Η έκθεση της Επιστημονικής Υπηρεσίας για το πολυνομοσχέδιο



ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ
«Διατάξεις για την ολοκλήρωση της Συμφωνίας Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2019-2022 και λοιπές διατάξεις»

Ι. Γενικά

Το υπό συζήτηση και ψήφιση νομοσχέδιο, το οποίο χαρακτηρίσθηκε από την Κυβέρνηση ως επείγον, αποτελείται, όπως διαμορφώθηκε κατά την επεξεργασία του από τις Διαρκείς Επιτροπές Οικονομικών Υποθέσεων, Παραγωγής και Εμπορίου, Κοινωνικών Υποθέσεων, Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης από 126 άρθρα, διαρθρώνεται

δε σε δεκατρία (13) Τμήματα.

Το Τμήμα Α΄ (άρθρα 1-14) περιλαμβάνει διατάξεις του Υπουργείου Εσωτερικών. Ειδικότερα, ιδρύεται νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου υπό την επωνυμία «Φορέας Διαχείρισης Κοινοχρήστων εντός του Μητροπολιτικού Πόλου Ελληνικού-Αγίου Κοσμά», και ρυθμίζονται ζητήματα σχετικά με τη φύση, τις αρμοδιότητες, τα όργανα και τη λειτουργία του.

Με το Τμήμα Β΄ (άρθρα 15-22) ρυθμίζονται ζητήματα αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Μεταξύ άλλων, προτείνονται ρυθμίσεις για τη μεσολάβηση και διαιτησία των συλλογικών εργατικών διαφορών (άρθρο 15), ορίζεται σε πέντε (5) έτη, από τρία (3) που είναι σήμερα, η διάρκεια της θητείας των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (άρθρο 16), επεκτείνεται σταδιακώς σε όλη την επικράτεια η διοικητική ηλεκτρονική διαδικασία απονομής παροχών προνοίας σε χρήμα σε άτομα με αναπηρία (άρθρο 17), τροποποιούνται διατάξεις του ν. 4498/2017 που αφορούν στον κλάδο επικουρικής ασφάλισης του Ενιαίου Δημοσιογραφικού Οργανισμού Επικουρικής Ασφάλισης Περίθαλψης (άρθρα 19-20), και συμπληρώνονται διατάξεις του άρθρου 235 του ν. 4389/2016 ως προς την εφαρμογή του προγράμματος «Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης» (άρθρο 22).

Το Τμήμα Γ΄ (άρθρα 23-24) περιλαμβάνει διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Συγκεκριμένως, συμπληρώνεται το άρθρο 966 παρ. 2 ΚΠολΔ ως προς τους δικονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται επί της αίτησης την οποία προβλέπει η εν λόγω διάταξη (περί διενέργειας νέου πλειστηριασμού με την ίδια ή κατώτερη τιμή πρώτης προσφοράς ή περί ελεύθερης πώλησης του πράγματος σε εκείνον υπέρ του οποίου έγινε η εκτέλεση) (άρθρο 23), και παρέχεται η δυνατότητα στον οφειλέτη που έχει καταχωρισθεί στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο και στα Μητρώα Πτωχεύσεων συμφώνως προς το άρθρο 3 παρ. 4 του ν. 3588/2007 «Πτωχευτικός Κώδικας» να χαρακτηρισθεί δικαστικώς ως «συγγνωστός οφειλέτης» (άρθρο 24).

Με το Τμήμα Δ΄ (άρθρα 25-33), μεταξύ άλλων, ο μηχανισμός αυτόματης επιστροφής (clawback) του άρθρου 11 του ν. 4052/2012 και του άρθρου 100 του ν. 4172/2013 επεκτείνεται και στα έτη 2019-2022 (άρθρο 25), προτείνονται κίνητρα για την αύξηση του ποσοστού διείσδυσης των γενόσημων φαρμάκων στην ελληνική αγορά (άρθρο 26), ρυθμίζονται ζητήματα για τα οπτικά-γυαλιά οράσεως και τις υπηρεσίες ειδικής αγωγής (άρθρο 27), προβλέπεται, εφεξής, αυτοδίκαιος συμψηφισμός εκ μέρους του ΕΟΠΥΥ του υπερβάλλοντος ποσού της μηνιαίας φαρμακευτικής δαπάνης των Κατόχων Άδειας Κυκλοφορίας (ΚΑΚ) φαρμακευτικών προϊόντων με οφειλές του ιδίου προς τους ΚΑΚ από την προμήθεια φαρμακευτικών ιδιοσκευασμάτων για τις ανάγκες των φαρμακείων του (άρθρο 30), δημιουργείται και τηρείται στον ΕΟΠΥΥ ηλεκτρονικός φάκελος δαπάνης ασφάλισης υγείας δικαιούχου (άρθρο 32) και παρέχεται η δυνατότητα υποβολής ηλεκτρονικώς, στο πληροφοριακό σύστημα του ΕΟΠΥΥ, των απαιτούμενων δικαιολογητικών βάσει των οποίων εκκαθαρίζονται και διατάσσονται προς πληρωμή δαπάνες των ιδιωτών παρόχων υγείας του ΕΟΠΥΥ (άρθρο 33).

Το Τμήμα Ε΄ (άρθρα 34-39) περιλαμβάνει διατάξεις του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού σχετικώς με την ρύθμιση του καθεστώτος ενιαίας τιμής λιανικής πώλησης των βιβλίων. Μεταξύ άλλων, επιβάλλεται σε κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εκδίδει βιβλία στην Ελλάδα να καθορίζει την τιμή διάθεσής τους στο κοινό και, παραλλήλως, απαγορεύεται στα ίδια πρόσωπα και σε τρίτους να πωλούν τα βιβλία αυτά σε τιμή ανώτερη της τιμής που καθορίστηκε ή με έκπτωση μεγαλύτερη του 10% επί της τιμής αυτής.

Με τις διατάξεις του Τμήματος ΣΤ΄ (άρθρα 40-42) ορίζεται, ιδίως, ότι η χρέωση που επιβάλλεται σε κάθε εκπρόσωπο φορτίου για το σύνολο της ενέργειας που απορροφά στη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας ισχύει για τα έτη 2016 μέχρι και 2020, και ορίζονται τα ποσοστά της, προσδιορίζεται για τα έτη 2019 και 2020 το ποσό της πίστωσης που καλύπτει το κόστος παροχής Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας από τον κρατικό προϋπολογισμό, ενώ για το 2018 δεν προβλέπεται καμία πίστωση και αναπροσαρμόζονται τα ποσοστά ηλεκτρικής ενέργειας προς δημοπράτηση (άρθρα 40-42).

Με τις διατάξεις του Τμήματος Ζ΄ (άρθρο 43) καταργείται το ελάχιστο όριο διάρκειας της σύμβασης ναύλωσης για την εκμετάλλευση πλοίου αναψυχής, η οποία, υπό το ισχύον καθεστώς, δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δώδεκα ωρών.

Το Τμήμα Η΄ (άρθρο 44) περιλαμβάνει διατάξεις του Υπουργείου Τουρισμού.

Το Τμήμα Θ΄ (άρθρα 45-79) περιλαμβάνει τέσσερα Κεφάλαια με διατάξεις του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης.

Συγκεκριμένως, με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Α΄ (άρθρα 45-55) τροποποιούνται και συμπληρώνονται διατάξεις του ν. 4469/2017 περί του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών. Ειδικότερα, μεταξύ άλλων, επεκτείνεται η δυνατότητα υπαγωγής στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης χρηματικών οφειλών και στις οφειλές προς το Δημόσιο και υπέρ τρίτων πιστωτών που έχουν βεβαιωθεί μέχρι την 31.12.2017, ενώ ως προς τις οφειλές προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης (Φ.Κ.Α.) προβλέπεται ότι μπορούν να υπαχθούν στην ως άνω διαδικασία όσες γεννήθηκαν έως την 31η Δεκεμβρίου 2017 ή ανάγονται σε χρόνο έως την 31η Δεκεμβρίου 2017, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα (άρθρο 45), προβλέπεται ότι εάν δύο ή περισσότεροι πιστωτές έχουν ακριβώς ίσες απαιτήσεις και οι απαιτήσεις τους, αθροιζόμενες με τις μικρότερες απαιτήσεις, υπερβαίνουν το 15% του συνολικού χρέους ή το ποσό των 20 εκατ. ευρώ, τότε οι πιστωτές αυτοί συμμετέχουν στη διαδικασία για το σύνολο των απαιτήσεών τους και δεσμεύονται από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών (άρθρο 46), ρυθμίζονται θέματα οφειλών ομόρρυθμων εταίρων ομόρρυθμής ή ετερόρρυθμης εταιρείας (άρθρο 47), ορίζεται ότι το ύψος της αμοιβής του συντονιστή της διαδικασίας υπαγωγής οφειλετών στον εξωδικαστικό μηχανισμό καθορίζεται εφεξής με απόφαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, δύναται δε να κλιμακώνεται αναλόγως προς την κατηγοριοποίηση του οφειλέτη ως μικρής ή μεγάλης επιχείρησης (άρθρο 51), επιμηκύνεται σε 90 – από 70 ημέρες, που είναι η ισχύουσα ρύθμιση – το χρονικό διάστημα αυτοδίκαιης αναστολής της αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του οφειλέτη για την ικανοποίηση των απαιτήσεων των οποίων ζητείται η εξωδικαστική ρύθμιση, κατά το οποίο αναστέλλεται, μάλιστα, και κάθε διοικητικό μέτρο, το οποίο επιβάλλεται, αυτοδικαίως ή με πράξη της Διοίκησης, ως συνέπεια της μη εξόφλησης υποχρεώσεων, των οποίων ζητείται η ρύθμιση, και το οποίο συνεπάγεται την αναστολή λειτουργίας της επιχείρησης (άρθρο 52), καθορίζεται εκ νέου η συμμετοχή του Δημοσίου και των Φ.Κ.Α. στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης χρηματικών οφειλών (άρθρο 53), και ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα της ηλεκτρονικής πλατφόρμας εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών (άρθρο 54).

Διά των διατάξεων του Κεφαλαίου Β΄ (άρθρα 56-68) προτείνονται τροποποιήσεις του ν. 3869/2010 σχετικώς με τη ρύθμιση υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων. Μεταξύ άλλων, ορίζεται ότι η αποδοχή υπερχρεωμένης κληρονομιάς δεν συνεπάγεται άνευ άλλου τινός ότι οι νόμιμοι μεριδούχοι έχουν δολίως περιέλθει σε αδυναμία πληρωμής (άρθρο 56), και εισάγεται υποχρέωση του οφειλέτη, να παραιτηθεί του προστατευτικού μανδύα του τραπεζικού απορρήτου ως προς τις κινήσεις των τραπεζικών του λογαριασμών (άρθρο 58).

Διά των διατάξεων του Κεφαλαίου Γ΄ (άρθρο 69) προτείνονται τροποποιήσεις του ν. του ν. 4354/2015 ως προς τη διαχείριση μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Τέλος, με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Δ΄ (άρθρα 70-79) τροποποιούνται, μεταξύ άλλων, διατάξεις του ν. 3325/ 2005 όσον αφορά τη συνέχιση δραστηριοτήτων σε περίπτωση μεταβολής της χρήσης για τους συγκεκριμένους χώρους (Υποκεφάλαιο Α΄, άρθρο 70), τροποποιούνται διατάξεις του ν. 4442/2016 που αφορούν τη λειτουργία μεταποιητικών και συναφών δραστηριοτήτων, τους όρους γνωστοποίησης της λειτουργίας για μεταποιητικές και συναφείς δραστηριότητες, δραστηριότητες συσκευασίας και λοιπές δραστηριότητες που ρυθμίζονται από τα άρθρα 17 έως και 40 του ν. 3982/2011, διαφοροποιούνται οι δραστηριότητες μέσης και υψηλής όχλησης για την εγκατάσταση ή την επέκταση ή τον εκσυγχρονισμό των οποίων απαιτείται έγκριση λειτουργίας, επαναπροσδιορίζονται οι κυρώσεις για παράλειψη γνωστοποίησης λειτουργίας και παράβαση των όρων λειτουργίας των ανωτέρω δραστηριοτήτων, εισάγεται διάταξη για την εγκατάσταση εφεδρικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής, και ορίζεται το πλαίσιο εγκατάστασης έργων και δραστηριοτήτων συστημάτων περιβαλλοντικών υποδομών (Υποκεφάλαιο Β΄, άρθρα 71-79).

Το Τμήμα Ι΄ (άρθρα 80-119) αποτελείται από πέντε Κεφάλαια και περιλαμβάνει διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών.

Με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Α΄ (άρθρα 80-90) τροποποιούνται, ιδίως, διατάξεις του δημόσιου λογιστικού (ν. 4270/2014) για τον Ενιαίο Λογαριασμό Θησαυροφυλακίου (άρθρο 80) και τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (άρθρο 85), καθώς και διατάξεις του ν. 2469/1997 για το Κοινό Κεφάλαιο των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και ασφαλιστικών φορέων (Κ.Κ.Ν.Π.Δ.Δ. και Α.Φ.), το οποίο διαχειρίζεται η Τράπεζα της Ελλάδος (άρθρο 81), και του π.δ.142/2017 (Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών), άρθρα 86 έως 88).

