«Στην όπερα νιώθω σαν αρχιτέκτονας που χτίζει με νέα υλικά»

Η «Λουτσία ντι Λαμερμούρ», ένα από τα αριστουργήματα του ρομαντικού μπελ κάντο, επιστρέφει στην Εθνική Λυρική Σκηνή από τις 6 Απριλίου σε μια μεγάλη συμπαραγωγή με τη Βασιλική Οπερα του Λονδίνου που συνδυάζει τη μουσική δεξιοτεχνία του Γκαετάνο Ντονιτσέτι με μια σύγχρονη, φεμινιστική ματιά στη σκηνοθεσία της διεθνούς φήμης βρετανίδας σκηνοθέτριας Κέιτι Μίτσελ. Γνωστή για τη μοναδική της ικανότητα να φέρνει στο προσκήνιο τη γυναικεία οπτική και να ανατρέπει τα καθιερωμένα αφηγηματικά μοτίβα, η Μίτσελ καταθέτει

τη δική της ερμηνεία στο έργο, μετατοπίζοντας την οπτική από τον ανδρικό κόσμο της βίας και της τιμής, στη σιωπηλή, καταπιεσμένη πραγματικότητα των γυναικών του 19ου αιώνα. Πρωταγωνίστρια της ιστορίας είναι η νεαρή Λουτσία, η οποία ερωτεύεται έναν άνδρα για τον οποίο ο αδερφός της νιώθει άσβεστο μίσος και την αναγκάζει να παντρευτεί κάποιον άλλον, οδηγώντας την στην τρέλα. Με μια κινηματογραφική προσέγγιση, ένα σκηνικό που αποκαλύπτει όσα συνήθως μένουν κρυφά και μια αφήγηση που επαναδιαπραγματεύεται τη μοίρα της Λουτσία σε μουσική διεύθυνση Λουκά Καρυτινού, η παράσταση που ενθουσίασε το Λονδίνο και την Αθήνα το 2018, αναβιώνει. Με αυτή την αφορμή, η Κέιτι Μίτσελ μίλησε στα «Πρόσωπα».

Η παράσταση στην πρώτη της παρουσίαση στην Αθήνα και στο Λονδίνο γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Ποια πιστεύετε ότι είναι τα στοιχεία που την έκαναν τόσο δημοφιλή;

Νομίζω ότι δεν ήταν πολύ επιτυχημένη όταν έκανε πρεμιέρα στη Βασιλική Οπερα. Θυμάμαι ότι με αποδοκίμασαν όταν ανέβηκα στη σκηνή, οπότε οι αντιδράσεις του κοινού ήταν ανάμεικτες. Με την πάροδο του χρόνου, αυτό άλλαξε και νομίζω ότι ο λόγος που η παραγωγή λειτουργεί είναι επειδή προσπαθεί να εξηγήσει πώς η Λουτσία τρελάθηκε. Στο αρχικό λιμπρέτο, η Λουτσία μεταπηδά από το να είναι εντελώς λογική στο να είναι εντελώς τρελή. Η δική μας παραγωγή προσπαθεί να δείξει το ταξίδι προς την τρέλα ή, πιο συγκεκριμένα, προς ένα ψυχωτικό επεισόδιο. Κλινικά μιλώντας, παθαίνει ψυχωτικό επεισόδιο, οπότε η παραγωγή προσπαθεί να δείξει όλο το ταξίδι της ζωής αυτής της γυναίκας για να εξηγήσει με σύγχρονους όρους γιατί, στην τελευταία σκηνή, παθαίνει ψυχωτικό επεισόδιο. Επίσης, επειδή έχουμε διαχωρισμένη οθόνη, είμαστε με τη Λουτσία όλη την ώρα. Κι αυτό είναι πραγματικά συναρπαστικό, νομίζω για τους θεατές, το να είναι στο ταξίδι συνεχώς μαζί της, βλέποντας την εξέλιξη του τραύματός της.

Οταν σκηνοθετείτε μια κλασική όπερα όπως η «Λουτσία ντι Λαμερμούρ», αισθάνεστε περισσότερο σαν αρχαιολόγος που ανακαλύπτει το πρωτογενές υλικό ή σαν αρχιτέκτονας που το ξαναχτίζει με νέα υλικά;

Τι υπέροχη ερώτηση! Νομίζω ότι αισθάνομαι περισσότερο σαν αρχιτέκτονας που το ξαναχτίζει με νέα υλικά. Ετσι, το σκηνικό επικαλύπτει το αρχικό λιμπρέτο και αλλάζει την ιστορία ή αλλάζει τα βήματα της ιστορίας. Δεν είμαι αρχαιολόγος, είμαι αρχιτέκτονας. Αλλά είμαι μια φεμινίστρια αρχιτέκτονας, όχι ένας άνδρας αρχαιολόγος.

