση.

Κανείς δεν ανησυχεί επίσης, πλην κάποιων επιχειρήσεων, για το κραυγαλέο πλέον έλλειμμα ανθρώπινου κεφαλαίου, το οποίο καλύπτει το σύνολο της κοινωνικής πυραμίδας. Με άλλα λόγια, η χώρα χρειάζεται χαμηλής, μεσαίας και υψηλής εξειδίκευσης ανθρώπινο δυναμικό, το οποίο δεν υπάρχει. Σίγουρα δε το έλλειμμα αυτό δεν το καλύπτουν σε καμιά περίπτωση τα κύματα μουσουλμάνων και ισλαμιστών που μετακινούνται από χώρες οι οποίες κατέχουν πρωτεία βίας, διαφθοράς, μίσους, φανατισμού και απεριόριστης… βλακείας.

Υπό αυτές τις συνθήκες, η Ελλάδα, παρά τις επενδυτικές βαθμίδες και τα Ταμεία Ανάκαμψης, χωρίς το απαραίτητο ανθρώπινο κεφάλαιο σε συγκεκριμένους τομείς και ιδιαίτερα σε αυτούς της έρευνας και ανάπτυξης, όσο χρήμα και αν δεχτεί, θα πάει χαμένο από παραγωγικής πλευράς. Μέσα σε αυτό το όχι ιδιαίτερα συναρπαστικό περιβάλλον, δύο έγκριτοι Έλληνες οικονομολόγοι, ο Δημήτρης και ο Χρήστος Ιωάννου, σε τελευταία άρθρα τους, επισημαίνουν το σημαντικό αυτό πρόβλημα και γράφουν: «Στην τρέχουσα και στις επόμενες δεκαετίες η μεγαλύτερη πρόκληση για την Ελλάδα είναι η οικονομική ανάπτυξή της σε συνθήκες μείωσης του πληθυσμού, εφόσον η δημογραφική κάμψη και η συνεπαγόμενη γήρανση είναι δεδομένα που υπάρχουν και δεν μπορούν να αντιστραφούν μεσοπρόθεσμα. Όταν όμως έχεις έναν πληθυσμό που μειώνεται αλλά και που, ταυτόχρονα, ένα όλο και μικρότερο ποσοστό του εργάζεται, εάν ταυτοχρόνως έχεις ως στόχο την ανάπτυξη, υπάρχει ένας μόνο τρόπος για να το πετύχεις: οι όλο και πιο λίγοι που εργάζονται να γίνονται όλο και πιο παραγωγικοί και η αύξηση της παραγωγικότητάς τους να αντισταθμίζει και να υπερκεράζει την τάση για μείωση της παραγωγής, που προκύπτει από τη μείωση του αριθμού τους. Τέτοια, λοιπόν, θα έπρεπε να είναι η κατεύθυνση που ακολουθεί η Ελλάδα. Πλην όμως, όχι μόνο δεν συμβαίνει αυτό, αλλά η πορεία της, επί του παρόντος, είναι ακριβώς αντίστροφη. Ο πιο ασφαλής, ίσως, δείκτης για τη δυνητική και πραγματική παραγωγικότητα μιας οικονομίας είναι το ποσοστό των εργαζομένων «υψηλής ειδίκευσης», δηλαδή μεγάλης παραγωγικότητας».

Στο επίπεδο αυτό όμως, στην Ε.Ε. η θέση της Ελλάδας είναι χαμηλή, γεγονός που έχει και άλλες παρενέργειες - τόσο κοινωνικού όσο και πολιτιστικού περιεχομένου. Πιο αναλυτικά, στη δεκαετία 2012-2023, η Ελλάδα αύξησε μόλις κατά μία ποσοστιαία μονάδα το μερίδιο των θέσεων απασχόλησης υψηλής ειδίκευσης/υψηλών δεξιοτήτων (από 31% σε 32%) και κατά 0,67 χιλ. ευρώ το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε σταθερές τιμές 2010. Κατέχει έτσι την (τελευταία) 27η και την 25η θέση στις σχετικές κατατάξεις μεταξύ των χωρών της E.E. Η δε ελάχιστη βελτίωσή της είναι προϊόν της διετίας 2020-2023.

Μήπως τα παραπάνω στοιχεία θα έπρεπε να προβληματίσουν την κυβέρνηση πολύ περισσότερο από τετριμμένες οικονομικές θεωρήσεις;

Keywords
Αναζητήσεις
xechasame-to-anthropino-kefalaio---arthro-tou-a-ch-papandropoulou.htm
Τυχαία Θέματα