«Η Ελλάδα να στρώσει κόκκινο χαλί στους επενδυτές»

της Στεφανίας Σούκη

«Κάθε αξιόλογη επένδυση που σέβεται το περιβάλλον, που σέβεται τους εργαζομένους και το εργασιακό δίκαιο και τηρεί βασικούς κανόνες της αγοράς και του ανταγωνισμού, πρέπει να θεωρηθεί σαν εθνικός στόχος και η ελληνική Πολιτεία κυριολεκτικά οφείλει να στρώσει κόκκινο χαλί στους επενδυτές, αντιμετωπίζοντας αποτελεσματικά και αίροντας κάθε εμπόδιο που ορθώνεται από την νομοθετική, εκτελεστική και δικαστική λειτουργία».

Τάδε έφη ο κ. Θεόδωρος Φέσσας, πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών στο πλαίσιο της συζήτησης για την ελληνική δικαιοσύνη και το ρόλο της

στις επενδύσεις, τονίζοντας τις ιδιαίτερα χαμηλές επιδόσεις της Ελλάδας τόσο ως προς την ψηφιοποίηση των ελληνικών δικαστηρίων όσο και την ταχύτητα απονομής της δικαιοσύνης.

Στο ίδιο μήκος κύματος και ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων κ. Γιάννης Ρέτσος, εκπροσωπώντας έναν κλάδο ο οποίος, πέραν των υψηλών επιδόσεων μέσα στην κρίση, έχει γίνει αποδέκτης μεγάλου επενδυτικού ενδιαφέροντος ακριβώς λόγω αυτών των επιδόσεων. Ωστόσο, όπως ανέφερε ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ «τα τελευταία χρόνια λόγω της κρίσης, το επενδυτικό περιβάλλον βάλλεται και υποχωρεί. Η κρίση σάρωσε τα πάντα στο πέρασμα της.

Υποχωρεί και γιατί δεν υπάρχουν τρεις σημαντικές προϋποθέσεις- ένα ρεαλιστικό για τις επενδύσεις και την ανταγωνιστικότητα φορολογικό πλαίσιο, ένα ευέλικτο χρηματοπιστωτικό σύστημα κι ένα περιβάλλον δικαιοσύνης με υγιή ανταγωνισμό και ξεκάθαρους κανόνες λειτουργίας για όλους».

Την εκδήλωση οργάνωσαν ο «e-Kύκλος Ιδεών για την Εθνική Ανασυγκρότηση»​ (think tank του κ. Βαγγέλη Βενιζέλου) και η «Συμεών Γ. Τσομώκος Α.Ε.»., ενώ στους ομιλητές ήταν ακόμη οι κ.κ. Βασίλης Σκουρής, πρώην πρόεδρος του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Βαγγέλης Βενιζέλος, καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και τώρα βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, αλλά και ο κ. Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου της Αθήνας.

Ειδικα στον τομέα της δικαιοσύνης, όπως ανέφερε ο κ. Φέσσας, «όσο περνάει ο χρόνος, οι δικαστικές υποθέσεις αυξάνονται επιβαρύνοντας το σύστημα. Από την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2017 καταγράφεται ότι ο χρόνος εκδίκασης των αστικών υποθέσεων και των εμπορικών υποθέσεων στην Ελλάδα είναι 378 ημέρες, έναντι 242 ημερών στην Ευρώπη. Οι επιδόσεις των λύσεων ψηφιοποίησης στα ελληνικά δικαστήρια μόλις και μετά βίας υπερβαίνει το ποσοστό του 5% όταν στον μέσο όρο της Ευρώπης είναι στο 40%.
Χρειαζόμαστε τουλάχιστον 100 δισ. επενδύσεις τα επόμενα, λίγα χρόνια, νούμερο, ακόμη κι αυτό, δύσκολα επιτεύξιμο, ωστόσο απολύτως απαραίτητο».

Σύμφωνα με τον κ. Φέσσα, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η χώρα μας αντιμετωπίζεται αυτή την στιγμή από τους ξένους επενδυτές με αρκετά έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον. «Το εθνικό στοίχημα για όλους είναι να αδράξουμε αυτή την ευκαιρία και να αποδείξουμε ότι η Ελλάδα έχει αλλάξει και μπορεί να γίνει καλύτερη. Η προσέλκυση των επενδύσεων απαιτεί τομές σε όλα τα επίπεδα που επηρεάζουν το επιχειρείν και μέσα σε αυτό εντάσσονται το δικαιικό σύστημα, η έννομη τάξη και η ταχύτητα απονομής της δικαιοσύνης, που έχουν όχι μόνο πρακτικό αλλά και συμβολικό χαρακτήρα και πρέπει να βελτιωθούν».