Η «Λουτσία ντι Λαμερμούρ» είναι μια όπερα γεμάτη βία, πάθος και καταπίεση. Πιστεύετε ότι είναι μια ρομαντική τραγωδία ή μια ιστορία γυναικείας καταπίεσης;

Νομίζω ότι ξέρετε ποια θα είναι η απάντησή μου. Μια ιστορία γυναικείας καταπίεσης. Υποθέτω ότι κάθε ιστορική περίοδος στην οποία παίζεται η όπερα θα τη βλέπει διαφορετικά. Κάθε ιστορική περίοδος θα φέρει τις δικές της ευαισθησίες για το πώς θα τη δει. Αλλά σίγουρα τώρα όποιος τη δει θα το κάνει ως μια ιστορία τρομερής καταπίεσης του κεντρικού γυναικείου χαρακτήρα, γιατί αυτή είναι η σύγχρονη ευαισθησία μας, όταν διαβάζουμε παλιό υλικό με τον σύγχρονο φακό μας.

Πιστεύετε ότι η όπερα ως είδος έχει ενισχύσει ή καταρρίψει τα στερεότυπα σχετικά με τις γυναικείες φιγούρες και την ψυχολογία τους;

Πολλές από τις όπερες τη στιγμή που γράφτηκαν ήταν αρκετά ριζοσπαστικές ως προς τον τρόπο με τον οποίο εστίαζαν την εμπειρία των περιθωριοποιημένων γυναικών. Αλλά για το μεγαλύτερο μέρος του κανόνα των 35 έως 37 οπερών που παίζονται τακτικά σε όλο τον κόσμο, αυτές οι όπερες σήμερα δεν είναι επικαιροποιημένες για την πολιτική των φύλων.

Είναι σωστό να κρίνουμε αυτές τις όπερες μέσα από τη σημερινή οπτική γωνία;

Κατά κάποιον τρόπο, το αν το κάνουμε ή όχι είναι άσχετο. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι τα λιμπρέτα και οι ιστορίες είναι συχνά μισογυνικές κι αν δεν το αντιμετωπίσουμε αυτό, τότε θα μπορούσαμε να τα κανονικοποιήσουμε. Καθώς κινούνται μέσα στον χρόνο, μεταφέρουν αυτά τα προβλήματα μαζί τους, τον ρατσισμό, τον μισογυνισμό, τον μισαναπηρισμό, και πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε. Διαφορετικά κανονικοποιούμε τον μισογυνισμό ή τον ρατσισμό. Παρόλο που η μουσική είναι όμορφη, οι ιστορίες περιέχουν πολύ τοξικό υλικό, κι αυτό πρέπει να αντιμετωπιστεί. Είναι λυπηρό, αλλά αυτό συμβαίνει. Συχνά περιγράφω ότι  μεταφέρουμε αυτές τις όπερες μέσα στον χρόνο σαν δέντρα όπου μεταφέρουμε όλα αυτά τα όμορφα μουσικά φύλλα και κλαδιά αλλά φέρνουμε κι αυτές τις τοξικές ρίζες. Και έτσι, όταν τις ξαναφυτεύουμε στην εποχή μας, πρέπει να αντιμετωπίσουμε τοξικές διαδρομές, όπως ο μισογυνισμός ή ο ρατσισμός ή ο μισαναπηρισμός. Αν δεν το κάνουμε, δεν κάνουμε το καθήκον μας απέναντι στο κοινό μας και την κοινωνία στην οποία ζούμε. Γιατί πολύ λίγες από αυτές τις ιστορίες θα ανέβαιναν ποτέ στο θέατρο. Στην πραγματικότητα, αν ανέβαιναν, θα υπήρχαν εξεγέρσεις, αφού είναι τόσο απαράδεκτες από άποψη πολιτικής φύλου.

Πώς μιλάει η Λουτσία για το σήμερα; Μπορεί μια ηρωίδα του 19ου αιώνα να γίνει πρότυπο για τις σημερινές γυναίκες;

