Η μεγάλη παρεξήγηση για τις μεταρρυθμίσεις μεταξύ κυβέρνησης και δανειστών

Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να καταλήξει με τους δανειστές σε ένα πακέτο των αποκαλούμενων «μεταρρυθμίσεων», ήτοι κυρίως περικοπών στο αφορολόγητο και τις συντάξεις, καθώς και ορισμένων μελλοντικών «αντιμέτρων», όπως βαφτίστηκαν, δηλαδή ρυθμίσεων που θα ευνοήσουν την ανάπτυξη και την προστασία ευάλωτων κοινωνικών στρωμάτων.

Ολα αυτά, βέβαια, υπό την προϋπόθεση ότι ο Προϋπολογισμός θα επιτυγχάνει τους στόχους του και το κράτος

προτού πληρώσει τους τόκους θα έχει περίσσευμα από τη λειτουργία του (πρωτογενές πλεόνασμα), το οποίο θα αντιστοιχεί στο 3,5% του ΑΕΠ για χρονικό διάστημα που δεν έχει ακόμη καθοριστεί.

Το πρώτο ζήτημα είναι ότι η Κριστίν Λαγκάρντ κατέστησε σαφές από την πλευρά του ΔΝΤ ότι πρώτα θα συμφωνηθούν οι μεταρρυθμίσεις, που είναι το «μαστίγιο» για την Ελλάδα, και αργότερα το «καρότο», δηλαδή οι στόχοι για το πρωτογενές πλεόνασμα και τα μέτρα για ελάφρυνση του χρέους που θα εφαρμοστούν μετά το 2018.

Ο στόχος του 3,5% είναι πολύ δύσκολος και για να επιτευχθεί θα πρέπει να στραγγίζεται η οικονομία.

Υποτίθεται ότι, με βάση το καλό σενάριο, εάν η ελληνική πλευρά αποδεχθεί δραστικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και το ΔΝΤ πειστεί για την αποτελεσματικότητά τους, τότε η συμφωνία για τα υπόλοιπα θα είναι πιο εύκολη και θα καταστεί δυνατή η λήψη αντιμέτρων με θετικό πρόσημο για την ανάπτυξη και την κοινωνία.

Κι εκεί, όμως, υπάρχει ένα ζήτημα γιατί το ΔΝΤ δίνει διαφορετικό περιεχόμενο από την κυβέρνηση στα μέτρα για την ενίσχυση της ανάπτυξης και της κοινωνικής προστασίας.
Το μεν ΔΝΤ εννοεί αύξηση των φόρων στα χαμηλά δηλούμενα εισοδήματα για να μειωθεί η φορολογία στα μεσαία και υψηλά αλλά και στα επιχειρηματικά κέρδη, ενώ η κυβέρνηση σκέφτεται το αντίστροφο.

Η κυβέρνηση θεωρεί -και το έχει δηλώσει- τις συντάξεις ως ένα έμμεσο εργαλείο κοινωνικής στήριξης των αδυνάτων.
Το ΔΝΤ, αντιθέτως, ευνοεί την περικοπή όλων των συντάξεων για να μειωθεί η γενική δαπάνη, με αντάλλαγμα την εισαγωγή επιδομάτων πρόνοιας για όλα τα πολύ χαμηλά εισοδήματα, είτε πρόκειται για συνταξιούχους, είτε για ανέργους. Σχηματικά, το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι ένας χαμηλοσυνταξιούχος με τρία ακίνητα, για παράδειγμα, δεν πρέπει να δικαιούται επίδομα, αλλά ένας εργαζόμενος με εισόδημα κάτω από το όριο φτώχειας χωρίς δική του στέγη μπορεί να παίρνει επίδομα ενοικίου.

Το ΔΝΤ ως μεταρρυθμίσεις εννοεί μέτρα που θα έχουν την αποδοχή του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών, ενώ η κυβέρνηση πιθανότατα θα στοχεύσει στο να καλύψει τις ανάγκες μεγάλων λαϊκών στρωμάτων που δεν μπορούν να περιμένουν άλλα δύο, τρία ή πέντε χρόνια θυσιών για να καλύψουν βασικές βιοτικές του ανάγκες.

Ασφαλώς ορισμένα απ' όσα λέει το ΔΝΤ δεν στερούνται βάσης σε μια οικονομία που βρίσκεται υπό κανονικές συνθήκες.
Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι η Ελλάδα βρίσκεται στον ένατο χρόνο ύφεσης ή στασιμότητας και οι συνθήκες δεν είναι κανονικές. Πολύ δε περισσότερο που αν γίνουν οι περικοπές, αλλά δεν μειωθούν οι υψηλοί στόχοι για τα πλεονάσματα του Προϋπολογισμού, το πιθανότερο είναι ότι θα χρειαστεί νέο φορολογικό ξετίναγμα και ο φαύλος κύκλος θα συνεχιστεί.

*Αναδημοσίευση από το «Business Stories», 26/02/2017

Keywords
Τυχαία Θέματα