Ιστορία χωρίς τέλος: Το τρομακτικό μέλλον των ευρωπαϊκών τραπεζών


Εάν ήταν να επιλέξετε την ημερομηνία εκείνη που οι ευρωπαϊκές τράπεζες έφτασαν στο σημείο χωρίς επιστροφή, πότε θα ήταν; Μήπως εκείνη τη μέρα του Ιουλίου του 2012, όταν ο Bob Diamond παραιτήθηκε από το τιμόνι της Barclays εν μέσω του σκανδάλου νοθείας με τα με τα διατραπεζικά επιτόκια; Ή εκείνο το φθινοπωρινό πρωινό της ίδιας χρονιάς που η UBS ανακοίνωσε ότι αποσύρεται από την αγορά σταθερού εισοδήματος και απολύει

10.000 εργαζομένους; Ή μήπως την 12η Σεπτεμβρίου του 2010, όταν ενεργοποιήθηκαν οι κανονισμοί της Βασιλείας ΙΙΙ που προέβλεπαν πιο αυστηρές κεφαλαιακές προϋποθέσεις, με αποτέλεσμα να ξεκινήσει η ανατροπή στα οικονομικά του παγκόσμιου χρηματοοικονομικού συστήματος;
Θα μπορούσαν αν είναι όλες αυτές οι ημερομηνίες, αναφέρει το Bloomberg στο βασικό του άρθρο, αν δεν υπήρχε η 21η Μαΐου του 2015: Ήταν τότε που οι μέτοχοι της Deutsche Bank πήγαν στη Φρανκφούρτη και ψήφισαν για τη στρατηγική και την απόδοση της διοίκησης. Σχεδόν το 40% των επενδυτών της τράπεζας αρνήθηκαν να δώσουν ψήφο εμπιστοσύνης στους συνδιευθύνοντες συμβούλους, Anshu Jain και Jürgen Fitschen. Κι αν στην πολιτική θεωρείται επιτυχία να κερδίσεις τους 6 από τους 10 ψηφοφόρους, στον κόσμο των επιχειρήσεων και των τραπεζών αποτελεί σημαντικό πλήγμα. Μέχρι τα τέλη Ιουνίου, ο Jane είχε βρεθεί εκτός και ο Fitschen είχε συμφωνήσει να φύγει από την τράπεζα έως τον Μάιο που μάς έρχεται.

Οι επενδυτές έχουν εξαντλήσει την υπομονή τους με τους ιθύνοντες των ευρωπαϊκών τραπεζών και αυτό δεν αποτελεί κάτι παράξενο. Από την κατάρρευση της Lehman Brothers τον Σεπτέμβριο του '08, οκτώ από τις μεγαλύτερε τράπεζες της Ευρώπη έχουν ανακοινώσει 100.000 απολύσεις, έχουν καταβάλλει 63 δισ. δολ. σε νομικές αποζημιώσεις κι έχουν απολέσει 420 δισ. δολ. από την αγοραία τους αξία.

Το 2015, η Deutsche Bank έχασε το ποσό ρεκόρ των 6,8 δισ. ευρώ. Στα μέσα Φεβρουαρίου ήρθε αντιμέτωπη με ένα μνημειώδες selloff. Η επιβράδυνση της Κίνας, η συντριβή του πετρελαίου και οι διαφαινόμενες ρυθμιστικές και δικαστικές δαπάνες πυροδότησαν το ξέσπασμα ενός φόβου που δεν είχε ξαναδεί ο πλανήτης από το 2008. μόνο πέρυσι καινούργιοι Ceo's ανέλαβαν σε Barclays, Credit Suisse, Deutsche Bank και Standard Chartered. Τώρα θα πρέπει να βρουν τρόπο να ευημερήσουν σε μια αγορά που επανασχηματίζεται ταυτόχρονα με αυστηρότερους νέους κεφαλαιακούς κανονισμούς και μυριάδες νεοφυείς χρηματοοικονομικές και τεχνολογικές επιχειρήσεις που δεν χρειάζεται να συμμορφώνονται με αυτούς.
Κι ενώ οι αμερικανικές τράπεζες φαίνεται να έχουν αφήσει πίσω τους τη Lehman, οι ευρωπαϊκές πάνε για νέο γύρο αναδιάρθρωσης και μάλιστα σε τέτοιοι βαθμό που οι αναλυτές του Λονδίνου τις αποκαλούν... «εργοτάξια».

Ο νέος CΕΟ της Credit Suisse, Tidjane Thiam, εξορθολογίζει την επενδυτική τραπεζική και πιέζει προκειμένου να επιτύχει άλμα 61% στα προ φόρου εισοδήματα από τη διεθνή μονάδα διαχείρισης πλούτου της τράπεζάς του εντός διετίας. Στη Barclays, ο Jes Staley δεν έχασε καιρό και απέλυσε 1.200 εργαζόμενους από το τμήμα επενδύσεων, ενώ έκλεισε και γραφεία της Αυστραλίας και της Ασίας. Ο Βρετανός John Cryan, που αντικατέστησε τον Ινδικής καταγωγής Jain, στη Deutsche Bank, εφαρμόζει μια άνευ προηγουμένου αναθεώρηση του συνόλου των πληροφοριακών συστημάτων της τράπεζας ώστε να καλύψει τα ασταθή συστήματα διαχείρισης κινδύνων.

