Πώς θα επιβιώσουμε από τη… Φύση

O Ρομπ Νταν, αμερικανός βιολόγος και καθηγητής Εφαρμοσμένης Οικολογίας στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας από το 2003, είναι γνωστός για επιτόπιες έρευνες σε χώρες της Λατινικής Αμερικής (Εκουαδόρ, Περού, Κόστα Ρίκα, Βολιβία) και σε περιοχές των Ηνωμένων Πολιτειών. Τα ενδιαφέροντά του συνδυάζουν την Οικολογία με τη Φυσική Ιστορία, τις τρέχουσες κοινωνικές βεβαιότητες και ανησυχίες, τις τεχνολογικές επιταχύνσεις, ένα σύνολο πολυπλοκότητας, το οποίο προδιαγράφει εξελικτικά το μέλλον και όπως αναφέρεται στον υπότιτλο του βιβλίου που μας απασχολεί, «το πεπρωμένο της ανθρωπότητας».

Σε αυτό το πλαίσιο προωθεί με επιτυχία την ένταξη μη επαγγελματιών ερευνητών και συνεργατών σε προγράμματα επιστημονικού ενδιαφέροντος φυσικής ιστορίας και οικολογίας, προωθώντας την ιδέα του «πολίτη επιστήμονα» (citizen scientist) και δημιουργώντας έτσι δίκτυα συνομιλητών, μια δεξαμενή δηλαδή που διαθέτει ανθρώπινους πόρους για την υλοποίηση σύνθετων πρωτοβουλιών και εφαρμογών με γνώμονα τη μεταφορά τεχνογνωσίας και ανάπτυξης δεξιοτήτων εντός της βιογεωγραφίας, βιοοικονομίας, βιοτεχνολογίας.

Το σημείο εκκίνησης της σκέψης του στη Φυσική Ιστορία του Μέλλοντος είναι ο ανθρωποκεντρισμός, στοιχείο (θα προσθέσουμε) υπερβατικών δοξασιών και φανατισμών, σε αχαλίνωτη αντιδικία με τις φυσικές λειτουργίες του πλανήτη, καθορισμένες από εξελίξεις δεκάδων εκατομμυρίων ετών, φτάνοντας σήμερα στο σημείο «ανθρωποποίησης» που φέρει το όνομα Ανθρωπόκαινος. Αυτός ο όρος δηλώνει την απόλυτη κυριαρχία των ανθρώπινων επιλογών, όρος που έχει προκαλέσει συζητήσεις σε ό,τι αφορά την πραγμάτωση ή μη της παρουσίας του ή της επικείμενης ολοκλήρωσής του όσο η ανθρωπότητα, ορκιζόμενη πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά υπέρ της «σωτηρίας της Γης», θέτει σε κίνδυνο τη δική της επιβίωση, όταν λογαριάσουμε πως η σύντομη περίοδος οικολογικής επιβάρυνσης κατά τους τελευταίους δύο αιώνες απαιτεί πολλαπλάσιο χρόνο για κάποια τουλάχιστον διόρθωσή της με προϋπόθεση ανέφικτες εν πολλοίς κολοσσιαίες επενδύσεις και υποδομές. Πέραν αυτών, η διαθέσιμη και αναπτυσσόμενη επί του προκειμένου γνώση, παρά τις προόδους της επιστήμης, παραμένει ισχνή σε σχέση τουλάχιστον με τους νόμους της βιολογίας. Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι οι φυσικοί νόμοι διατρέχουν όλο τον έμβιο κόσμο, ενώ οι νόμοι της βιολογίας διαγράφουν περιορισμένα πεδία εντός της πολυπλοκότητας του θαύματος και δέους της ζωής, όπου η ανάπτυξη και η εξαφάνιση ενός είδους επηρεάζει αρνητικά, αλλά και θετικά άλλο συγγενές ή μη είδος σε μορφή αλληλεξάρτησης και συνέχειας χάρη σε λογιών παραμέτρους ανά περίπτωση. Εκεί ωστόσο όπου οι νόμοι της βιολογίας έχουν απόλυτη ισχύ είναι στα εκατομμύρια εντόμων, δισεκατομμύρια βακτηρίων και τρισεκατομμύρια παρασίτων που προϋπήρχαν της εμφάνισης του ανθρώπου και παραμένουν κυρίαρχα, ένα ελάχιστο ποσοστό των οποίων έχει μελετηθεί, σε όποιον βαθμό υπάγεται στις ανθρώπινες προτεραιότητες ως αντανάκλαση του ανθρώπινου κόσμου. Με άλλα λόγια, ο πλανήτης είναι τα μικρόβια και τα παράσιτά του, δεν έχει ανάγκη τον άνθρωπο και δεν θα πάψει να ζει αν λείψει η ανθρώπινη παρουσία. Δεν θα πάψει ομοίως να εξελίσσεται και να διαφοροποιείται στο ανθρωποποιημένο μη ανατρέψιμο περιβάλλον, ταχύτερα ήδη από τους υπολογισμούς του Δαρβίνου περί της εξέλιξης των ειδών. Για παράδειγμα, το κουνούπι στο μετρό του Λονδίνου είναι ένα «νέο» κουνούπι, που δεν συμβιώνει με το «παραδοσιακό» όμοιό του. Και οι γκριζόμαυρες νυχτοπεταλούδες που γυρόφερναν στα ανθρακωρυχεία της Αγγλίας είναι λευκόγκριζες στις μέρες μας, όπου τα ανθρακωρυχεία έχουν πάψει να λειτουργούν και να μαυρίζουν τους γύρω χώρους. Ο Δαρβίνος δεν διαψεύδεται από τέτοια παραδείγματα. Επιβεβαιώνει πως τα περιθώρια ταχείας προσαρμογής δεν ισχύουν για τον άνθρωπο. Ο χρόνος δηλαδή ως επιτάχυνση δεν αποτελεί πλεονέκτημα του ανθρώπου. Το παράδοξο λοιπόν είναι πως ο σύγχρονος άνθρωπος επιδιώκει και καλλιεργεί την επιτάχυνση, την εντάσσει στον βιολογικό κανόνα της διαφυγής.

