ΣΕΒ: Η ισοτιμία γυναικών και ανδρών κάνει καλό και στην οικονομία και στην κοινωνία!

Διεθνώς, το χάσμα ευκαιριών και εισοδήματος μεταξύ των δύο φύλων μικραίνει διαχρονικά, αν και θα πάρει δεκαετίες η εξάλειψη του φαινομένου σε κάποιο σημαντικό βαθμό. Αυτό, σύμφωνα με την καθιερωμένη ανάλυση του ΣΕΒ, είναι αποτέλεσμα της προόδου που σημειώνεται στο πεδίο της συμμετοχής των γυναικών στην εκπαίδευση και την πολιτική, αν και στο πεδίο της οικονομίας, η πρόοδος που σημειώθηκε έχει αρχίσει να αντιστρέφεται τα τελευταία χρόνια, ενώ στο πεδίο της υγείας, σημειώνεται μια ελαφρά χειροτέρευση που επηρεάζεται, όμως,

μεσοσταθμικά από Κίνα και Ινδία.

Στη Δυτική Ευρώπη, τα τελευταία 10 χρόνια, σημειώθηκε βελτίωση σε όλα τα πεδία, με την εξαίρεση της υγείας όπου σε 15 (συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας) από τις 20 χώρες που εξετάζονται, υπήρξε χειροτέρευση του σχετικού δείκτη. Αυτό συναρτάται, κυρίως, με την χειροτέρευση στον δείκτη προσδόκιμου ζωής με πλήρη υγεία κατά τη γέννηση, που, σε ορισμένες χώρες, μειώνεται πιο γρήγορα στις γυναίκες απ' ό,τι στους άνδρες, ή σε άλλες χώρες, δεν αυξάνει τόσο γρήγορα στις γυναίκες όσο στους άνδρες καθώς η αυξημένη συμμετοχή των γυναικών στον εργασιακό στίβο φαίνεται να συνυπάρχει με αρνητικές επιδράσεις στην υγεία τους, αντισταθμίζοντας σε κάποιο μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό τη θετική συνεισφορά και στα δύο φύλα των τεχνολογικών εξελίξεων στην ιατρική επιστήμη.

Στην Ελλάδα, οι γυναίκες έχουν καλύψει το 69,2% (75,6% στη Δυτική Ευρώπη) της απόστασης μέχρι την πλήρη ισοτιμία ανδρών και γυναικών (4η από το τέλος), με ποσοστά κάλυψης 67% (70,6% στη Δυτική Ευρώπη) στην οικονομία (7η από το τέλος), 99,1% (99,6% στη Δυτική Ευρώπη) στην εκπαίδευση (3η από το τέλος), 97,3% (97,2% στη Δυτική Ευρώπη) στην υγεία (11η από το τέλος) και 13,6% (34,9% στη Δυτική Ευρώπη) στην πολιτική (2η από το τέλος) αντιστοίχως. Χωρίς να υποβαθμίζεται η σημασία της συμμετοχής στην πολιτική, η συνολική βαθμολογία προκύπτει ως απλός αριθμητικός μέσος των βαθμολογιών στα 4 επιμέρους πεδία, και, ως εκ τούτου, επηρεάζεται υπερβολικά από τη χαμηλή βαθμολογία που αφορά στη συμμετοχή των γυναικών στην πολιτική, γεγονός που κατατάσσει την Ελλάδα κάτω από το επίπεδο 18 χωρών των Βαλκανίων και της Ανατολικής Ευρώπης.

Σε κάθε περίπτωση, λέει ο ΣΕΒ, η σχετικά χαμηλή θέση της Ελλάδας στη συνολική κατάταξη οφείλεται κυρίως, στη χαμηλή συμμετοχή των γυναικών στο εργατικό δυναμικό της χώρας (59,6% για τις γυναίκες και 76,5% για τους άνδρες με τα αντίστοιχα ποσοστά στη Δυτική Ευρώπη να διαμορφώνονται σε 70,2% και 80,2%), και στη συγκέντρωση των εργαζόμενων γυναικών σε κλάδους και δεξιότητες με σχετικά χαμηλότερες αμοιβές από ό,τι σε κλάδους και δεξιότητες όπου είναι μεγαλύτερη η συγκέντρωση των εργαζόμενων ανδρών.

Η επιθυμητή ισοτιμία μεταξύ ανδρών και γυναικών μπορεί να επιδιωχθεί, με πολιτικές, πρώτον, που ελαφρύνουν τον βαρύ ρόλο που παίζουν οι γυναίκες στην ανατροφή των παιδιών και τη φροντίδα των γονέων (επαρκείς κοινωνικές δομές, φορολογικά κίνητρα κ.ο.κ.), έτσι ώστε να αυξηθεί η συμμετοχή τους στην αγορά εργασίας, και, δεύτερον, που εστιάζουν στην ανάπτυξη δεξιοτήτων στις θετικές επιστήμες στην εκπαίδευση των γυναικών και την προσέλκυσή τους σε κλάδους με μεγάλη συγκέντρωση ανδρών (κίνητρα σε επιχειρήσεις, προγράμματα δια βίου μάθησης, μη άσκηση διακριτικής μεταχείρισης στη βάση σεξιστικών αντιλήψεων κατά την πρόσληψη, κ.ο.κ.). Είναι καιρός να αναγνωρισθεί και στην πράξη ότι οι γυναίκες έχουν τις ίδιες ικανότητες με τους άνδρες και οι δυνατότητές τους πρέπει να αξιοποιούνται, λαμβάνοντας πάντα υπόψη το σημαντικό τους ρόλο στη δημιουργία και τη συνοχή της οικογένειας.

