Τράπεζα της Ελλάδος και DBRS «μαζεύουν» τα περί «θηριώδους» ανάπτυξης το 2024

Στο 2,5% έναντι του 3% της προηγούμενης πρόβλεψης τον περασμένο Ιούνιο τοποθετεί η Τράπεζα της Ελλάδος τον πήχη της ανάπτυξης για το 2024, ακολουθούμενη από τον καναδικό οίκο αξιολόγησης DBRS που ανακοίνωσε την υποβάθμιση των εκτιμήσεών του για την ανάπτυξη στη χώρα το επόμενο έτος.

Στο πλαίσιο της νέας του έκθεσης για τις παγκόσμιες μακροοικονομικές προοπτικές, ο καναδικός

οίκος αξιολόγησης DBRS, βλέπει υψηλότερη ανάπτυξη φέτος, ωστόσο, προειδοποιεί πως το επόμενο έτος, η ζήτηση για υπηρεσίες, και ειδικά για ταξίδια, αναμένεται γενικότερα να σημειώσει ταχεία πτώση.

Συγκεκριμένα, η DBRS εκτιμά ότι η ελληνική οικονομία θα επιβραδυνθεί το επόμενο έτος καθώς θα καταγράψει ρυθμούς της τάξης του 1,3% από 1,5% που προέβλεπε τον Σεπτέμβριο, έπειτα από ανάπτυξη 2,2% φέτος, από 1,9% που προέβλεπε πριν. Για το 2025 η εκτίμηση του οίκου είναι για ανάπτυξη 2%. Παράλληλα, στην Ενδιάμεση Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής της Τράπεζας η οποία υποβλήθηκε σήμερα στον πρόεδρο της Βουλής, η επί τα χείρω αναθεώρηση για το 2024 αντανακλά την προς τα κάτω αναθεώρηση του ρυθμού μεγέθυνσης στην ευρωζώνη και την αναμενόμενη διατήρηση των επιτοκίων νομισματικής πολιτικής σε υψηλό επίπεδο για μεγαλύτερο διάστημα. Όπως επισημαίνεται ωστόσο, η ελληνική οικονομία προβλέπεται να αναπτυχθεί με ταχύτερους ρυθμούς σε σύγκριση με την Ευρωζώνη, με βασικές κινητήριες δυνάμεις της οικονομίας τα επόμενα έτη την ιδιωτική κατανάλωση, τις επενδύσεις και τις εξαγωγές.

Όσον αφορά στο μείζον ζήτημα του πληθωρισμού, προβλέπει ότι θα συνεχίσει την καθοδική του πορεία. Το 2023 αναμένεται να υποχωρήσει σε 4,1%, από 9,3% το 2022, αντανακλώντας τη μεγάλη μείωση των τιμών των ενεργειακών αγαθών. Μέχρι το τέλος της περιόδου πρόβλεψης (2026), ο πληθωρισμός θα συγκλίνει προς το στόχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (2%). Στην καθοδική πορεία του πληθωρισμού θα συμβάλουν όλες οι συνιστώσες του. O πυρήνας του πληθωρισμού προβλέπεται στο 5,3% το 2023, ενώ θα μειωθεί έντονα το 2024 και στη συνέχεια θα αποκλιμακώνεται σταθερά.

Κίνδυνοι και αβεβαιότητες

Οι κίνδυνοι που περιβάλλουν τις προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος για την ανάπτυξη και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας εντοπίζονται σε:

τυχόν επιδείνωση της γεωπολιτικής κρίσης στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή και οι συνεπαγόμενες επιπτώσεις στο διεθνές οικονομικό περιβάλλον, ο χαμηλότερος του αναμενομένου ρυθμός απορρόφησης και αξιοποίησης των κονδυλίων του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, η καθυστέρηση υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων, που θα επιβράδυνε τη διαδικασία ενίσχυσης της παραγωγικότητας της οικονομίας και της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, και ακραία καιρικά φαινόμενα (πλημμύρες και πυρκαγιές, όπως συνέβη το 2023). Η ελληνική οικονομία θα επηρεαστεί θετικά σε περίπτωση που η ανάκτηση της επενδυτικής κατηγορίας στην πιστοληπτική αξιολόγηση του Ελληνικού Δημοσίου προκαλέσει ισχυρότερες ευνοϊκές επιδράσεις από τις αναμενόμενες ή σε περίπτωση που τα έσοδα από τον τουρισμό υπερβούν ξανά τις προσδοκίες. Στις προκλήσεις συγκαταλέγονται: ο πληθωρισμός, το υψηλό δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και το υψηλό ιδιωτικό χρέος, οι χρόνιες αδυναμίες στην αγορά εργασίας, και η χαμηλή διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα. Η ΤτΕ προτείνει Διατηρήσιμη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, Επιτάχυνση της απορρόφησης και αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων του ευρωπαϊκού μέσου ανάκαμψης NGEU και του ΕΣΠΑ 2021-2027, Συνέχιση και ενίσχυση των μεταρρυθμίσεων, ιδιαίτερα σε τομείς με χρόνιες δυσλειτουργίες, όπως για παράδειγμα η απονομή της δικαιοσύνης. Βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος ώστε να ενισχυθούν οι επενδύσεις και η παραγωγικότητα της εργασίας, η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής θα δημιουργήσει επιπλέον δημοσιονομικό χώρο, ικανό για μια ευρύτερη μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος και την προώθηση της φορολογικής δικαιοσύνης. Μείωση του λόγου δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ. Αντιμετώπιση των προκλήσεων των φυσικών καταστροφών εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Αντιμετώπιση του προβλήματος της αναντιστοιχίας μεταξύ ζητούμενων και προσφερόμενων θέσεων εργασίας και αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στο εργατικό δυναμικό. Περαιτέρω ενίσχυση της ανθεκτικότητας του τραπεζικού τομέα. Αντιμετώπιση του ιδιωτικού χρέους που είναι εκτός τραπεζικού τομέα. Προσέλκυση ξένων επενδυτικών κεφαλαίων, η οποία θα βοηθήσει στην περαιτέρω μείωση του επενδυτικού κενού.

«Η εδραίωση της εμπιστοσύνης των διεθνών επενδυτών στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας επισφραγίστηκε με την αναβάθμιση του αξιόχρεου του Ελληνικού Δημοσίου στην επενδυτική κατηγορία. Επιπλέον, παρά τις αλλεπάλληλες διεθνείς κρίσεις και την υψηλή αβεβαιότητα εξαιτίας των γεωπολιτικών εντάσεων, η ελληνική οικονομία προβλέπεται να αναπτυχθεί με ταχύτερους ρυθμούς σε σύγκριση με την ευρωζώνη εφέτος αλλά και τα επόμενα χρόνια, ενισχύοντας τη διαδικασία σύγκλισης του πραγματικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ με τα μέσα επίπεδα της ευρωζώνης. Ωστόσο, οι θετικές προοπτικές δεν πρέπει να οδηγούν σε εφησυχασμό, καθώς η τρέχουσα διαβάθμιση του Ελληνικού Δημοσίου υπολείπεται αισθητά της πιστοληπτικής αξιολόγησης που είχε το 2009, αλλά και της μέσης πιστοληπτικής αξιολόγησης που έχουν σήμερα οι χώρες της ευρωζώνης. Συνεπώς απαιτείται υπευθυνότητα και συνέχιση της προσπάθειας ώστε να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών στην ασκούμενη οικονομική πολιτική και να συνεχιστούν οι αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης του Ελληνικού Δημοσίου».

Keywords
Τυχαία Θέματα
Τράπεζα, Ελλάδος, DBRS, 2024,trapeza, ellados, DBRS, 2024