Με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Β΄ (άρθρα 91-108) ρυθμίζονται ζητήματα παροχής της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου προς χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και οργανισμούς δημοσίου δικαίου για τη χορήγηση δανείων, εγγυητικών επιστολών, αντεγγυήσεων, πιστώσεων και άλλων χρηματοδοτικών μέσων και, συγκεκριμένως, ζητήματα που αφορούν στο εφαρμοστέο δίκαιο, την προμήθεια ασφάλειας υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, τις ασφάλειες που μπορεί να χορηγούνται υπέρ του Δημοσίου για την παροχή εγγύησης, τα αρμόδια όργανα για την παροχή της εγγύησης (Διυπουργική Επιτροπή, Επιτροπή για την παροχή εγγυήσεων του Ελληνικού Δημοσίου, Συμβούλιο Διαχείρισης και Αξιολόγησης της εγγυητικής ευθύνης του Ελληνικού Δημοσίου), τη διαδικασία παροχής των εγγυήσεων και τη διαχείρισή τους, το ετήσιο όριο εγγυήσεων, καθώς και την ενημέρωση του Δημοσίου από τα πιστωτικά ιδρύματα και τους χρηματοδοτικούς οργανισμούς προς τους οποίους έχει παρασχεθεί η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.

Με το Κεφάλαιο Γ΄ (άρθρο 109) παρέχονται οι αναγκαίες εξουσιοδοτήσεις για την υπογραφή της σύμβασης προσχώρησης (της Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε.) και τροποποίησης της από 19.8.2015 Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, και της Ελληνικής Δημοκρατίας, της Τράπεζας της Ελλάδος και του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.

Το Κεφάλαιο Δ΄ (άρθρα 110-118) περιλαμβάνει λοιπές διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών και, μεταξύ άλλων, τροποποιήσεις στον Εθνικό Τελωνειακό Κώδικα (ν. 2960/2001), στον Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ν. 2859/2000), στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013) και στον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013).

Τέλος, με το Κεφάλαιο Ε΄ (άρθρο 119) εγκρίνεται το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2019-2022, το οποίο επισυνάπτεται ως Παράρτημα στο νομοθέτημα.

Το Τμήμα ΙΑ΄ (άρθρα 120-121) περιλαμβάνει διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης και, συγκεκριμένως, ρυθμίσεις ζητημάτων κάλυψης των δαπανών μισθοδοσίας των υπαλλήλων που μετατάσσονται ή αποσπώνται από φορείς εντός Γενικής Κυβέρνησης, καθώς και ζητημάτων αξιολόγησης δημοσίων υπαλλήλων και επιλογής προϊσταμένων.

Το Τμήμα ΙΒ΄ (άρθρα 122-125) περιλαμβάνει, ιδίως, ζητήματα χρηματοδότησης του ΚΕ.ΕΛ.Π.ΝΟ. για την κάλυψη των υγειονομικών αναγκών των προσφύγων και των μεταναστών (άρθρο 123), καθώς και ζητήματα προγραμμάτων ηλεκτρονικών δημοπρασιών ποσοτήτων φυσικού αερίου (άρθρο 125).

Τέλος, με το Τμήμα ΙΓ΄ (άρθρο 126) ορίζεται η έναρξη ισχύος των διατάξεων του νομοθετήματος.

ΙΙ. Παρατηρήσεις επί των άρθρων

1. Επί του άρθρου 1

Με τις διατάξεις του άρθρου 1 ιδρύεται νομικό πρόσωπο υπό την επωνυμία «Φορέας Διαχείρισης Κοινοχρήστων εντός του Μητροπολιτικού Πόλου Ελληνικού – Αγίου Κοσμά» (στο εξής, Φορέας Διαχείρισης Κοινοχρήστων).

α. Η διά νόμου σύσταση του εν λόγω νομικού προσώπου συνιστά πλήρωση αναβλητικής αίρεσης για την ολοκλήρωση της αγοραπωλησίας μετοχών που είχε συμφωνηθεί στην από 14.11.2014 Σύμβαση Αγοραπωλησίας Μετοχών και την από 19.7.2016 Τροποποιητική Σύμβαση μεταξύ: (α) της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε.» («ΤΑΙΠΕΔ»), ως πωλήτριας των μετοχών, (β) της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Hellinikon Global I S.A.», ως αγοράστριας των μετοχών, και (γ) της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Lamda Development Ανώνυμη Εταιρεία Συμμετοχών και Αξιοποίησης Ακινήτων», ως εγγυήτριας της αγοράστριας εταιρείας. Οι ως άνω συμβάσεις κυρώθηκαν διά του ν. 4422/2016.

Επισημαίνεται συναφώς ότι ο Φορέας Διαχείρισης Κοινοχρήστων συνιστά, συμφώνως προς την παρ. 1 εδάφ. α΄ του εν λόγω άρθρου, νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου που ανήκει στο Κράτος (κατά την έννοια του άρθρου 14 παρ. 1 στοιχ. η΄ του ν. 2190/1994), έχει «κοινωφελή και μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα και λειτουργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος», τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργού Εσωτερικών, και διαθέτει αρμοδιότητες δημόσιας αρχής. Ο Φορέας Διαχείρισης Κοινοχρήστων λαμβάνει, εξ άλλου, «επαρκή χρηματοδότηση από το Υπουργείο Οικονομικών για την υλοποίηση του σκοπού του» (β. άρθρο 11 στοιχ. α΄ του νομοσχεδίου), διαθέτει περιουσιακή και διοικητική αυτοτέλεια, το δε διοικητικό συμβούλιό του συγκροτείται διά κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών και αποτελείται από πρόσωπα που υποδεικνύονται από τους καθοριζόμενους στο άρθρο 4 του νομοσχεδίου ΟΤΑ και Υπουργούς, ένα δε μέλος ορίζεται από τη Διοίκηση της εταιρείας «Ελληνικό Α.Ε». Το κανονιστικό πλαίσιο λειτουργίας του Φορέα περιλαμβάνει, συμφώνως προς το άρθρο 1 παρ. 3 του νομοσχεδίου, τις διατάξεις της ως άνω κυρωθείσας από 14.11.2014 Σύμβασης, τις σχετικές διοικητικές πράξεις που τυχόν εκδοθούν, τις ρυθμίσεις των Οργανισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας και Εσωτερικού Οργανισμού Λειτουργίας που θα εκδοθούν, καθώς και τις διατάξεις του ν. 4449/2017 και τις διατάξεις του Κώδικα διοικητικής Διαδικασίας.

β. Με την παρ. 2 του άρθρου 1 ορίζεται ότι τόσο ο Οργανισμός Εσωτερικής Υπηρεσίας όσο και ο Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας (ή Κανονισμός Εσωτερικής Λειτουργίας) εγκρίνονται διά Κοινής Υπουργικής Απόφασης, ο μεν πρώτος, των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, ο δε δεύτερος, των Υπουργών Οικονομικών και Εσωτερικών.
Συμφώνως προς το άρθρο 8 παρ. 1 του νομοσχεδίου, ο Οργανισμός Εσωτερικής Υπηρεσίας καθορίζει τις θέσεις του αναγκαίου προσωπικού για την άσκηση των αρμοδιοτήτων και των λειτουργιών του φορέα, περιλαμβάνει, ιδίως, τη σύσταση υπηρεσίας «διοικητικού-οικονομικού-νομικού» και τεχνικής υπηρεσίας, καθώς και εξειδίκευση των «απαιτούμεν[ων] θέσε[ων] προσωπικού για τη λειτουργία και την εκπλήρωση των καθηκόντων του Φορέα και του προσωπικού καθώς και τ[ων] απαιτούμεν[ων] προσόντ[ων] για την κάλυψη κάθε θέσης σε κάθε κλάδο και ειδικότητα».

