Ο Σωκράτης, οι νόμοι και οι Νεοέλληνες

Όταν ο Κρίτων επισκέφτηκε τον Σωκράτη στην φυλακή για να τον προτρέψει να αποδράσει όσο είναι ακόμα καιρός, γιατί και ο φύλακας είχε δωροδοκηθεί αλλά και οι Αθηναίοι ήταν διατεθειμένοι να κάνουν τα στραβά μάτια, αφού ενδόμυχα ήξεραν ότι η καταδίκη ήταν άδικη, ο Σωκράτης αρνήθηκε να ακολουθήσει τον φίλο του στην ελευθερία επικαλούμενος τους νόμους. Αυτοί δεν ήταν που φρόντισαν ώστε ο Σωκράτης όχι μόνο να μπορέσει να περάσει από την ανυπαρξία στην ύπαρξη, αλλά και να μπορέσει να γίνει αυτό που

έγινε: ένας ελεύθερος και μορφωμένος άνθρωπος που μπορεί να ξεχωρίζει το δίκαιο από το άδικο, το σωστό από το λάθος, που μπόρεσε και έζησε μια αξιοπρεπή ζωή στα πλαίσια μιας συντεταγμένης πολιτείας; Μιας πολιτείας που έχει καθήκον να την υπερασπιστεί γιατί χωρίς αυτήν και τους νόμους της δεν θα είχε ούτε πατέρα, ούτε μητέρα, ούτε όνομα, ούτε καταγωγή, ούτε κανένα δικαίωμα στη ζωή. Γιατί λοιπόν να μην δεχθεί και την απόφασή τους να πεθάνει, αφού και αυτή πάρθηκε σύμφωνα με τους νόμους – τους ίδιους νόμους που του χάρισαν τη ζωή και που ορκίστηκε να υπερασπίσει με την ζωή του αν χρειαστεί; Έτσι ο Σωκράτης έμεινε στη φυλακή και δέχτηκε το θάνατο που του επέβαλαν οι νόμοι εκπληρώνοντας τη βούληση των συμπολιτών του.

Σήμερα, δυόμιση χιλιάδες χρόνια αργότερα, οι πολίτες μιας πολιτείας που θεωρούν εαυτούς απόγονους του Σωκράτη και την πολιτεία τους βασισμένη στις ίδιες αρχές της ισονομίας και του θεσμοθετημένου δικαίου που ονομάζονται νόμοι – οι Νεοέλληνες - βγαίνουν στους δρόμους και κατηγορούν τους νόμους και στρέφονται εναντίον τους γιατί τους στερούν - όχι την ζωή, αλίμονο - αλλά ένα μέρος του εισοδήματός τους στην προσπάθεια της πολιτείας να αποφύγει την καταστροφή. Καταφέρονται εναντίον των ίδιων θεσμών που τα τελευταία είκοσι-τριάντα χρόνια φρόντισαν να αυξηθεί το εισόδημά τους, φρόντισαν να γίνουν ισότιμα μέλη μιας πανευρωπαϊκής κοινωνίας, φρόντισαν να μπορούν να ταξιδεύουν και να εγκαθίστανται ανενόχλητοι, με ακέραια αστικά και με αρκετά πολιτικά δικαιώματα, σε όποιο μέρος της γηραιάς ηπείρου επιθυμούν, να εργάζονται, να επενδύουν, να αποκτούν περιουσίες και να μεταφέρουν κεκτημένα εργασιακά δικαιώματα και περιουσίες όπου διαμένουν.

― «Γιατί αυτή η μεμψιμοιρία και οι θρήνοι;» αναρωτιέται ο Σωκράτης όταν τα κλαψουρίσματα και οι διαμαρτυρίες τάραξαν τελικά την θεσπέσια ηρεμία των Ηλυσίων Πεδίων που σήμερα βρίσκεται. «Όταν αυτοί οι νόμοι και θεσμοί φρόντιζαν να βελτιώνεται η ζωή σας, γιατί δεχτήκατε αυτούς τους καρπούς χωρίς να ρωτήσετε ποιό μπορεί να είναι το τίμημα και τώρα δεν δέχεσθε να το πληρώσετε;»

― «Γιατί οι καινούριοι νόμοι είναι άδικοι», φωνάζουν πολλοί Νεοέλληνες.

― «Όμως» – ρωτάει ο Σωκράτης – «ήταν οι νόμοι που μοίραζαν τον νέο πλούτο δίκαιοι; Όλοι ξυλεύτηκαν από την δρυ της ΕΟΚ και της μετέπειτα ΕΕ, ο καθένας όπως μπόρεσε. Γιατί λοιπόν κάποιος να ζητάει τώρα την εξαίρεσή του, επειδή ίσως δεν μπορεί να απαλύνει τις

συνέπειες της κρίσης όσο ο γείτονάς του που ίσως φρόντισε εκ των προτέρων γι’ αυτό; Μήπως επειδή τότε ήταν πιο καπάτσος στο μάδημα της χήνας της ευημερίας; Ή μήπως είναι δίκαιο να παίρνεις και άδικο να δίνεις;»

― «Ναίαίαί...» ουρλιάζουν μερικοί.

