Μια συνταγματική αναθεώρηση, δύο διαφορετικοί κόσμοι

Παρά τα όσα αντίθετα διαρρέονται από το Μέγαρο Μαξίμου, εδώ και πολύ καιρό η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ ομολογεί έμμεσα την προοπτική της εκλογικής ήττας ναρκοθετώντας με πολλούς τρόπους την επόμενη κοινοβουλευτική μέρα: Η αρχή έγινε με τη δέσμευση της χώρας για πρωτογενή πλεονάσματα μετά το πέρας του κοινοβουλευτικού βίου της παρούσας κυβέρνησης. Στη συνέχεια ήρθε η απόπειρα άμεσης εφαρμογής της απλής αναλογικής (ποιος ξεχνά τους 198 βουλευτές που «είχε» η κυβέρνηση σύμφωνα με τον Πρόεδρο της Βουλής;). Και τώρα, λίγο πριν

από τη λαϊκή αποδοκιμασία, ο κ. Τσίπρας επαναφέρει τις περίφημες προτάσεις του για τη συνταγματική αναθεώρηση.

Ορισμένες από τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού θα μπορούσαν να προκαλέσουν θυμηδία, αν κάποιες άλλες δεν προκαλούσαν εύλογα ανησυχία: Θα ήταν ειρωνικό να προτείνει λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία ο πολιτικός που εξαπάτησε τους πολίτες με το «όχι» στο δημοψήφισμα για να το κάνει «ναι» την επόμενη μέρα, αν ταυτόχρονα δεν πρότεινε τη μετατροπή των ανεξάρτητων αρχών σε όργανα της κυβέρνησης δια της μείωσης της απαιτούμενης πλειοψηφίας στη διάσκεψη των προέδρων από τα 4/5 στα 3/5.

Θα ήταν διασκεδαστικό να κάνει λόγο για διασφάλιση του δημόσιου χαρακτήρα νερού και ηλεκτρικού ρεύματος εκείνος που υποθήκευσε μέχρι και αρχαιολογικούς χώρους για 99 χρόνια, αν την ίδια ώρα δεν έβαζε βόμβα στα θεμέλια της χώρας δημιουργώντας περιόδους πολιτικής ανωμαλίας έξι μηνών για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας. Με λίγα λόγια, ο κ. Τσίπρας εξαγγέλλει όσα καταπάτησε και όσα ευτυχώς δεν πρόλαβε ή δεν κατάφερε να κάνει ως τώρα.

Υπάρχει, όμως, μια χρησιμότητα από το άνοιγμα αυτής της δημόσιας συζήτησης. Και αυτό είναι η ευκαιρία που δίνεται στους πολίτες να συγκρίνουν τις προτεραιότητες και την κατεύθυνση που θέλουν να δώσουν στη χώρα τα κόμματα που διεκδικούν την ψήφο τους. Και μπορούν οι πολίτες να δουν ανάγλυφα τις διαφορές δύο κόσμων, τολμώ να πω, καθώς η Νέα Δημοκρατία δίνει έμφαση στις αρμοδιότητες κεντρικής κυβέρνησης και τοπικής αυτοδιοίκησης, ώστε ο πολίτης να ξέρει πού πρέπει να απευθυνθεί για τα προβλήματά του και, κυρίως, να βρίσκει λύσεις.

Παράλληλα, ενισχύει την πολιτική σταθερότητα, εκσυγχρονίζει τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες και εξασφαλίζει την ομαλή και άμεση λογοδοσία (πολιτική και δικαστική) βουλευτών και υπουργών. Τέλος, αλλά όχι τελευταία, κατοχυρώνει την αξιολόγηση υπέρ της πλειοψηφίας των ευσυνείδητων και έντιμων δημοσίων υπαλλήλων και δίνει επιτέλους ανάσα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση μέσω της αναθεώρησης του άρθρου 16.

Συνοψίζοντας, πλέον οι πολίτες έχουν μπροστά τους δύο δρόμους: Το δρόμο προς ένα καθεστώς λαϊκιστικής οχλοκρατίας, με αδύναμους θεσμούς και προοπτικές φτωχοποίησης της κοινωνίας που προτείνει ο κ. Τσίπρας και το δρόμο προς μια σύγχρονη, δυναμική και αποτελεσματική δημοκρατία, με κανόνες ίδιους για όλους, όραμα κοινωνικής ανόδου για όσους το αξίζουν και πραγματική στήριξη σε όσους τη χρειάζονται, όπως τον περιέγραψε ο κ. Μητσοτάκης. Και οι πολίτες έχουν ήδη διαλέξει το δεύτερο δρόμο, όχι γιατί φαίνεται πιο εύκολος, αλλά γιατί ξέρουν ότι είναι αυτός που θα ενώσει τους Έλληνες και θα τους οδηγήσει σε καλύτερες μέρες.

* Ο Παύλος Μαρινάκης είναι δικηγόρος και αντιπρόεδρος ΟΝΝΕΔ

Keywords
Τυχαία Θέματα