Συμφώνως προς το άρθρο 8 παρ. 2 του νομοσχεδίου, ο Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας (ή Κανονισμός Εσωτερικής Λειτουργίας) ρυθμίζει τα ζητήματα «καθημερινής λειτουργίας του Φορέα και του προσωπικού καθώς και κάθε άλλη απαραίτητη λεπτομέρεια για τη λειτουργία του».

Ως προς τις προτεινόμενες ρυθμίσεις επισημαίνεται ότι, συμφώνως προς τις διατάξεις του άρθρου 43 παρ. 2 του Συντάγματος, για να είναι συνταγματικώς επιτρεπτή η νομοθετική εξουσιοδότηση, πρέπει να είναι ειδική και ορισμένη (βλ., ενδεικτικώς, ΣτΕ 1394/1997, 2574/2009). Η εξουσιοδότηση είναι ειδική όταν περιλαμβάνει συγκεκριμένο αριθμό θεμάτων τα οποία πρέπει ή μπορούν να ρυθμισθούν με τις κανονιστικές πράξεις που θα εκδοθούν (ΣτΕ 2309/1992), και ορισμένη, όταν υπάρχουν επαρκή κριτήρια, γενικές αρχές ή κατευθύνσεις που καθορίζουν το πλαίσιο της ρύθμισης των θεμάτων τα ο¬ποία αφορά (ΣτΕ 2304/1995), είναι δε αντισυνταγματική όταν κρίνεται ως γενική και αόριστη (ΣτΕ 4203/1995).

Σχετικώς παρατηρείται ότι «με τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 43 του Συντάγματος παρέχεται στον κοινό νομοθέτη το δικαίωμα να μεταβιβάζει την αρμοδιότητα προς θέσπιση κανόνων δικαίου στην εκτελεστική εξουσία. Τίθεται δε ο κανόνας (εδάφιο πρώτο) ότι η νομοθετική εξουσιοδότηση παρέχεται προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ως αρχηγό της εκτελεστικής εξουσίας, ο οποίος ασκεί τη μεταβιβαζόμενη αρμοδιότητα με την έκδοση προεδρικών διαταγμάτων. Περαιτέρω, συμφώνως προς το εδ. β’ της παρ. 2 του άρθρου 43 του Συντάγματος, επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση, να ορισθούν ως φορείς άσκησης κανονιστικής αρμοδιότητας, εκτός από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, και άλλα όργανα, εφόσον πρόκειται για «ειδικότερα θέματα ή θέματα με τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό» (ΣτΕ [Ολ] 1210/2010).
«Τέτοια δε ειδικότερα θέματα είναι εκείνα, τα οποία αποτελούν, κατά το περιεχόμενό τους και σε σχέση προς την ουσιαστική ρύθμιση που περιέχεται στο νομοθετικό κείμενο, μερικότερη περίπτωση ορισμένου θέματος, που αποτελεί το αντικείμενο της εν λόγω νομοθετικής ρυθμίσεως» (βλ. ΣτΕ [Ολ] 1776/2007). «Απαιτείται, επομένως, στην περίπτωση αυτή, να περιέχει το νομοθετικό κείμενο όχι απλώς τον καθ’ ύλη προσδιορισμό του αντικειμένου της εξουσιοδότησης, αλλά, επί πλέον, και την ουσιαστική ρύθμισή του, έστω και σε γενικό, ορισμένο, όμως, πλαίσιο, σύμφωνα προς το οποίο θα ενεργήσει η Διοίκηση προκειμένου να ρυθμίσει τα μερικότερα θέματα. Οι ανωτέρω ουσιαστικές ρυθμίσεις μπορούν να υπάρχουν τόσο στις διατάξεις του εξουσιοδοτικού νόμου όσο και σε διατάξεις άλλων νόμων σχετικών με τα θέματα που αποτελούν αντικείμενο της νομοθετικής εξουσιοδότησης (…)» (ΣτΕ [Ολ] 1210/2010). Το κριτήριο περί του χαρακτηρισμού ενός θέματος ως «ειδικότερου» ή μη μπορεί να είναι είτε ποσοτικό, σε σχέση με το κύριο αντικείμενο της νομοθετικής ρύθμισης, είτε ποιοτικό, συναρτώμενο προς τη σπουδαιότητα του προς ρύθμιση καταλειπόμενου ζητήματος.

Λεπτομερειακό είναι το ζήτημα που αφορά στη θέσπιση όλως δευτερευουσών και επουσιωδών ρυθμίσεων, ενώ οι κύριες και ουσιώδεις ρυθμίσεις πρέπει να έχουν τεθεί από τον ίδιο τον νομοθέτη (ΣτΕ 2820/1999, 2967/1999).

Τεχνικού χαρακτήρα είναι το θέμα που αφορά στη θέσπιση ρύθμισης για την οποία απαιτείται παρέμβαση αρμόδιου τεχνικού οργάνου (ΣτΕ 2820/1999, 2967/1999).

Υπό το φως των ανωτέρω, σκόπιμο θα ήταν οι προτεινόμενες διατάξεις να μην περιέχουν απλώς τον καθ' ύλην προσδιορισμό του αντικειμένου της εξουσιοδότησης, αλλά επιπλέον και την ουσιαστική ρύθμισή του, έστω σε γενικό, ορισμένο, όμως, πλαίσιο, συμφώνως προς το οποίο θα ενεργήσει η Διοίκηση, προκειμένου να ρυθμίσει τα επιμέρους θέματα (πρβλ. ΟλΣτΕ 1210/2010, ΣτΕ 2536/2011, ΣτΕ 3285/2011).
Σε διαφορετική περίπτωση, δημιουργείται προβληματισμός ως προς το αν η εν λόγω εξουσιοδότηση προς έκδοση υπουργικής απόφασης ανταποκρίνεται στα κριτήρια του άρθρου 43 παρ. 2 εδάφ. β΄ του Συντάγματος, και αν, συνεπώς, η ρύθμιση των σχετικών ζητημάτων πρέπει να περιληφθεί σε προεδρικό διάταγμα, και όχι σε υπουργική απόφαση.

2. Επί του άρθρου 15

Με την υπό ψήφιση διάταξη προτείνονται τροποποιήσεις της διαδικασίας επίλυσης συλλογικών διαφορών εργασίας.

α. Επί της πρώτης και της τέταρτης παραγράφου του άρθρου 15.

Υπό το ισχύον νομοθετικό καθεστώς (άρθρο 15 παρ. 4 του ν. 1876/1990), ο μεσολαβητής προκειμένου να επιλύσει τη διαφορά και να υποβάλει, ενδεχομένως, την πρότασή του, «εξετάζει την οικονομική κατάσταση και εξέλιξη της ανταγωνιστικότητας της παραγωγικής δραστηριότητας στην οποία αναφέρεται η συλλογική διαφορά». Αντίστοιχη είναι η ρύθμιση της παραγράφου 5 του άρθρου 16, η οποία αφορά τα στοιχεία τα οποία πρέπει να λάβει υπόψη του ο διαιτητής, προκειμένου να εκδώσει την απόφασή του.

