Δεν ήταν ούτε Λάκης ούτε γλυκούλης

Η δεύτερη περίπτωση από τις δύο ποινικές υποθέσεις που ανέδειξε το ελληνικό #MeToo είχε επίσης ορμέμφυτο, κυρίως, την εξουσία.

Από τον Ηλία του 16ου έως τον Μπακαλόγατο, ο Πέτρος Φιλιππίδης, την εποχή της μεγάλης του δόξας, επέλεγε συχνά να επιστρέφει στους κωμικούς ρόλους όπως είχαν περάσει σχεδόν στην κυτταρική μας μνήμη με τις ερμηνείες πολυαγαπημένων ηθοποιών του παλιού ελληνικού σινεμά. Είχε την ευφυΐα (και το ταλέντο αναμφίβολα) να «δανειστεί» τη συμπάθεια, την αναγνωρισιμότητα και την ατάκα και να την εξελίξει στα

πιο… καθ’ ημάς.

Και κοίτα να δεις! Αν και οι εμφανίσεις του στο δικαστήριο, η απολογία του, π.χ., ή όσα δήλωσε μετά την ανακοίνωση της ετυμηγορίας ήταν ρόλοι επίσης, πάλι στο παλιό ελληνικό σινεμά θα παρέπεμπαν.

Οχι, όμως, σε κωμικούς τύπους πλέον, αλλά σε όσους, από τη μεγάλη οθόνη του σινεμά της γειτονιάς, αποενοχοποίησαν το δράμα και το δάκρυ στις λαϊκές καρδιές. Κατά τούτο αλλά και κατά αρκετά άλλα, διέφερε από την ομοειδή ποινική περίπτωση του #MeToo, τον Δημήτρη Λιγνάδη, που, υπεροπτικός, αγέρωχος, αμετανόητος, κυνικός και απειλητικός μέχρι τέλους, παρέπεμπε κατευθείαν στον πολύ πιο πολύπλοκο ρόλο του σεξπιρικού Ριχάρδου Γ’.

Στον Φιλιππίδη, βέβαια, ό,τι φαινόταν ως πηγαία λαϊκότητα, ό,τι ευνοούσε την ψευδαίσθηση της οικειότητας, η χιουμοριστική αυτοϋπονόμευση, η ευαλωτότητα, η μοίρα ενός νεοέλληνα απογόνου του παμπόνηρου Καραγκιόζη που τελικά κάπως τα καταφέρνει και τα βολεύει, η έξυπνη επιλογή του να διεκδικήσει τη σκυτάλη από τους «τύπους» που αγαπήσαμε στην ασπρόμαυρη τηλεόραση τα σαββατόβραδα των παιδικών μας χρόνων, έγιναν πολύ γρήγορα ερμηνευτικά όπλα στη φαρέτρα ενός ξεχωριστού –κατά κοινή ομολογία– ταλέντου.

Κι επειδή το φόρτε του Φιλιππίδη ήταν το λαϊκό είδος, στο θέατρο και ακόμα περισσότερο στην τηλεόραση, συνέβη και στην περίπτωσή του ό,τι συμβαίνει πάντα: ο ρόλος, ο τύπος και τα «όπλα» ταυτίστηκαν με τον άνθρωπο.

«Μας παραπλάνησε με το μεγάλο υποκριτικό του ταλέντο», που είπε και η υπουργός για τον Λιγνάδη; Οχι, εμείς παραπλανηθήκαμε μέσα από μια αναπόφευκτη ψυχο-τηλεοπτική διαδικασία που θέλει ο «Λάκης ο γλυκούλης» να είναι και στην πραγματικότητα και Λάκης και γλυκούλης. Αυτός ήταν όμως Πέτρος και, κατά τις εμπειρίες και τις μαρτυρίες, δεν ήταν καθόλου γλυκούλης.

Τουλάχιστον από ένα σημείο και μετά που, σκαρφαλωμένος στο απόγειο της φήμης του και των υψηλών γνωριμιών που τον προφύλαγαν, τον αποθέωναν και του εξασφάλιζαν θέατρα και άνεση, αισθανόταν μάλλον άτρωτος.

Ηταν η εποχή της μεγάλης υπεροψίας, της συμπεριφοράς «ντίβας», των προσβολών απέναντι σε όσα Μέσα ή κριτικούς τολμούσαν να αμφισβητήσουν τη λάμψη του. Ηταν η εποχή που έχασε τελείως το μέτρο και άρχισε να κομπάζει, χωρίς ίχνος από το χιούμορ και την πλάκα που τόσο άριστα υπηρετούσε στους ρόλους του και που θα μπορούσαν κάπως να διασώσουν τα προσχήματα στις κρίσεις μεγαλείου που τον έκαναν να διαβεβαιώνει δημοσίως πόσο σπουδαίος πρωταγωνιστής είναι.

