O πρώτος κορεάτικος Χρυσός Φοίνικας και η Τζένιφερ Λόπεζ σε οσκαρική τροχιά

Οι κριτικές της εβδομάδας:

Παράσιτα

*****

(“Gisaengchung / Parasite”, Μπονγκ Τζουν-χο, 2ω12λ)

Καστ: Σονγκ Κανγκ-χο, Παρκ Σο-νταμ, Τζο Γιο-τζέονγκ

Tετραμελής οικογένεια ενηλίκων χωρίς δουλειές, χωρίς εισόδημα, μένει σε ένα ημιυπόγειο όπου η διαβίωση είναι φυσικά δύσκολη και γεμάτη εμπόδια. Κάπου μακριά, μια άλλη τετραμελής οικογένεια, της οποίας ο πατριάρχης είναι ένας πετυχημένος ιδιοκτήτης μιας διεθνούς ΙΤ φίρμας, ζει στην πολυτελή της σπιταρόνα, ψηλά, μακριά το θόρυβο και τα άγχη της λαϊκής τάξης. Χάρη σε μια τυχερή γνωριμία, ο άνεργος γιος θα καταφέρει

να πιάσει δουλειά κάνοντας ιδιαίτερα μαθήματα στην κόρη της εύπορης οικογένειας. Όταν οι δύο οικογένειες έρθουν κοντά, θα μπει μπροστά ένα ντόμινο ανατροπών και μυστικών με παντελώς αβέβαιη κατάληξη.

Δε θα πούμε απολύτως τίποτα πιο συγκεκριμένα για τα όσα συμβαίνουν στην πορεία αυτού του φιλμ-κεντήματος, το οποίο ο Μπονγκ έχει υφάνει με αξιοθαύμαστη ακρίβεια, μεταπηδώντας σε τόνους με απίστευτη αυτοπεποίθηση και επίγνωση, καθώς μια κωμική σκηνή που στέλνει το κοινό σε κύματα φωναχτού γέλιου, οδηγεί απευθείας σε ένα κάδρο που ξεπήδησε από ταινία τρόμου. Ο Κορεάτης θέτει την επιδεξιότητά του στην υπηρεσία μιας εξαιρετικά εύστοχης αλληγορίας πάνω στην πάλη των τάξεων και την ιδέα της συνύπαρξης την εποχή του ύστερου καπιταλισμού, για ανθρώπους που τοποθετούνται αντιμέτωποι από ένα σύστημα σε πλήρη, αυτόνομη λειτουργία.

Δεν υπάρχει η παραμικρή στιγμή στη διάρκεια του φιλμ που μπορεί κανείς με βεβαιότητα να μαντέψει σε τι κατεύθυνση θα οδηγηθούμε μετά καθώς οι απρόσμενες στροφές, το χιούμορ κι η βία διαδέχονται το ένα το άλλο, με τον Μπονγκ να ενορχηστρώνει το σύνολό του ως μια ασφυκτική θεατρική παράσταση που θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελεί βουβή πικρή κωμωδία.

Οι γνώριμες δυναμικές της πυρηνικής οικογένειας υπό απειλή από το “Host”, η ταξική διαστρωμάτωση της αλληγορίας του “Snowpiercer”, η απάνθρωπη ανηθικότητα του καπιταλισμού στην καρδιά του “Okja”- το “Parasite” επανασυνθέτει προβληματισμούς και θεματικές που ο Κορεάτης σκηνοθέτης επισκέπτεται ξανά και ξανά μέσα από high concept ταινίες είδους, και το κάνει ενώνοντας το πλήρες παζλ της κοσμοθεωρίας του μέσα από ένα εντυπωσιακά χορογραφημένο, ρυθμικά άρτιο φιλμ εντός τεσσάρων τοίχων και δίχως sci-fi συμβολή. H ευθύτητα είναι εντυπωσιακή και η παρατηρητική ματιά επίσης- από τις μικρές, περιστασιακές ατάκες με τις οποίες αντιμετωπίζει η μία τάξη την άλλη (“respect!”- μια πραγματικά ανατριχιαστική σκηνή) μέχρι λεπτομέρειες όπως την διαφορετική χρήση ακόμα και των κινητών, κάτι που λειτουργικά και φαινομενικά, αποτελεί κοινό τόπο για όλους.

Ο τρόπος που κάθε χαρακτήρας, κάθε σεκάνς, κάθε σκηνή ‘δράσης’, κάθε νέο concept, κυλάνε αβίαστα και ολοκληρωτικά μέσα σε ό,τι ακολουθεί, έχει αποτέλεσμα μια ταινία τρομερά σφιχτοδεμένη, δίχως το παραμικρό λίπος, αλλά και η οποία δε νιώθεις να σε κρατά από το λαιμό παραδίδοντας ασφυκτικά τους συμβολισμούς της. Είναι ένας θρίαμβος του ρυθμού αφήγησης, τόσο σε ευρύτερο επίπεδο (λίγο πάνω από δυο ώρες, το φιλμ κυλάει σα να ήταν ημίωρο) όσο και στα επιμέρους δραματικά επεισόδια: μια σκηνή σασπένς σε ένα σκοτεινό σαλόνι, μια σκηνή σλάσερ αγωνίας σε ένα απειλητικό δωμάτιο, μια σκηνή χορογραφημένων παρεξηγήσεων και συμπτώσεων που χαρτογραφεί όλο το σπίτι-έπαυλη ακολουθώντας 8 χαρακτήρες ταυτόχρονα.

Ομόφωνος Χρυσός Φοίνικας στις φετινές Κάννες, και μια από τις καθοριστικές ταινίες της χρονιάς.

*Στις βραδινές προβολές των 22.30 στον κινηματογράφο Δαναό, τα “Παράσιτα” θα προβάλλονται μαζί με τον Χρυσό Φοίνικα μικρού μήκους, “Η Απόσταση Ανάμεσα στον Ουρανό κι Εμάς”, του Βασίλη Κεκάτου.

*Συνομιλώντας με τους Χρυσούς Φοίνικες: Συνεντεύξεις με τον πρωταγωνιστή Σονγκ Κανγκ-χο των “Παράσιτων” και με την Έλληνα μικρομηκά Βασίλη Κεκάτο της “Απόστασης”.

Επικίνδυνες Κυρίες

*****

(“Hustlers”, Λορίν Σκαφάρια, 1ω50λ)

Καστ: Κόνστανς Γου, Τζένιφερ Λόπεζ, Λίλι Ράινχαρτ, Τζούλια Στάιλς

Την περίοδο της κρίσης στα τέλη των ‘00s, μια παρέα από στρίπερς απεγνωσμένες από την πτώση κίνησης στη δουλειά, αναζητούν εναλλακτικούς τρόπους εισροής εσόδων και, με μπροστάρισα την έμπειρη παλιοσειρά Ραμόνα αρχίζουν να εξαπατούν λεφτάδες της Γουόλ Στριτ. Κι όπως συνήθως συμβαίνει σε αυτά τα πράγματα, όλα πάνε καλά μέχρι που δεν πάνε πια καλά. Βασισμένο σε απίθανη αληθινή ιστορία.