Με την προτεινόμενη διάταξη προστίθεται στις ανωτέρω διατάξεις του ν. 1876/1990 και «η εξέλιξη της αγοραστικής δύναμης του μισθού», ως στοιχείο το οποίο πρέπει υποχρεωτικώς να λαμβάνεται υπόψη από τον μεσολαβητή και τον διαιτητή, προκειμένου, αντιστοίχως, να υποβάλουν την πρόταση ή να εκδώσουν τη διαιτητική απόφαση.

β. Επί της δεύτερης παραγράφου του άρθρου 15.

Αν τα μέρη δεν καταλήξουν σε συμφωνία κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για τη σύναψη συλλογικής σύμβασης εργασίας, τότε είναι δυνατή η προσφυγή στη μεσολάβηση. Μεσολάβηση είναι η διαδικασία η οποία προβλέπει, προκειμένου να επιλυθεί μια συλλογική διαφορά εργασίας, την παρέμβαση τρίτου, ο οποίος αναλαμβάνει να διατυπώσει στα μέρη πρόταση για την επίλυσή της.

Η υποβολή μιας μη δεσμευτικής φύσης πρότασης εκ μέρους του μεσολαβητή, εφόσον βεβαίως δεν έχει επιτευχθεί συμφωνία κατά τη διάρκεια της μεσολάβησης, αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμά της. Υπό το αρχικό καθεστώς του ν. 1876/1990 προβλεπόταν ότι ο μεσολαβητής έχει δικαίωμα -και όχι υποχρέωση να υποβάλει πρόταση (αντίθετη η ΕφΑθ 8222/2006, ΕΕργΔ 2007, σελ. 99). Σε αυτό το πλαίσιο είχε υποστηριχθεί ότι η εν λόγω ρύθμιση αποτελούσε παράγοντα ισορροπίας του όλου συστήματος, εφόσον παραχωρούσε τη δυνατότητα στο μεσολαβητή να μην υποβάλει πρόταση, διακόπτοντας την όλη διαδικασία (βλ. Κ. Παπαδημητρίου, Συλλογικές διαφορές και επίλυση διαφορών εργασίας, τ. Α, Η επίλυση των συλλογικών διαφορών εργασίας, 1992, σελ. 108, Ι. Κουκιάδη, Εργατικό Δίκαιο, Συλλογικές εργασιακές σχέσεις, 2017, σελ. 724). Μπορούσε, έτσι, να χρησιμοποιήσει αυτή την ευχέρεια ως μέσο πίεσης για την επίτευξη συμφωνίας ή για να αποκλείσει τη συνέχιση της διαδικασίας, όταν ελευθέρως διαπίστωνε ότι δεν ήταν σκόπιμο κάτι τέτοιο εν όψει της συμπεριφοράς κάποιου μέρους ή εν όψει των ειδικών συνθηκών της υποθέσεως.

Υπό το ισχύον, όμως, σήμερα νομικό καθεστώς, προβλέπεται ότι ο μεσολαβητής υποχρεούται να υποβάλει πρόταση.

Με την προτεινόμενη διάταξη τροποποιείται, εν μέρει, η δυνατότητα αυτή. Ο μεσολαβητής έχει, κατά την προτεινόμενη διάταξη, απλώς το δικαίωμα να απόσχει προσωρινώς από την άμεση υποβολή πρότασης, τάσσοντας συγκεκριμένη προθεσμία στα μέρη προκειμένου να συνεχίσουν, μόνα τους, τις διαβουλεύσεις. Αν τα μέρη, όμως, δεν καταλήξουν σε συμφωνία, παραμένει η υποχρέωση του μεσολαβητή να υποβάλει πρόταση.

γ. Επί της τρίτης παραγράφου του άρθρου 15.

Η διαιτησία αποτελεί το τρίτο και τελευταίο στάδιο της διαδικασίας επίλυσης των συλλογικών διαφορών εργασίας, στο οποίο καταφεύγουν τα μέρη υπό συγκεκριμένες μόνο προϋποθέσεις. Στη διαδικασία αυτή, τρίτο πρόσωπο, ο διαιτητής, αναλαμβάνει να επιλύσει συλλογική διαφορά, με απόφασή του, η οποία υποχρεώνει τα μέρη. Αδιαφόρως του αν η παρέμβασή του μπορεί να έχει και συμφιλιωτικό χαρακτήρα, εκείνο που τη διακρίνει από τις άλλες μορφές ειρηνικής επίλυσης των συλλογικών διαφορών εργασίας είναι η έκδοση απόφασης, της οποίας η ισχύς δεν εξαρτάται από τη συμφωνία των μερών και η οποία επιλύει οριστικώς τη διαφορά.

Συμφώνως προς το άρθρο 16 του ν. 1876/90, προσφυγή στη διαιτησία είναι δυνατόν να γίνει με κοινή συμφωνία των μερών (προαιρετική διαιτησία) σε οποιοδήποτε στάδιο των διαπραγματεύσεων.

Αφ’ ετέρου, και ένα από τα μέρη είναι δυνατόν να ασκήσει μονομερή προσφυγή στη διαιτησία, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, που συνδέονται με τη δική του συμπεριφορά, όπως και με τη συμπεριφορά του άλλου μέρους, κατά τη διάρκεια της μεσολάβησης (αποδοχή της διαδικασίας της μεσολάβησης ή της πρότασης του μεσολαβητή).

Υπό το αρχικό καθεστώς του ν. 1876/1990, η μονομερής προσφυγή στη διαιτησία προϋπέθετε προηγούμενη αποδοχή της πρότασης του μεσολαβητή, ως εκδήλωση καλής πίστης, αλλά και ως αποτελεσματικό μέτρο που ωθούσε και τα δύο μέρη να αποδεχθούν την πρότασή του (βλ. Ι. Κουκιάδη, Εργατικό Δίκαιο, Συλλογικές εργασιακές σχέσεις, τ. 2, 2011, σελ. 365, Κ. Παπαδημητρίου, όπ. π., σελ. 113, Α. Καζάκο, Η Διαιτησία συλλογικών διαφορών συμφερόντων κατά το Ν. 1876/1990, 1998, σελ. 278. Γ. Λεβέντη, Συλλογικό Εργατικό Δίκαιο, 2007, σ. 562).

Με μεταγενέστερες τροποποιήσεις του ν. 1876/1990 καταργήθηκε η αποδοχή της πρότασης του μεσολαβητή ως προϋπόθεση για την προσφυγή στη διαιτησία. Συνεπώς, υπό το ισχύον καθεστώς, οποιοδήποτε μέρος έχει τη δυνατότητα να προσφύγει μονομερώς στη διαιτησία. Είναι, έτσι, δυνατόν να υπάρξει τέτοια προσφυγή, ακόμη και εάν κανένα μέρος δεν αποδέχθηκε την πρόταση του μεσολαβητή. Κυρίως, όμως, είναι δυνατόν ένα μέρος να προσφύγει μονομερώς στη διαιτησία, έστω και αν το ίδιο έχει απορρίψει την πρόταση του μεσολαβητή που το άλλο μέρος αποδέχθηκε.