Αυτό ήταν αντιπαθητικό κι ενοχλητικό για όσους έπρεπε να το υποστούν συνυπάρχοντας μαζί του για μία θεατρική σεζόν ή για μία συνέντευξη, αλλά δεν ήταν το χειρότερο. Το χειρότερο ήταν, προφανώς –και αποδεδειγμένα πια από την κρίση του δικαστηρίου–, ότι αυτή ήταν και η εποχή που θεώρησε πως μπορεί να κάνει και να έχει τα πάντα. Ακόμα και γυναίκες που δεν τον ήθελαν. Ακόμα και ηθοποιούς που ήθελαν να φτάσουν κάπου, αλλά όχι πάση θυσία.

Οταν άνοιξε οι ασκός του Αιόλου και του ελληνικού MeToo, συνάδελφοί του μίλησαν για χυδαίες συμπεριφορές, αισχρά σχόλια, εισβολή σε καμαρίνια, απειλές να καταστρέψει την καριέρα όποιας δεν ενδώσει στις επιθυμίες του, προκλητική κι εμμονική συμπεριφορά κάτω ή και πάνω στη σκηνή. Κι άλλοι μίλησαν για ταπεινώσεις, συμπεριφορές «αυτοκρατορικές», απειλές ή ακόμα και χειροδικία.

Ετσι εξηγείται ίσως (και) μια διαστροφική ερωτική επιθυμία που δεν ανακόπτεται ούτε μπροστά σε κάθετες αρνήσεις, κλάματα, προσπάθειες απόδρασης, σαφούς έκφρασης κάθε είδους απαρέσκειας; Γι’ αυτό έχει αποφανθεί το δικαστήριο καταδικάζοντάς τον σε ποινή κάθειρξης 8 ετών για δύο απόπειρες βιασμού –η κατηγορία για βιασμό δεν «πέρασε» λόγω αμφιβολιών. Η εκτέλεση της ποινής έλαβε βέβαια αναστολή μέχρι το Εφετείο και ορίστηκαν οι περιοριστικοί όροι.

Μέχρι να αρχίσει ένα μιντιακό σύστημα ολόκληρο να μας υποδεικνύει, όπως και στην περίπτωση Λιγνάδη (αν και σε καμία άλλη περίπτωση), να αναφερόμαστε σ’ εκείνον ως «ο πρωτοδίκως καταδικασμένος», ας προλάβουμε να πούμε για ακόμα ένα κοινό «σύμπτωμα» των δύο ποινικών υποθέσεων του ελληνικού MeToo: Είχαν ορμέμφυτο την εξουσία.

Η απόλαυση της άσκησής της στον υπέρτατο, τον πιο διεφθαρμένο και διαστροφικό βαθμό, δημιούργησε διαφορετικής καταγωγής «τέρατα» που ίσως ακόμα να απολάμβαναν την «ομερτά» αν δεν είχε σκάσει η αποκάλυψη του MeToo σαν εμετός μετά από βαρύ μεθύσι. Στην περίπτωση του Φιλιππίδη, κάποιες κυρίες ανέλαβαν το κόστος και κατάφεραν να διαχειριστούν αυτή τη βαριά επίπτωση και τον σχεδόν εξίσου βαρύ δικηγορικό διασυρμό της αμείλικτης δικαστικής αίθουσας. Ε, αυτές νίκησαν, ούτως ή άλλως.

Κάτι τελευταίο: «Ημουν πάντα ελεύθερος. Και στη φυλακή όταν ήμουν, ελεύθερος ήμουν» δήλωσε, λέει, ο Πέτρος Φιλιππίδης, μία μέρα μετά την απόφαση του δικαστηρίου. Οχι. Ολη αυτή η διαστροφική άσκηση εξουσίας δεν είναι ένδειξη ελευθερίας. Είναι απόλυτη εξάρτηση, ανελευθερία και συντριβή. Τελικά, αν ήταν τόσο μεγάλος ηθοποιός όσο πίστευε, θα το ήξερε.

Γράφει η Ναταλί Χατζιαντωνίου

The post Δεν ήταν ούτε Λάκης ούτε γλυκούλης appeared first on zarpanews.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα