Κολυμπώντας στα βαθιά νερά για τα πετρέλαια

Μετά την πρόσφατη παρουσίαση στο Λονδίνο του νέου γύρου παραχωρήσεων μεγάλων θαλάσσιων περιοχών της Ελλάδας για έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων, η χώρα μας είναι προφανώς ότι προσπαθεί να κολυμπήσει στα βαθιά νερά. Και μεταφορικά, αφού προσπαθεί πλέον να απευθυνθεί σε μία κοινότητα μεγάλων ξένων εταιρειών, αλλά και κυριολεκτικά, καθώς σε πολλές από τις προς παραχώρηση περιοχές όντως μιλάμε για πολύ μεγάλα θαλάσσια βάθη, η έρευνα στα οποία ενέχει τεράστιο ρίσκο και απαιτεί πολύ μεγάλες επενδυτικές δαπάνες.

Ο

υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής Γιάννης Μανιάτης, ο οποίος σαφώς πιστώνεται την επανεκκίνηση της δραστηριότητας σε έναν τομέα ο οποίος είχε ουσιαστικά αδρανοποιηθεί εδώ και δεκαπέντε χρόνια – με εξαίρεση βέβαια την είσοδο της Energean Oil & Gas και τις επενδύσεις στον Πρίνο – προφανώς γνωρίζει ότι το νέο παιχνίδι παίζεται με πολύ πιο σκληρούς όρους, από παίκτες που προκειμένου να πετύχουν αυτό που θέλουν, πιέζουν ως εκεί που δεν πάει χώρες πολύ μεγαλύτερες από την Ελλάδα.

Αυτοί οι παίκτες συνήθως δεν βγαίνουν μπροστά σε διαγωνισμούς με ρίσκο, αλλά περιμένουν να υπάρξουν ανακαλύψεις (δείτε το παράδειγμα της Total και της ENI στην Κύπρο καθώς και της Shell στην Αλβανία). Μια γεώτρηση σε μεγάλα βάθη μπορεί να φτάσει να κοστίζει ακόμη και 150 εκατομμύρια δολάρια, όταν λ.χ. στον Πρίνο κοστίζει περί τα δεκαπέντε, ενώ η επιφυλακτικότητα μεγαλώνει ακόμη περισσότερο αν αναλογιστεί κανείς ότι μιλάμε για μια χώρα που δεν έχει ακόμη αποδείξει ότι διαθέτει πετρελαϊκό δυναμικό. Είναι τελείως διαφορετικό το να πιθανολογούμε ότι υπάρχουν κοιτάσματα από το να έχουμε ανακοινώσει ανακαλύψεις, μετά από έρευνες, και, πολύ περισσότερο, από το να έχουμε ήδη παραγωγή σε τρεις – τέσσερις περιοχές – και όχι, βεβαίως, την κλασική του Πρίνου που γνωρίζουμε εδώ και 35 χρόνια.

Οι ισορροπίες στο νέο διαγωνισμό, λοιπόν, είναι πολλές και εύθραυστες. Αν έρθουν μερικοί μεγάλοι, ακριβώς λόγω του ρίσκου και του χαρακτήρα – frontier της χώρας μας (αυτός είναι ο διεθνής όρος για αχαρτογεωγράφητες περιοχές), προφανώς θα θέσουν όρους ασύμφορους για να πιέσουν την χώρα να προχωρήσει. Αν δεν έρθουν οι μεγάλοι, για να επιτύχει ο διαγωνισμός, θα πρέπει να έχουν έρθει κοινοπραξίες με αρκετές μεσαίες ή και μικρότερες εταιρείες, οι οποίες φυσικά θα πρέπει να έχουν αποδεδειγμένη τεχνική εμπειρία και κεφαλαιακή ικανότητα για να προχωρήσουν. Έχοντας θέσει πολύ απαιτητικούς όρους για την υποβολή προσφορών – τουλάχιστον 1500 χιλιόμετρα σεισμικά και αγορά του πακέτου δεδομένων ξεχωριστά από κάθε εταιρεία που μετέχει σε μια κοινοπραξία – το καλό σενάριο εδώ για την Ελλάδα θα είναι όντως να έρθουν εταιρείες που έχουν τις βάσεις για μια επιτυχημένη συμμετοχή.

Αντίθετα όμως, ο διαγωνισμός μπορεί να τραβήξει διάφορους «τζογαδόρους» που θα εμφανιστούν για να «παίξουν» σε κάποιο χρηματιστήριο τη μετοχή τους ή για να πείσουν κάποιο fund, από αυτά που δεν το έχουν σε τίποτε να ρίξουν μερικά εκατομμύρια και να χρηματοδοτήσουν, ανεβάζοντας θεωρητικά και την δική τους αξία με «όπλο» τις όποιες προοπτικές.

Αυτή θα είναι η δυσκολότερη άσκηση για την ελληνική κυβέρνηση – όποια κι αν είναι εκείνη, όταν ολοκληρώνεται ο διαγωνισμός: στο σενάριο που ο μεγάλος ξένος θα λείπει ή θα θέτει σκληρούς όρους και που οι σοβαροί μικρομεσαίοι θα λείπουν ή θα είναι λίγοι, δεν θα πρέπει να βαφτιστούν, ως υπολογίσιμοι παίκτες τέτοιοι «τζογαδόροι» -σαν και κάποιους, άλλωστε, που ήρθαν και στον διαγωνισμό για τον Πατραϊκό Κόλπο, τα Ιωάννινα και το Κατάκολο και που ταλαιπώρησαν αρκετά τις διαδικασίες, ακριβώς επειδή δεν αποκλείστηκαν ως ανεπαρκείς από την αρχή, προκειμένου να δείχνουμε «μεγάλο ενδιαφέρον».

Στα απευκταία, λοιπόν, αυτά σενάρια, θα πρέπει να δούμε τί κάναμε λάθος και με ποιόν τρόπο θα ξαναβάλουμε μπροστά τις διαδικασίες ώστε να αποδώσουν σε βάθος χρόνου. Διαφορετικά, είτε θα έχουμε χάσει την αξιοπιστία μας απέναντρι στους πραγματικά μεγάλους παίκτες που περιμένουν αποτέλεσμα για να εμφανιστούν είτε θα έχουμε δώσει «γην και ύδωρ», οδηγώντας την παραδοσιακά συνωμοσιολογούσα ελληνική κοινή γνώμη στο συμπέρασμα «τελικά, τα πετρέλαια τα δίνουμε όσο-όσο και η χώρα δεν θα ωφεληθεί όσο θα μπορούσε».

Προσοχή λοιπόν, αφού αποφασίσαμε να κολυμπήσουμε σε τόσο βαθιά νερά, ας μάθουμε εγκαίρως πώς κολυμπάνε κι ας μην ψάχνουμε μετά για σωσίβια...

Blogger Δημήτρης Μαρκόπουλος
Keywords
Τυχαία Θέματα