Έχει, έτσι, υποστηριχθεί στη νομική θεωρία (Γ. Λεβέντη, Η νέα ρύθμιση της διαιτησίας, ΔΕΝ 2014, σελ. 1586, Κ. Παπαδημητρίου, Το σύστημα επίλυσης συλλογικών διαφορών εργασίας (μεσολάβηση-διαιτησία) συμφώνως με τον ν. 4303/2014, ΕλΔικ 2015, σελ. 16) ότι λείπει, συνεπώς, εκείνο το σημείο ισορροπίας του όλου συστήματος, συμφώνως προς το οποίο η διαιτησία είχε καθαρά επικουρικό χαρακτήρα ως προς τη συλλογική διαπραγμάτευση, ώστε το μέρος, το οποίο επιθυμεί να χρησιμοποιήσει αυτόν τον κατ’ αρχήν εξαιρετικό μηχανισμό της διαιτησίας, ο οποίος αποτελεί απόκλιση από τη διαδικασία της συλλογικής διαπραγμάτευσης, να οφείλει τουλάχιστον να επιδείξει μια καλόπιστη στάση. Και ως ελάχιστο στοιχείο αυτής της καλοπιστίας θεωρείτο η αποδοχή της πρότασης εκείνου του ανεξάρτητου τρίτου, ο οποίος κατέβαλε, στο πλαίσιο άσκησης των καθηκόντων του, προσπάθεια επίλυση της διαφοράς

Με την προτεινόμενη διάταξη προβλέπεται, εκ νέου, ότι μονομερής προσφυγή στη διαιτησία μπορεί να γίνει μόνο από εκείνο το μέρος το οποίο έχει προηγουμένως αποδεχθεί την πρόταση του μεσολαβητή. Προϋπόθεση δηλαδή, και πάλι, της υποβολής αίτησης για μονομερή προσφυγή στη διαιτησία είναι η προηγούμενη αποδοχή της πρότασης του μεσολαβητή.

3. Επί του άρθρου 20

Με την προτεινόμενη ρύθμιση του άρθρου 20 προστίθεται άρθρο 26Α στον ν. 4498/2017 και ορίζεται ότι «[σ]τους ασφαλισμένους για πρώτη φορά, από 1.7.2018 και μετά, στον κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης του ΕΔΟΕΑΠ το ποσό της επικουρικής σύνταξης υπολογίζεται με βάση το διανεμητικό σύστημα καθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση (NDC). Οι ασφαλιστικές εισφορές για επικουρική σύνταξη που καταβάλλονται για κάθε ασφαλισμένο τηρούνται σε ατομικές μερίδες. Σύμφωνα με το νέο σύστημα το ποσό της καταβαλλόμενης επικουρικής σύνταξης του ΕΔΟΕΑΠ, διαμορφώνεται με βάση: α) τα δημογραφικά δεδομένα που προκύπτουν από εγκεκριμένους πίνακες θνησιμότητας και β) το πλασματικό ποσοστό επιστροφής που θα εφαρμόζεται στις συνολικά καταβληθείσες εισφορές. Το ως άνω ποσοστό θα υπολογίζεται βάσει της ποσοστιαίας μεταβολής των συντάξιμων αποδοχών των ασφαλισμένων (..)».

Εξ άλλου, κατά την παρ. 3 του νέου άρθρου 26Α, για τους ασφαλισμένους μέχρι 30.6.2018 στον κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης του ΕΔΟΕΑΠ καθορίζεται ο τρόπος υπολογισμού της επικουρικής σύνταξης βάσει του διανεμητικού συστήματος προκαθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση (NDC) για τον χρόνο ασφάλισης από 1.7.2018 και εφεξής, το ποσό δε της επικουρικής σύνταξης ισούται με το άθροισμα δύο τμημάτων: ι) το τμήμα της σύνταξης που αντιστοιχεί στον χρόνο ασφάλισης έως 30.6.2018, το οποίο υπολογίζεται βάσει των καταστατικών διατάξεων του ΕΔΟΕΑΠ και ιι) το τμήμα της σύνταξης που αντιστοιχεί στον χρόνο ασφάλισης από 1.7.2018 και εφεξής, το οποίο υπολογίζεται με βάση το διανεμητικό σύστημα καθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση (NDC).

Σχετικώς σημειώνεται ότι οι μηχανισμοί χρηματοδότησης των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης συνδέονται με τη διοικητική διάρθρωση των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης, γενικότερες επιλογές οικονομικής πολιτικής, τις δημογραφικές εξελίξεις, τη λειτουργία της αγοράς εργασίας κ.λπ. Στα αμιγώς διανεμητικά συστήματα, η κάλυψη των ασφαλιστικών κινδύνων κάθε έτους χρηματοδοτείται από το άθροισμα των ασφαλιστικών εισφορών και λοιπών πόρων του ίδιου έτους. Συνεπώς, δεν υφίσταται χρονική μετατόπιση της υποχρέωσης χρηματοδότησης των παροχών. Αντιθέτως, στα κεφαλαιοποιητικά συστήματα, οι πόροι μίας χρονικής περιόδου σωρεύονται, σχηματίζοντας αποθεματικό του οποίου η απόδοση χρηματοδοτεί τις παροχές μεταγενέστερων περιόδων.