― «Τότε μην παραπονιέστε, γιατί ήταν ήδη άδικο να σας δώσουν οι νόμοι ό,τι σας έδωσαν και δίκαιο να σας το πάρουν πίσω....».

― «Μα δεν είχαμε άλλη επιλογή», λένε μερικοί ψαγμένοι στα νομικά και στην ηθική. «Το σύστημα μας ανάγκασε, μας κυνηγάγανε να μας δώσουν δάνεια, πιστωτικές κάρτες, μας φάγανε στη διαφήμιση, μας αποπλάνησαν, μας βάλανε ιδέες, μας εξώθησαν στον καταναλωτισμό, μας τα χάρισαν... και άλογο που στο χαρίζουν δεν το κοιτάς στα δόντια, όπως λέει και η παροιμία».

― «Ξέρετε», λέει ο Σωκράτης, «εδώ στα Ηλύσια Πεδία γνώρισα δυο εξαίσιους συνάδελφους, πιο νέους από μένα και βαρβαρικής καταγωγής αλλά λαμπρά μυαλά, τον Θωμά τον Χομπς και τον πολύ καλό φίλο μου τον Μπαρούχ τον Σπινόζα. Περνάμε ατέλειωτες ώρες μαζί παίζοντας πρέφα και συζητώντας διάφορα. Λοιπόν, για να μην πολυλογώ, και οι δυο επισημαίνουν πως ακόμα και ο εξαναγκασμός δημιουργεί υποχρεώσεις – γιατί κάθε άνθρωπος είναι ελεύθερος να κάνει τις επιλογές του και να αρνηθεί το εξαναγκασμό – ακόμα και αν αυτό του κοστίσει την ίδια του τη ζωή. Οπότε, αφού αποδεχτήκατε τον εξαναγκασμό που σας έκανε πλούσιους, έχετε και την υποχρέωση να υποστείτε και τις αναγκαστικές συνέπειές του. Εξάλλου, αν κοιτάγατε τα δόντια του αλόγου που σας χάρισαν ίσως βλέπατε ότι είναι αιμοβόρο και δαγκώνει».

― «Μα οι νόμοι μας πρόδωσαααααααν», σπαράζουν οι Νεοέλληνες. «Ήταν υποχρεωμένοι από το σύνταγμα να μας υπηρετούν και όχι να μας καταδυναστεύουν. Κάτω οι νόμοιοιοιοι, κάτω η καταπίεσηηηηη, δεν χρωστάμε, δεν πληρώνουμεεεε....».

― «Αχ παιδιά μου, για κοιτάξτε καλά το σύνταγμά σας. Θα δείτε ότι οι νόμοι σας είναι υποχρεωμένοι να υπηρετήσουν και να υπερασπιστούν την ανθρώπινη αξία και όχι τις αξίες των εισοδημάτων σας. Αυτό προσπαθούν να κάνουν, κάτι που όπως έχω διαπιστώσει από τις δυο τρεις φορές που έχω κάνει έναν κλεφτό περίπατο στην παλιά πατρίδα μου, εσείς μάλλον το έχετε γράψει στα μέζεα του κατώτερου στεατοπυγικού σας συστήματος – όπως ακούω κάποιον δήθεν γνώστη της μητρικής μου διαλέκτου να λέει. Δεν ξέρω αν θα τα καταφέρουν, αλλά τουλάχιστον αυτή την αποστολή έχουν οι νόμοι. Και σ’ αυτό διαφέρει πραγματικά ο κόσμος σας από τον κόσμο που έζησα. Και αν αυτή είναι η υποχρέωση των νόμων σας, αυτή είναι και η δική σας».

Αυτά από τον Σωκράτη, που καταπονημένος από την ομιλία – προφανώς έχει ξεσυνηθίσει να μιλάει εκεί στα Ηλύσια Πεδία όπου όλοι συνεννοούνται τηλεπαθητικά – αρχίζει να ξεθωριάζει και να ξαναγίνεται πνεύμα. Και οι Νεοέλληνες; Ξανασηκώνουν τα πανό και τις κόκκινες και μαύρες σημαίες και συνεχίζουν την πορεία διαμαρτυρίας – μόνο πιο σιγά μην τους ξανακούσει ο Σωκράτης που πια δεν μπορούν να του κλείσουν το στόμα με ένα ποτήρι κώνειο.

Keywords
Τυχαία Θέματα