Ο πρόεδρος του ΣΕΒ, ανέφερε επιπλέον ότι χρειάζεται συλλογική προσπάθεια για να ξεκινήσει ένας νέος ενάρετος κύκλος στην ελληνική οικονομία. "Η σφιχτή δημοσιονομική πολιτική των υψηλών πλεονασμάτων που δεσμεύει τη χώρα για δεκαετίας, σε συνδυασμό με το δημογραφικό μας υποχρεώνουν να μείνουμε αταλάντευτοι στο δρόμο των μεταρρυθμίσεων για μία πιο δυναμική οικονομία. Πρέπει να αποκαταστήσουμε τάχιστα ένα τεράστιο κλίμα αποεπένδυσης που έχει υποστεί η οικονομία κατά τη διάρκεια της κρίσης.

Χρειαζόμαστε ένα επιχειρηματικό και θεσμικό περιβάλλον που να μπορέσει να υποδεχθεί τις επενδύσεις και να βελτιώνεται εφόσον υπάρχει πρόβλημα. Οσο το περιβάλλον δε βελτιώνεται, το λογαριασμό θα τον πληρώνουν όλοι αλλά περισσότερο αυτοί που κατά τεκμήριο παράγουν, οι ιδιωτικές επιχειρήσεις και οι εργαζόμενοι σε αυτές".

Στους διεθνείς δείκτες αξιολόγησης που βαρύνουν ιδιαίτερα ως προς τις αποφάσεις των ξένων επενδυτών για την επιλογή τους, η απονομή της δικαιοσύνης αποτελεί ίσως το σημαντικότερο παράγοντα, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο κ. Φέσσας. "Το είδος της ανάπτυξης που επιδιώκουμε, που φέρνει ευημερία στους πολλούς μας υποχρεώνει να βελτιώσουμε δραστικά τη λειτουργία όλων των εξουσιών κι εν προκειμένω της δικαστικής. Αναλήφθηκαν -είναι αλήθεια- τα τελευταία χρόνια αρκετές νομοθετικές και οργανωτικές πρωτοβουλίες επιδιώκοντας την αποσυμφόρηση της δικαιοσύνης. Υπάρχουν έργα όπως για παράδειγμα η ψηφιοποιίηση των δικαστηρίων, το e-justice, η αναθεώρηση του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, ο εξορθολογισμός του κόστους της αστικής δίκης, η θέσπιση της εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, τροποποιήσεις του Πτωχευτικού Κώδικα κ.τ.λ., τις οποίες ακόμη δεν είμαστε σε θέση να αποτιμήσουμε ως προς την αποτελεσματικότητά τους.

Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι οι περισσότερες από τις μεταρρυθμίσεις επιβλήθηκαν απ'έξω, δεν εντάσσονται δηλαδή σε ένα στρατηγικό και μεθοδικό σχέδιο αναδιάρθρωσης της ελληνικής δικαιοσύνης, που θα είναι ''ελληνικής'' ιδιοκτησίας. Οι επισπεύδοντες σε αυτό το σχέδιο θα έπρεπε να είναι ο νομικός κόσμος της χώρας και η ίδια η δικαιοσύνη, όχι οι θεσμοί ή κάποιος τρίτος.

Ο ΣΕΒ έχει καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις όπως η ενίσχυση της επίλυσης εξωδικαστικού μηχανισμού διαφορών, η υποχρεωτική χρήση αυτού σε κάποιες περιπτώσεις, η ψηφιοποίηση στη λειτουργία των δικαστηρίων για την άσκηση της διαφάνειας, η μείωση όγκου των υποθέσεων μέσα από την ομαδοποίηση ειδικής ομάδας δικαστικών λειτουργών, η εισαγωγή του θεσμού του ''διοικητικού διευθυντή'' με ευρείες διαχειριστικές δραστηριότητες, το oustsourcing (ένα γενικό αίτημα του ΣΕΒ για όλη τη δημόσια διοίκηση)».
Την ανάγκη να περάσουμε από τις διαπιστώσεις στις λύσεις τόνισε από την πλευρά του ο κ. Ρέτσος, φέρνοντας ως παράδειγμα τον τουριστικό κλάδο:

«Μπορεί να βρισκόμαστε σε μια κρίσιμη περίοδο, όπου η αστάθεια και η αβεβαιότητα αποτελούν βασικούς συντελεστές της ζωής μας, ωστόσο πρέπει, οφείλουμε, να αναλάβουμε τις ευθύνες μας και να δημιουργήσουμε εμείς, με τις δυνάμεις μας, τις κατάλληλες προϋποθέσεις για να καλυτερεύσουν τα πράγματα. Ο κάθε ένας, από το πόστο του. Με την ευθύνη που του αναλογεί.