Τα στατικά διανεμητικά συστήματα, κατά κανόνα, συνδυάζονται με σύστημα ορισμένων παροχών, το οποίο καθορίζει εκ των προτέρων το ύψος των συντάξεων ως ποσοστό ενός μέσου όρου εισοδήματος. Τα κεφαλαιοποιητικά συστήματα συνδυάζονται, κατά κανόνα, με σύστημα ορισμένης συμμετοχής, το οποίο προκαθορίζει το ποσοστό εισφοράς και καταλείπει τον υπολογισμό της συνταξιοδοτικής παροχής στο μέλλον, με γνώμονα την απόδοση των αποθεματικών (βλ. Ξ. Κοντιάδη, Συνταγματικές εγγυήσεις και θεσμική οργάνωση του συστήματος κοινωνικής ασφάλειας, 2004, σελ. 324 επ.). Δεδομένου, πάντως, ότι στο νέο σύστημα προκαθορισμένης εισφοράς νοητής κεφαλαιοποίησης μόνον η εισφορά είναι προκαθορισμένη εκ των προτέρων, ο κίνδυνος της μη δυνατότητας χρηματοδότησης των συντάξεων μεταφέρεται από το κράτος στον ασφαλισμένο. Αφ’ ετέρου, μέσω της αναπροσαρμογής και των ήδη καταβαλλόμενων συντάξεων βάσει του συντελεστή βιωσιμότητας, επιτυγχάνεται πιο δίκαιη κατανομή του κινδύνου της δημογραφικής γήρανσης μεταξύ ασφαλισμένων και συνταξιούχων, από ό,τι στο πλαίσιο του διανεμητικού συστήματος προκαθορισμένης παροχής, όπου το κόστος της δημογραφικής γήρανσης βαρύνει αποκλειστικώς και μόνο τους ασφαλισμένους (βλ., σχετικώς, Αθ. Πετρόγλου, Προβληματισμοί για την κατά το άρθρο 22 παρ. 5 του Συντάγματος κρατική μέριμνα για την κοινωνική ασφάλιση με αφορμή τα μέτρα του ν. 4093/1012 για τα εφάπαξ και τις επικουρικές συντάξεις, Ε.Δ.Κ.Α. 2013, σελ. 39, ιδίως, σελ. 43). Η νοητή, πάντως, κεφαλαιοποίηση με ατομικές μερίδες επιμερίζει τα ελλείματα των οργανισμών επικουρικής κοινωνικής ασφάλισης και εφάπαξ παροχών με κριτήριο τη συνεισφορά εκάστου ασφαλισμένου στην περιουσία του οργανισμού και, υπ’ αυτή την έννοια, συνάδει με τις αρχές της κοινωνικής ασφάλισης (βλ. Π. Παπαρρηγοπούλου-Πεχλιβανίδη, Οι επιπτώσεις των «μνημονειακών παρεμβάσεων» στην κοινωνική ασφάλιση, Ε.Δ.Κ.Α., 2014, σελ. 469 επ., ιδίως, σελ. 483).

4. Επί του άρθρου 23

Διά της προτεινόμενης ρύθμισης προστίθενται στο άρθρο 966 παρ. 2 ΚΠολΔ τα εξής εδάφια:

«Η δικάσιμος για τη συζήτηση της σχετικής αίτησης ορίζεται υποχρεωτικά και κατά απόλυτη προτεραιότητα εντός οκτώ (8) εργασίμων ημερών από την κατάθεσή της και επιδίδεται τουλάχιστον τρεις (3) εργάσιμες ημέρες πριν από τη συζήτηση. Η απόφαση εκδίδεται υποχρεωτικά εντός οκτώ (8) εργάσιμων ημερών από τη συζήτηση της αίτησης. Ο αιτών οφείλει να προσκομίσει κατά τη συζήτηση έκθεση εκτίμησης της αξίας του πράγματος με χρόνο εκτίμησης μεταγενέστερο της ημερομηνίας ορισμού διενέργειας του τελευταίου πλειστηριασμού. Το δικαστήριο προκειμένου να καθορίσει τη νέα τιμή πρώτης προσφοράς λαμβάνει υπόψη του κάθε πρόσφορο αποδεικτικό μέσο, ιδίως τυχόν εκθέσεις εκτίμησης πιστοποιημένων εκτιμητών, και παραθέτει τους λόγους με βάση τους οποίους διαμόρφωσε τη νέα τιμή».

Εν προκειμένω, παρατηρούνται τα εξής:

α. Τα εδάφια που προτείνεται να προστεθούν, κατά τα ως άνω, στο άρθρο 966 παρ. 2 ΚΠολΔ είναι τέσσερα, και όχι τρία, όπως προφανώς εκ παραδρομής αναφέρει η προτεινόμενη διάταξη.

β. Επί του εδαφίου α΄
Διά της εν λόγω ρύθμισης προτείνεται να τεθεί προθεσμία οκτώ (8) εργάσιμων ημερών για τη συζήτηση της σχετικής αίτησης, ορίζεται δε ότι η αίτηση πρέπει να επιδοθεί στον αντίδικο τουλάχιστον τρεις (3) εργάσιμες ημέρες πριν από τη συζήτηση.

Παρατηρείται, κατ’ αρχάς, ότι η εισαγωγή μίας ακόμη προθεσμίας (και δη διαφοροποιημένης ως προς το ότι υπολογίζεται σε εργάσιμες, και όχι σε πλήρεις ημέρες) στο ήδη περίπλοκο σύστημα δικονομικών προθεσμιών των διατάξεων της αναγκαστικής εκτέλεσης εντείνει το πρόβλημα του κατακερματισμού των προθεσμιών στο πεδίο αυτό και συντείνει στην ανασφάλεια δικαίου. Η ταχεία περάτωση της αναγκαστικής εκτέλεσης εξυπηρετείται, κατά κανόνα, από σύστημα ενιαίων, κατά το δυνατόν, και σύντομων δικονομικών προθεσμιών, τις οποίες, ευνοήτως, καθορίζει ο νομοθέτης.

Στο ίδιο πλαίσιο, πρέπει να επισημανθεί, εξ άλλου, ότι ο καθορισμός, διά του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, προθεσμίας επίδοσης στο πλαίσιο της αναγκαστικής εκτέλεσης συνιστά θεσμό ξένο προς το εν λόγω δικονομικό σύστημα. Εν προκειμένω, το αρμόδιο δικαστήριο δικάζει επί των αιτήσεων του άρθρου 966 ΚΠολΔ κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. ΚΠολΔ. Συμφώνως δε προς το άρθρο 686 παρ. 2 ΚΠολΔ, «Η γραμματεία του δικαστηρίου υποβάλλει αμέσως την αίτηση στο δικαστή του μονομελούς πρωτοδικείου ή τον ειρηνοδίκη, ο οποίος ορίζει τόπο, ημέρα και ώρα για τη συζήτησή της, διατάζει την κλήση εκείνων κατά των οποίων απευθύνεται η αίτηση, ορίζει τον τρόπο κατά τον οποίο θα γνωστοποιηθεί σ’ αυτούς η κλήση, καθώς και το χρονικό διάστημα που πρέπει να μεσολαβήσει κατά την κρίση του μεταξύ της επίδοσης της κλήσης και της συζήτησης». Παρέλκει, συνεπώς, ο καθορισμός ειδικής προθεσμίας για την επίδοσης της σχετικής αίτησης.

Τέλος, σε κάθε περίπτωση, θα ήταν σκόπιμο, για λόγους νομοτεχνικής αρτιότητας, η φράση «και επιδίδεται», να αντικατασταθεί ως εξής: «, η δε σχετική αίτηση επιδίδεται».

γ. Επί του εδαφίου γ΄ εν σχέσει προς το εδάφιο δ΄

Συμφώνως προς το εδάφιο γ΄, «Ο αιτών οφείλει να προσκομίσει κατά τη συζήτηση έκθεση εκτίμησης της αξίας του πράγματος με χρόνο εκτίμησης μεταγενέστερο της ημερομηνίας ορισμού διενέργειας του τελευταίου πλειστηριασμού».

Εν προκειμένω, παρατηρείται, κατ’ αρχάς, ότι η προσκόμιση της ως άνω έκθεσης ανάγεται σε όρο του παραδεκτού του σχετικού ένδικου βοηθήματος.