Σχέση ΑΕΠ κατά κεφαλή και δείκτη ισοτιμίας των φύλων (World Economic Forum, The Global Gender Gap Report 2017, World Bank, 2016)
Σημ.: Ο μέσος όρος Δυτικής Ευρώπης περιλαμβάνει τις εξής 20 χώρες: Ισλανδία, Νορβηγία, Φινλανδία, Ιρλανδία, Σουηδία, Γαλλία, Γερμανία, Δανία, Ην. Βασίλειο, Ισπανία, Ολλανδία, Ελβετία, Βέλγιο, Πορτογαλία, Ιταλία, Αυστρία, Λουξεμβούργο, Μάλτα, Ελλάδα και Κύπρο.

Ισοτιμία των δύο φύλων: Για ακόμη καλύτερες μέρες!
Το 2017, οι καθαρές προσλήψεις διαμορφώθηκαν σε 143,5 χιλ. (+5,3%), εκ των οποίων 112 χιλ. (+2,1%) σε κλάδους πλην του τουρισμού, αντανακλώντας την ισχυροποίηση της ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας.

Το ποσοστό των νέων προσλήψεων μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο σε σύγκριση με τον Δεκέμβριο του 2016 και 2015 στο 57,4% έναντι 43% τον Δεκέμβριο του 2014. Παράλληλα, η αυξημένη ζήτηση στην αγορά αντικατοπτρίζεται στην άνοδο του δείκτη τιμών καταναλωτή κατά +1,1% το 2017 συνολικά (+0,3% χωρίς την επίπτωση των έμμεσων φόρων – μεταφορές, ποτά, καπνό κλπ), έπειτα από 4 έτη αποπληθωρισμού. Την ίδια ώρα, ακόμα και η οικοδομική δραστηριότητα παρουσιάζει σημάδια ανάκαμψης (+23,4% στον όγκο που αντιστοιχεί στις νέες άδειες το διάστημα Ιαν – Οκτ 2017), έπειτα από 9 έτη πτώσης. Η εκτέλεση του κρατικού προϋπολογισμού διασφάλισε την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος άνω του αναθεωρημένου στόχου, παρά την υστέρηση των εσόδων προ επιστροφών και των εσόδων του ΠΔΕ, λόγω της συγκράτησης πρωτογενών δαπανών, των δαπανών του ΠΔΕ και της μείωσης των καταπτώσεων εγγυήσεων από τα υψηλά επίπεδα του 2016.

Το χάσμα των δύο φύλων στην Ελλάδα

Μετρώντας το χάσμα ευκαιριών και εισοδήματος μεταξύ των δύο φύλων, στην έκθεση The Global Gender Gap Report 2017, του World Economic Forum, χρησιμοποιούνται συνθετικοί δείκτες που αποτυπώνουν τέσσερις πτυχές υστέρησης των γυναικών προς την ισοτιμία των δύο φύλων: την συμμετοχή στην οικονομική διαδικασία και τις ευκαιρίες, εκπαιδευτικά επιτεύγματα, την υγεία και την επιβίωση, και την πολιτική παρουσία/δύναμη των γυναικών. Το χάσμα μεταξύ των δύο φύλων διεθνώς διαμορφώνεται το 2017 στο 68%, έναντι 66% το 2006 (δηλαδή οι γυναίκες έχουν καλύψει το 68% και υπολείπονται κατά 32%, του επιπέδου που απολαμβάνουν οι άνδρες, Δ01). Η Ελλάδα, με 69,2% το 2017, έναντι 65,4% το 2006, βρίσκεται πάνω από τον διεθνή μέσο όρο, αλλά, ταυτόχρονα, βρίσκεται, μαζί με την Ιταλία στις τελευταίες θέσεις στη Δυτική Ευρώπη, με την εξαίρεση της Κύπρου και της Μάλτας που βρίσκονται σε ακόμη χαμηλότερη θέση.

Σημειώνεται ότι στην Ελλάδα, ο γενικός δείκτης ισοτιμίας των δύο φύλων υποχώρησε στα πρώτα χρόνια της κρίσης (Δ02), ένδειξη ότι οι γυναίκες επλήγησαν περισσότερο από τους άνδρες, αν και έκτοτε ακολουθεί ανοδική πορεία, κυρίως λόγω της αύξησης της συμμετοχής των γυναικών στον ενεργό πληθυσμό σε μία προσπάθεια αντιστάθμισης της μείωσης του οικογενειακού εισοδήματος.

Σημειώνεται ότι υπάρχει θετική συσχέτιση μεταξύ επιπέδου ευημερίας (όπως μετριέται από το ΑΕΠ κατά κεφαλή) και της κάλυψης από τις γυναίκες της διαφοράς μεταξύ των δύο φύλων (διάγραμμα μπροστινής σελίδας).

Αυτό σημαίνει ότι μεγαλύτερα επίπεδα ευημερίας μπορούν να παραχθούν, εάν κλείσει ακόμη περισσότερο το χάσμα που υπάρχει μεταξύ ανδρών και γυναικών. Προς αυτή την κατεύθυνση απαιτείται αφενός να αυξηθεί η συμμετοχή των γυναικών στην παραγωγική διαδικασία και αφετέρου οι γυναίκες, μέσω του εκπαιδευτικού συστήματος, να αποκτήσουν δεξιότητες υψηλότερης προστιθέμενης αξίας, που θα ισχυροποιήσουν

Keywords
Τυχαία Θέματα