Ο κανόνας της διαφυγής ως προς τον άνθρωπο προϋποθέτει την ασφαλή απομάκρυνση από τον θηρευτή (ζώα, συνάνθρωποι) και την εμφάνιση και προσαρμογή σε περιβάλλον διάσωσης και σωτηρίας, συνθήκη η οποία σχετίζεται νομοτελειακά με τη μεταφορά των μικροβίων και παρασίτων που το ανθρώπινο σώμα, οι ανθρώπινες ομάδες, τα ανθρώπινα εργαλεία και οι συνοδοί τους (ζώα, φυτά) αποθηκεύουν και χάρη σε αυτά οι άνθρωποι υπάρχουν και επιβιώνουν, ας είναι και μεταφορείς ασθενειών και πανδημίας. Το πρόβλημα δημιουργείται όταν η επιτυχής διαφυγή μεταβάλλεται από νομαδική σε συμβατικά και θεσμικά μόνιμη εγκατάσταση και ο άνθρωπος διαπιστώνει πως αυτοί οι συμβιωτικοί και επαρκώς ασφαλείς παράγοντες πρέπει να μεγιστοποιήσουν τη συμβολή τους στις δικές του προτεραιότητες, με αποτέλεσμα την επιλογή των χρονικά και χωρικά αναγκαίων και, σε τελική φάση, την περιθωριοποίηση ως τον αφανισμό των υπολοίπων. Οπως είναι κοινώς αποδεκτό πλέον, ο κανόνας της διαφυγής, στον βαθμό που ουδείς αμφιβάλλει ότι είναι θεμελιωδώς αδιαπραγμάτευτος, εξελίσσεται σε απειλή όσο περισσότερο ο άνθρωπος εκβιάζει τον πλανήτη διά της πληθυσμιακής έκρηξης, της αβυσσαλέας ανισότητας, της αθεράπευτης αλλοίωσης του φυσικού περιβάλλοντος και της επέμβασης στην επικράτεια των μικροβίων και παρασίτων μέσω τεχνικών παραγωγής και χρήσης μεταλλάξεων.

Ο Ρομπ Νταν συμπεραίνει, με βάση τα ερευνητικά του έργα, πως ο άνθρωπος και το περιβάλλον του γνωρίζονται ελάχιστα και ο άνθρωπος δεν παύει να εχθρεύεται και να τιμωρεί το περιβάλλον του, καταλήγοντας σε αυτό που ονομάζουμε «κλιματική κρίση» ή «κλιματική αλλαγή», η οποία λαβαίνει πια τη μορφή άμεσης ή στην καλύτερη περίπτωση προσεχούς ανθρωπογενούς κλιματικής κατάρρευσης, όπου το πεπρωμένο της ανθρωπότητας έχει προκαθοριστεί. Οταν οι ακραίες συνθήκες σε ένα απροσδιόριστο μέλλον ανατρέψουν τη δομή και λειτουργία του κόσμου που μας περιβάλλει, έτσι που μικρόβια, παράσιτα και μικροοργανισμοί πεθάνουν, «τότε θα επικρατήσει η πλήρης ησυχία. Και για άλλη μια φορά, ο πλανήτης μας θα διέπεται από τις δυνάμεις της φυσικής και της χημείας, απαλλαγμένος πλέον εντελώς από το βάρος των αναρίθμητων κανόνων της ζωής» (σελ. 357).

Ο κριτικός των New York Times αναφέρει: «Μελέτη εξίσου γοητευτική και επιτυχής στις διατυπώσεις της. Βουτιά στους κανόνες και τις αρχές που μοιάζουν αυτονόητες στους βιολόγους και πολύ λιγότερο σε όλους τους άλλους». Οσο για τους μεταφραστές Δημήτρη Τομαρά και Χρήστο Σακελλαρίδη, εργάστηκαν με εκείνη την ψυχραιμία που απαιτεί ένα κείμενο όπου επιστημονικοί όροι και παρατηρήσεις αφθονούν.

Keywords
Τυχαία Θέματα