Παρατηρείται, επίσης, ότι η εν λόγω έκθεση εκτίμησης της αξίας του πράγματος δεν απαιτείται να έχει συνταχθεί από πιστοποιημένο εκτιμητή, όπως απαιτείται στην περίπτωση της έκθεσης εκτίμησης των πραγμάτων που κατάσχονται το πρώτον (βλ. άρθρο 933 ΚΠολΔ, άρθρο ένατο παρ. 12 του άρθρου 1 του ν. 4335/2015, και π.δ. 59/2016 «Τρόπος προσδιορισμού της εμπορικής αξίας του ακινήτου που κατάσχεται σύμφωνα με τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και καθορισμός του αρμοδίου οργάνου προσδιορισμού της αξίας»).

Επισημαίνεται, εξ άλλου, ότι, δεδομένου ότι η πραγματική αξία του πράγματος έχει αποτελέσει ήδη αντικείμενο της έκθεσης εκτίμησης που συντάχθηκε εν όψει της κατάσχεσης του πράγματος, διαφοροποίηση της αξίας αυτής μπορεί να επέλθει μόνον εφόσον κατά τον χρόνο μεταξύ της σύνταξης των δύο εκθέσεων έχει πράγματι επέλθει μεταβολή της αξίας.
Διά του επόμενου εδαφίου της προτεινόμενης διάταξης ορίζεται ότι «[τ]ο δικαστήριο προκειμένου να καθορίσει τη νέα τιμή πρώτης προσφοράς λαμβάνει υπόψη του κάθε πρόσφορο αποδεικτικό μέσο, ιδίως τυχόν εκθέσεις εκτίμησης πιστοποιημένων εκτιμητών».

Διαπιστώνεται, εν προκειμένω, αντίφαση μεταξύ των ως άνω δύο εδαφίων, στο μέτρο που το δικαστήριο, αφού έχει αποβεί άκαρπος ο πλειστηριασμός, καλείται να αποφασίσει αν θα διενεργηθεί νέος πλειστηριασμός με την ίδια ή κατώτερη τιμή πρώτης προσφοράς ή αν ο υπέρ ου η εκτέλεση ή τρίτος θα αγοράσει το πράγμα με τίμημα το ύψος του οποίου ορίζει το δικαστήριο. Στο πλαίσιο αυτό και δεδομένου ότι στο δικαστήριο προσκομίζονται τόσο η αρχική έκθεση εκτίμησης της αξίας του πράγματος συνταχθείσα από πιστοποιημένο εκτιμητή, όσο και η μεταγενέστερη (της ημερομηνίας του τελευταίου πλειστηριασμού) έκθεση εκτίμησης συνταχθείσα είτε από πιστοποιημένο είτε από μη πιστοποιημένο εκτιμητή, καθίσταται αντιφατικό να προσδίδεται βαρύνουσα αποδεικτική σημασία στην πρώτη έκθεση εκτίμησης (τη συνταχθείσα οπωσδήποτε από πιστοποιημένο εκτιμητή).

δ. Επί του εδαφίου δ΄

Θα ήταν σκόπιμο, για λόγους νομοτεχνικής αρτιότητας, η φράση «παραθέτει τους λόγους με βάση τους οποίους διαμόρφωσε τη νέα τιμή» να αντικατασταθεί ως εξής: «παραθέτει τα στοιχεία που συνεκτίμησε προκειμένου να αχθεί στην κρίση του για τη νέα τιμή».

5. Επί του άρθρου 25

Με την προτεινόμενη διάταξη ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι ο μηχανισμός αυτόματης επιστροφής (claw-back) του άρθρου 11 του ν. 4052/2012 και του άρθρου 100 του ν. 4172/2013, όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν, επεκτείνονται και στα έτη 2019-2022, με αρχικό έτος βάσης υπολογισμού, για την πρώτη εφαρμογή, το 2018, και για καθένα από τα επόμενα έτη, το εκάστοτε προηγούμενο έτος, τα επιτρεπόμενα δε όρια δαπανών αναπροσαρμόζονται για τα έτη 2019-2022, «αποκλ
Keywords
πολυνομοσχεδιο, εκθεση, υπουργειο δικαιοσυνης, εν λόγω, πτωχευτικός κώδικας, το φως, ηλεκτρονική, προσφορες, γενοσημα, εοπυυ, φαρμακεια, ελλαδα, αναδιαρθρωση, ζητείται, συμμετοχή, τραπεζες, global, εταιρεία, ΟΤΑ, συγκεκριμένο, φως, σελ, παραιτηση λεβεντη, νέα, εδοεαπ, αμιγώς, υφίσταται, γνώμονα, εθνικη τραπεζα, τελη κυκλοφοριας, βιβλια, υπουργειο εσωτερικων, σταση εργασιας, μετρο, φορολογικη δηλωση 2011, αξια, εκκαθαριση φορολογικης δηλωσης 2011, τελος ακινητης περιουσιας, εισφορα αλληλεγγυης, κυβερνηση εθνικης ενοτητας, νεα κυβερνηση, τελος ακινητων, οφειλετες δημοσιου, κοινωνικη συμφωνια, η ημέρα της γης, θεμα εκθεσης 2012, κοινωνικος τουρισμος, τελη κυκλοφοριας 2013, τελος του κοσμου, φορολογια 2013, νεος παπας, τελη κυκλοφοριας 2014, τελη κυκλοφοριας 2015, τελη κυκλοφοριας 2016, ζητείται, ηλεκτρονική, το θεμα, αιτηση, εδοεαπ, εξουσιοδοτηση, θεμα, πλαισιο, υλη, υπουργειο οικονομικων, υψος, φως, ωρα, αγορα, αδυναμια, αυξηση, αθροισμα, αρθρα, αρθρο, αμιγώς, αναπηρια, ασφαλειες, αφορμη, γινει, γυαλια, γνώμονα, γυαλια ορασεως, διαστημα, δυνατοτητα, δημοσιο, διοικηση, δικη, δωδεκα, εγινε, εγγυηση, ευρω, εκθεσεις, εκμεταλλευση, ενημερωση, εν λόγω, εν μερει, εννοια, εξελιξη, εσωτερικων, εταιρεία, ετη, ετος, εφαπαξ, ιδια, ιδιο, υπηρεσιες, ισχυει, υφίσταται, θεωρια, ισχυς, κεφαλαιο, κυβερνηση, κειμενο, κρατικο, λειτουργια, λειπει, μεριμνα, μεσοπροθεσμο, μονα, νομικη, οκτω, ανωνυμη εταιρεια, ορια, οπωσδηποτε, οπτικα, πεδιο, πινακες, υπογραφη, ρυθμισεις, ρυθμιση, σελ, συγκεκριμένο, συζητηση, συνταξη, συμμετοχή, τιμη, τμημα, το φως, τρια, υλοποιηση, φυση, φυσικο, φορα, χρημα, ανηκει, δικαιωμα, εφαρμογη, ευχερεια, εθνικο, φακελος, global, υπουργειο, κληση, νομικου, οργανα, τραπεζα, θεματα, θεσεις, υγειας, βεβαιως
Τυχαία Θέματα