Το λάθος του Jain ήταν ότι ήθελε να συνεχίσει αυτό που δημιούργησε: μια Deutsche – γίγαντα της επενδυτικής στρατηγικής με δραστηριότητα σε 70 χώρες. Ωστόσο, αν και αναγκάστηκε να πουλήσει μετοχές της D.B. στη γερμανική λιανική τράπεζα Postbank, να αποχωρήσει από πάνω από 6 χώρες ως μέρος της περικοπής δαπανών ύψους 3,5 δισ. ευρώ, συνέχισε να διαλαλεί ότι η Deutsche Bank θα παρέμενε «παγκόσμια και διεθνής δύναμη» και δεν πρόκειται να αλλάξει το δομικό της DNA. Κι αυτό ήταν ακριβώς αυτό που δεν ήθελαν να ακούσουν οι επενδυτές και η μετοχή έκανε βουτιά 10% μέσα σε μια εβδομάδα.

Από τα τέλη του '90, οι τράπεζες και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού επιδίωκαν την ισχυροποίηση μέσω συγχωνεύσεων και ενοποιήσεων. Ετσι έγιναν χρηματοοικονομικά... σούπερ μάρκετ που πουλούσαν προϊόντα και υπηρεσίες σε όσους πελάτες μπορούσαν να εξυπηρετήσουν. Αυτό που υπόσχονταν ήταν αποτελεσματικότητα και ανάπτυξη και τελικά δεν μπόρεσαν να τηρήσουν τίποτα εκ των δύο επαρκώς. Αποτέλεσμα; Τώρα οι παγκόσμιες τράπεζες της Ευρώπης διαχωρίζονται.

Ο τραπεζικός κλάδος γίνεται όλο και πιο ευάλωτος όσο ο Cryan, Thiam και οι ανταγωνιστές τους παλεύουν να επανεκκινήσουν τις εταιρείες τους. Πριν μια εβδομάδα η μετοχή της Deutsche Bank υποχώρησε σχεδόν 10% και η τιμή των ασφαλίστρων κινδύνου έφτασαν στο υψηλότερο σημείο από το 2011. Η αιτία; Μια προειδοποίηση από αναλυτές στο Λονδίνο προς πελάτες ότι η Deutsche ίσως αποδειχθεί ανίκανη να εξυπηρετήσει κάποια από τα πιο ριψοκίνδυνα ομόλογα του χρόνου. Κι αυτό ξύπνησε ζοφερές μνήμες από την κατάρρευση του 2008.

Παρ' όλες τις αλλαγές που επιβάλλονται από αυτούς που χαράσσουν πολιτικές, στην ουσία είναι οι τεχνοκράτες και οι ειδικοί σε θέματα τεχνολιγίας σε Λονδίνο, Νέα Υόρκη και Σίλικον Βάλλεϊ που θα επανεκκινήσουν στην πραγματικότητα τη δραστηριότητα του τραπεζικού κλάδου. Όπως λέει ο Sam Hocking, πρώην επικεφαλής διεθνών πωλήσεων της BNP Paribas «υπάρχει μια θεμελιώδης αλλαγή που συντελείται στις τράπεζες: βλέπουν τα απίστευτα κόστη στην τεχνολογία τους κι αν υπάρχουν τρόποι να τα μειώσουν δουλεύοντας με εξωτερικούς συνεργάτες τότε θα το κάνουν».

Ο τραπεζίτης που καλείται τώρα να αναλάβει ρόλο είναι ο Cryan, CFO της UBS από το 2008 νέως το 2011. Τώρα καλείται να βοηθήσει την ηλικίας 146 ετών Deutsche Bank, ένα προσωπικό στοίχημα για τον ίδιο και τη φήμη του. Ο ίδιος θα χρειαστεί να ομολογήσει άβολες αλήθειες. Όπως αυτή που ομολόγησε στις 23 Νοεμβρίου στη Φρανκφούρτη: «Πολλοί άνθρωποι στον (τραπεζικό) κλάδο ακόμα πιστεύουν ότι θα πρέπει να παίρνουν παχυλούς μισθούς, συνταξιοδοτικά και υγειονομικά προγράμματα και να παίζουν με τα λεφτά των άλλων». Στις 28 Γενάρη έκοψε τα μπόνους στην τράπεζα για λόγους «δικαιοσύνης».

Τα προβλήματα των τραπεζών, καταλήγει το άρθρο, μπορούν να συνοψισθούν στο εξής: στο κόστος της πολυπλοκότητάς τους. Από τότε που παγκοσμιοποιήθηκαν στα τέλη του 90, πι σκεπτικιστές έλεγαν ότι τα μεγαθήρια αυτά είναι υπερβολικά μεγάλα για να τα διοικήσει κανείς σωστά και πολύ μεγάλα ακόμα και για να χαροκοπήσουν.
Αλλά τα θεσμικά όργανα άνθισαν ακριβώς λόγω αυτής της πολυπλοκότητας των προϊόντων και της αγοράς. Τώρα, για να παραφράσουμε αυτό που είπε ο πρώην διευθύνων σύμβουλος της Deutsche Bank Josef Ackermann, τώρα οδεύουμε και πάλι προς την απλότητα. Αυτό είναι που απαιτούν οι ρυθμιστικές αρχές. Και αυτό είναι που περιμένουν και οι περισσότεροι εκ των πελατών. Ο διαχωρισμός του τραπεζικού κυκεώνα είναι αναμφίβολα περίπλοκη διαδικασία και ίσως γεμάτη με αόρατους κινδύνους. Και όμως αφορά πραγματικά την ανάγκη επιστροφής στα βασικά...

Keywords
Τυχαία Θέματα