Αν θέλουμε να προσχωρήσουμε σε μεγάλες αλλαγές, σε ριζοσπαστικές τομές που έχει ανάγκη ο τόπος, αν θέλουμε να φτιάξουμε ένα νέο επενδυτικό περιβάλλον ανάπτυξης και δικαιοσύνης, τότε πρέπει να προσεγγίσουμε με διαφορετικό τρόπο τις προκλήσεις που δεχόμαστε τα τελευταία χρόνια. Να ορίσουμε ένα όραμα όπου η πορεία μας θα υπηρετεί την υλοποίηση του. Το ζήτημα της κρίσης δεν είναι οικονομικό, αλλά πάνω από όλα πολιτικό.

Και όταν λέω "πολιτικό" συμπεριλαμβάνω μέσα τους κοινωνικούς εταίρους, όπως είναι ο ΣΕΤΕ, τους εργαζόμενους, τους πολίτες που συμμετέχουν, ψηφίζουν, επιλέγουν κυβερνήσεις. Αν ληφθούν συγκεκριμένες και τολμηρές πολιτικές αποφάσεις, θεωρώ πως η οικονομία της χώρας σε συνδυασμό με τα εργαλεία της, όπως είναι ο τουρισμός, μπορούν να καρποφορήσουν. Ο ελληνικός τουρισμός παρά τις μεγάλες αντιξοότητες κατάφερε να παραμείνει υγιής και ανταγωνιστικός, δημιουργικός και πρωτοπόρος. Τώρα όσο ποτέ άλλοτε, χρειαζόμαστε μακροχρόνια και σταθερή ανάπτυξη, σε ένα πλαίσιο δικαιοσύνης, που θα μας κατατάξει σε ακόμη καλύτερη θέση στις μεγάλες τουριστικές δυνάμεις του κόσμου».
Από την πλευρά της δικαστικής εξουσίας, ο κ. Κωνσταντίνος Μενουδάκος, επίτιμος πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας ανέφερε ότι τα θέματα που σχετίζονται με το ''δίπολο'' δικαιοσύνη κι επενδύσεις είναι διαχρονικά, ωστόσο λαμβάνουν μεγαλύτερη σημασία ανάλογα με τον οικονομικό κύκλο και τη συγκυρία.

Ο ίδιος έκανε λόγο για δύο βασικούς προβληματισμούς- παραδοχές:

Η πρώτη έχει να κάνει με το γεγονός ότι επενδύσεις και περιβάλλον βρίσκονται σε σχέση ανταγωνιστική με την έννοια ότι η ανάγκη προστασίας του δεύτερου αναπόφευκτα θέτει φραγμούς στην εκτέλεση έργων και μεγάλων επενδύσεων. «Το ζήτημα εδώ είναι να βρεθεί το σημείο ισορροπίας», ανέφερε ο κ. Μενουδάκος.
Μία δεύτερη παραδοχή αποτελεί το γεγονός ότι οι κανόνες δικαίου λειτουργούν στο πλαίσιο μιας μεταβαλλόμενης πραγματικότητας. «Θα πρέπει να εξυπηρετείται το δημόσιο συμφέρον στο πλαίσιο ωστόσο των υφισταμένων πραγματικοτήτων. Σε ακραίες δημοσιονομικές συνθήκες υπάρχει διαφορετικό περιεχόμενο και βαρύτητα σε σχέση με περιουσιακά δικαιώματα, δικαιώματα κυριότητας κ.α.».

Σύμφωνα με τον κ. Μενουδάκο, ως προς το θέμα της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, σε οποιαδήποτε φάση του οικονομικού κύκλου, ακόμη κι όταν υπάρχει μεγάλη ανάγκη για επενδύσεις, δεν πρέπει να αδυνατίσει η θεσμική θωράκιση του περιβάλλοντος. «Υπαρχει η ευχέρεια στάθμισης και δυνατότητα εκτίμησης, ωστόσο δεν πρέπει να επιτρέψουμε να διαμορφωθούν συνθηκες ώστε η οικονομική κρίση να εξελιχθεί σε οικολογική κρίση. Στην μέν πρώτη υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης, όχι ωστόσο και στο περιβάλλον».
Στο ερώτημα αν υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης της έννομης τάξη, η απάντηση είναι θετική: Στον τομέα της νομοθεσίας το ζητούμενο είναι να υπάρχουν κανόνες σταθεροί και σαφείς που δεν θα μεταβάλλονται χωρίς να υπάρχει ουσιώδης αιτία. Το μεγάλο ζητούμενο είναι τελικά το ξεκάθαρο κανονιστικό πλαίσιο, το οποίο αίρει τα αντικίνητρα για τους επενδυτές, ενώ και ο δικαστής γνωρίζει εξ'αρχής προς τα πού βαδίζει.

Keywords
Τυχαία Θέματα