Η ταινία που μοιραία (κι όχι άδικα, ούτε ατυχώς) θα καταγραφεί στη συλλογική μνήμη ως Αυτό Για Το Οποίο Θα Προταθεί Για Όσκαρ Η Λόπεζ είναι γενικότερα μια επιδέξια γυρισμένη καταγραφή όχι απλά μιας αξιοσημείωτης πραγματικής ιστορίας, όσο και υπογράμμιση μιας στιγμής στο χρόνο. Με τρόπο που αναπόφευκτα θα φέρει στο νου τη διλογία των “Magic Mike” (αν και ετούτο το φιλμ προτιμά περισσότερο τα λόγια από ό,τι το αφαιρετικό κύμα αισθήσεων ειδικά του σπουδαίου “XXL” σίκουελ), η Σκαφάρια απεικονίζει την απόδραση μέσω κίνησης και χορού σε ένα περιβάλλον οικονομικής δυσφορίας. Αυτός είναι ένας χορός απόγνωσης, και είναι θαυμαστό το πώς η ταινία καταφέρνει να είναι και διασκεδαστική (ως θέαμα ρυθμού και ως περιπέτεια εξαπάτησης) όσο και πνιγηρή, μη ξεχνώντας ποτέ το πού και το πότε βρίσκεται και το ποιες είναι οι ηρωίδες της. Η Τζένιφερ Λόπεζ δίνει μια σωματική περφόρμανς όπου η κίνησή της και η ίδια της η παρουσία μετατρέπονται σε όπλο- αναμφίβολα κλέβει την παράσταση. Δεν είναι το flowing ποίημα που ενδεχομένως υπόσχεται ή θα ήθελε, αλλά είναι ένα εξαιρετικής κατασκευής και ερμηνείας χορευτικό νούμερο πάνω σε καμμένα (δηλητηριασμένα!) όνειρα.

Επίσης κυκλοφορούν

Συνώνυμα

*****

(“Synonymes”, Ναντάβ Λαπίντ, 2ω3λ)

Νεαρός άντρας φεύγει από το Ισραήλ, την πατρίδα του, αποφασισμένος να κόψει κάθε τι που τον δένει με αυτήν. Στο Παρίσι, το οποίο θαυμάζει μέσα από το σινεμά, τη μουσική, και κάθε λογής πολιτιστικές αναφορές, φτάνει και προσπαθεί όχι απλώς να επιβιώσει, αλλά να δεθεί, να το κάνει δικό του. Μιλά με τη βοήθεια λεξικού μόνο γαλλικά, ποτέ εβραϊκά, αγοράζει τουριστικά αντικείμενα που του θυμίζουν αυτά που αγάπησε σε αυτή την πόλη (από μακριά), και προσπαθεί να ζήσει σε αυτήν κάπου ανάμεσα στη σκληρή πραγματικότητα και την αλληγορική κινηματογραφική διάθεση. Ο Ναντάβ Λαπίντ συνθέτει μια οριακά γκονταρικών διαθέσεων συμβολική ματιά πάνω στη σύνδεση επιθυμίας, ταυτότητας και γλώσσας που δεν είναι χωρίς τις εντυπωσιακές εξάρσεις της, αλλά που συνολικά καταπλακώνεται κάτω από την αίσθηση βαρύτητας που έχει αποφασίσει να αποδώσει στον εαυτό της. Ο κεντρικός ήρωας είναι μια παθιασμένη φιγούρα ανάμεσα σε κόσμους, έννοιες, επιρροές (ο Τομ Μερσιέ στο ρόλο είναι περισσότερο ορμή και διάθεση παρά ουσιαστική ερμηνεία) και η ταινία μοιάζει αντιστοίχως χαμένη, αν και ταυτόχρονα εντυπωσιακή. Ενδιαφέρον σινεφιλικό σινεμά ωστόσο, που σίγουρα θα βρει θαυμαστές. Χρυσή Άρκτος στο Φεστιβάλ Βερολίνου.

Maleficent: Η Δύναμη του Σκότους (“Maleficent: Mistress of Evil”, Χοακίμ Ρένινγκ, 1ω58λ). Σίκουελ της ταινίας-origin story της κακιάς βασίλισσας από την “Ωραία Κοιμωμένη”, με την Μαλέφισεντ της Αντζελίνα Τζολί σε μια νέα περιπέτεια με τη βαφτιστήρα της, Ορόρα.

Καρό Νίντζα (“Ternet ninja / Checkered Ninja”, Αντερς Μάθεσεν, Θορμπιόρν Κριστόφερσεν, 1ω22λ). Στοιχειωμένη κούκλα νίντζα συμμαχεί με πιτσιρικά για να εκδικηθούν για τον φόνο ενός παιδιού σε εφηβικό φιλμ κινουμένων σχεδίων από τη Δανία.

Keywords
Τυχαία Θέματα