Εξπρές Σάμινα: Συγκλονίζουν οι επιζώντες από το ναυάγιο 17 χρόνια μετά την τραγωδία

Δεκαεπτά χρόνια συμπληρώνονται από το ναυάγιο του Εξπρές Σάμιανα. Οι μνήμες μιας από τις μεγαλύτερες ναυτικές τραγωδίες στην Ελλάδα ξυπνούν και οι μαρτυρίες συγκλονίζουν.

Το απόγευμα της 26ης Σεπτεμβρίου 2000 το «Εξπρές Σάμινα» αναχωρεί από το λιμάνι του Πειραιά με 533 άτομα (472 επιβάτες και 61 πλήρωμα) για να εκτελέσει το δρομολόγιο Πάρος – Νάξος – Ικαρία – Σάμος – Πάτμος, με τελικό προορισμό τους Λειψούς.

Το

πλοίο δεν ολοκλήρωσε ποτέ το ταξίδι του. Ανοικτά της Πάρου προσκρούει με ταχύτητα 18 κόμβων στις νησίδες «Πόρτες» με συνέπεια να υποστεί ρήγμα στα δεξιά ύφαλά του, μήκους περίπου τριών μέτρων. Το νερό κατακλύζει το μηχανοστάσιο του πλοίου, το οποίο παίρνει γρήγορα κλίση προς τα δεξιά και μετά από 25 λεπτά βυθίζεται.

Λίγο μετά τις 10 το βράδυ γράφεται μια από τις μεγαλύτερες ναυτικές τραγωδίες στην Ελλάδα που άφησε πίσω της 81 νεκρούς.

«Τα σωσίβια δεν έφταναν»

Ο Δημήτρης Σαρρής ήταν τότε 9 χρονών. Επέστρεφε στη Νάξο μαζί με τους γονείς του. Εκείνο ήταν το τελευταίο βράδυ που πέρασαν μαζί. Ο Δημήτρης μετά από πολύωρη μάχη με τα κύματα βρέθηκε σε μια βάρκα και σώθηκε. Οι γονείς του δεν τα κατάφεραν. Η μαρτυρία του στο naxostimes συγκλονίζει…

«Καθόμασταν στο σαλόνι και βλέπαμε τον Παναθηναϊκό. Το πλοίο είχε πολύ κόσμο. Είχε φουρτούνα και κουνούσε πολύ. Ξαφνικά έγινε ένα πολύ μεγάλο τράνταγμα, άρχισαν να πέφτουν κάτω τραπέζια, καρέκλες και επιβάτες. Η σύγκρουση ήταν πολύ δυνατή. Μετά από 1-2 λεπτά το καράβι επανήλθε και κάποια μέλη του πληρώματος μας είπαν να βγούμε έξω».

Ο Δημήτρης θυμάται ακόμη τον πανικό που επικρατούσε στο πλοίο. Ο κόσμος έψαχνε για σωσίβια και δεν έβρισκε. «Το πλοίο έγερνε από τη μία πλευρά και ο κόσμος προσπαθούσε να βγει από την άλλη. Μόνο 4-5 άτομα από το πλήρωμα και αυτοί σερβιτόροι και μπουφετζήδες, βοηθούσαν.

Καθυστερούσαν όμως αρκετά γιατί ο κόσμος ήταν πολύς και το πλοίο έγερνε πολύ γρήγορα. Εγώ δεν είδα κανέναν από το ανώτερο πλήρωμα να βρίσκεται εκεί. Τα σωσίβια δεν έφταναν. Δεν υπήρχαν τόσα πολλά σε εκείνη την πλευρά του πλοίου και κανείς δεν πήγαινε από την άλλη γιατί είχε πάρει κλίση. Μετά από 10 λεπτά αναβόσβηναν και τα φώτα. Το λιγοστό πλήρωμα που βρισκόταν κοντά μας προσπαθούσε να κατεβάσει τον κόσμο από μια ξύλινη σκάλα. Οι βάρκες του πλοίου δεν λειτουργούσαν. Το ίδιο το πλοίο δεν είχε τη δυνατότητα να βοηθήσει τον κόσμο».

Μέσα σε όλο αυτό τον πανικό ο Δημήτρης ήταν δίπλα στους γονείς του και προσπαθούσαν να βρουν κάποιο σωσίβιο. «Πέρασε ένας από το πλήρωμα, του ζητήσαμε και δε μας έδωσε. Καταφέραμε και του πήραμε ένα. Το φόρεσα εγώ.

Πηγή

Keywords
Τυχαία Θέματα