Δεν είναι ένα ιδανικό σύμβολο. Δεν είναι το είδος του συμβόλου που θα ήθελα η κόρη μου, η οποία είναι 19 ετών, και η γενιά της να πιστεύει ότι είναι μια θετική εκδοχή τού να είσαι γυναίκα. Είναι μια αρκετά αρνητική ιστορία. Αλλά νομίζω ότι με τον τρόπο που εμείς την ανεβάζουμε, τουλάχιστον μας κάνει να καταλάβουμε γιατί έκανε αυτό που έκανε με έναν πιο προσεκτικό και σύγχρονο τρόπο. Αλλά δεν νομίζω ότι είναι μια σπουδαία ιστορία για να την πούμε σε μια γενιά νέων γυναικών σήμερα. Δεν αποτελεί πρότυπο δράσης ή δύναμης ή ενδυνάμωσης. Προβάλλει την κατάθλιψη, την απελπισία και τα προβλήματα ψυχικής υγείας. Οπότε νομίζω ότι ο λόγος που το ερώτημα είναι τόσο ενδιαφέρον είναι επειδή αναρωτηθήκαμε πολύ αν θα πρέπει να κρατήσουμε την ιστορία του 19ου αιώνα ή θα πρέπει να την κάνουμε σύγχρονη. Και δεν μπορούσαμε να την κάνουμε σύγχρονη επειδή τόσα πολλά στοιχεία κρατούσαν την ιστορία στην ιστορική της περίοδο. Ισως αυτή η ιστορία που τελικά αφηγείται να είναι ότι ακόμη και οι γυναίκες στο παρελθόν έδωσαν τις ίδιες μάχες που δίνουμε εμείς τώρα.

Οσον αφορά τη διανοητική κατάρρευση της Λουτσία, πιστεύετε ότι η κοινωνία την ωθεί στην τρέλα ή ότι είναι ένας τρόπος να ξεφύγει από τη δύσκολη πραγματικότητα στην οποία ζει;

Η ψυχική της κατάρρευση προκαλείται από ένα καταχρηστικό πατριαρχικό σύστημα. Αυτή είναι μια ιστορία για μια γυναίκα που ερωτεύεται έναν άντρα αλλά ο αδελφός της δεν την αφήνει να είναι μαζί του και την αναγκάζει να παντρευτεί κάποιον άλλο που δεν αγαπάει. Ως προς την ισορροπία, το 40% της ιστορίας αφορά την αγάπη και το 60% αφορά την πατριαρχική καταπίεση και κακοποίηση.

Πιστεύετε ότι ο έρωτας μπορεί πράγματι να αποτελέσει όχημα προς την ελευθερία ή δεσμεύεται πάντα από κοινωνικούς, πολιτικούς και οικογενειακούς παράγοντες;

Το δεύτερο. Αγαπάμε πάντα μέσα σε ένα κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο. Οσο κι αν θέλουμε κάποιον, μερικές φορές, το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο καθιστά πολύ δύσκολο να είμαστε με αυτό το άτομο.

Αν η αγάπη υποτίθεται ότι ενώνει τους ανθρώπους, γιατί καταλήγει τόσο συχνά να τους χωρίζει πληγώνοντας και καταστρέφοντάς τους;

Δεν ξέρω. Απλώς νιώθω ότι είναι τόσο λυπηρό το γεγονός ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να αγαπήσουν ελεύθερα όποιον θέλουν και ότι η κοινωνία στέκεται εμπόδιο. Αν σκεφτούμε τώρα τι κάνει ο πρόεδρος Τραμπ στην κοινότητα των διεμφυλικών και των δυαδικών ατόμων, σε όλους τους ανθρώπους που προέρχονται από διαφορετικές εθνοτικές ομάδες, είναι απαίσιο! Νομίζω ότι είναι πολύ λυπηρό το γεγονός ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να αγαπήσουν όποιον θέλουν και οι δομές στέκονται στον δρόμο τους.

Τι σας αφήνει η επαφή σας με τη «Λουτσία ντι Λαμερμούρ»;

Αισθάνομαι πολύ ευχαριστημένη που αφηγήθηκα την ιστορία της με αυτόν τον σύνθετο και τρισδιάστατο τρόπο. Αλλά αφηγούμαι την ιστορία μιας εποχής και μιας γυναίκας που είναι στο παρελθόν, όχι τόσο στο παρόν. Αν και φοβάμαι ότι ακόμα πολλές γυναίκες αναγκάζονται να μπουν σε γάμους ή σχέσεις που δεν θέλουν και ότι πολλές υποφέρουν από αποβολές και την κατάρρευση της ψυχικής τους υγείας. Αυτά τα πράγματα που συμβαίνουν στις γυναίκες δεν εκτιμώνται αρκετά και δεν λαμβάνουν τόση υποστήριξη όση πρέπει να λάβουν τόσο τότε όσο και τώρα. Θα ήταν υπέροχο να αντιμετωπίζονται ως ανθρώπινα όντα και όχι ως γυναίκες. Υπάρχει πολύς δρόμος να διανύσουμε, αλλά τουλάχιστον κάνουμε τη συζήτηση και η παραγωγή της «Λουτσία» την ανοίγει.

Keywords
Τυχαία Θέματα