Η χρυσή πεντάδα, η Σαγκάη και η Τέιλορ Σουίφτ

Ροές επισκεπτών σε προ πανδημίας επίπεδα με μικρές διακυμάνσεις. Περιοδικές εκθέσεις με αναφορές στην ποπ κουλτούρα που εκτοξεύουν την προσέλευση κοινού. Και νέοι χώροι που εκθρονίζουν παλαιότερους. Συνοπτικά αυτή είναι η εικόνα που διαμορφώνεται σε παγκόσμια κλίμακα από τα στοιχεία επισκεψιμότητας των μουσείων, βάσει της ετήσιας έρευνας της εικαστικής επιθεώρησης The Art Newspaper.

Ακλόνητο στον θρόνο του παραμένει το μουσείο του Λούβρου με 8.737.050 επισκέπτες, με μείωση μόλις

1% εντός του 2024 συγκριτικά με το 2023 (και 9% σε σχέση με την τελευταία χρονιά πριν από την πανδημία, οπότε είχε περίπου 10 εκατ. επισκέπτες).

Τα μουσεία του Βατικανού διατήρησαν τη δεύτερη θέση με 6.825.436 επισκέπτες, ενισχυμένα κατά 1%.

Ναι μεν σταθερός κάτοχος της τρίτης θέσης, αλλά με ιδιαίτερη δυναμική, είναι το Βρετανικό Μουσείο που υποδέχτηκε το 2024 6.479.952 επισκέπτες, 11% περισσότερους από ό,τι το 2023 και 4% από την προ πανδημίας περίοδο.

Αλλαγές στην πρώτη πεντάδα δεν υπάρχουν με την τέταρτη θέση να καταλαμβάνει και φέτος το Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης, με 5.727.258 επισκέπτες, 7% επιπλέον από το 2023 και 17% από το 2019 και η Τέιτ Μόντερν να εμφανίζεται με 4.603.025 επισκέπτες, κατά 3% λιγότερους από πέρυσι και κατά 25% σε σχέση με το 2019.

Τα βρετανικά μουσεία

Η τελευταία αυτή καταγραφή εκτός από εντυπωσιακή είναι και ενδεικτική του γενικότερου προβληματισμού που επικρατεί σχετικά με τα μουσεία της Βρετανίας, τα οποία παρά το γεγονός ότι παραμένουν δημοφιλή, δεν έχουν καταφέρει στην πλειονότητά τους – με εξαίρεση το Βρετανικό – να φτάσουν ξανά στις υψηλές επιδόσεις του τέλους της δεκαετίας του 2010.

Η Tέιτ Μόντερν, για παράδειγμα, που το 2018 ξεπέρασε και το Βρετανικό, ενώ το 2019 σημείωσε ρεκόρ προσέλευσης κοινού με 6,1 εκατ. επισκέπτες, φέτος έκανε «χαμηλή πτήση». Η Τέιτ Μπρίτεν (65η θέση) από την άλλη, αν και το 2024 υποδέχτηκε κατά 12% περισσότερους επισκέπτες, βρίσκεται 32% πιο χαμηλά σε σχέση με τους επισκέπτες του 2019. Aκόμη και η Εθνική Πινακοθήκη στο Λονδίνο (16η θέση), που φιλοξένησε την ιδιαίτερα επιτυχημένη έκθεση με έργα του Βίνσεντ Βαν Γκογκ, σημείωσε μεν αύξηση στην επισκεψιμότητά της κατά 4% σε σχέση με το 2023, αλλά παραμένει 47% χαμηλότερα συγκριτικά με τα προ πανδημίας δεδομένα.

Εξαίρεση δεν αποτελεί ούτε το Μουσείο Βικτωρίας και Αλβέρτου. Διότι μπορεί η περιοδική έκθεση-αφιέρωμα στην πλέον επιδραστική καλλιτέχνιδα της εποχής μας, την Τέιλορ Σουίφτ, που περιελάμβανε μουσικά βραβεία, όργανα, προσωπικές σημειώσεις, στίχους, καθώς και κοστούμια της 14 φορές βραβευμένης με Grammy καλλιτέχνιδος, να αποτέλεσε ισχυρό πόλο έλξης δεδομένου ότι λειτούργησε με ελεύθερη είσοδο. Ωστόσο, οι συνολικά 3.525.700 επισκέπτες το 2024, έναντι 3.110.000 του 2023 (αύξηση 13%) δεν ανέβασαν το μουσείο ψηλότερα, με αποτέλεσμα να βρίσκεται δύο θέσεις χαμηλότερα σε σχέση με πέρυσι και εξακολουθεί να έχει κατά 10% λιγότερους επισκέπτες συγκριτικά με το 2019.

Το Μουσείο Ακρόπολης

Για μια ακόμη χρονιά σταθερά παρόν από την πρώτη χρονιά λειτουργίας του, το 2009, είναι το Μουσείο Ακρόπολης, το οποίο είναι και το μοναδικό ελληνικό μουσείο που καταφέρνει να κατακτά ανελλιπώς μια θέση στον κατάλογο με τα 100 πιο δημοφιλή μουσεία παγκοσμίως. Αν και εμφανίζεται κατά τρεις θέσεις χαμηλότερα σε σχέση με πέρυσι – από την 30ή στην 33η – υποδέχτηκε 2 εκατ. επισκέπτες, 5% περισσότερους από ό,τι το 2023 και κατά 14% συγκριτικά με την τελευταία χρονιά προ πανδημίας.

Τέλος, αξιοσημείωτα είναι δύο ακόμη δεδομένα. Πρώτον, ότι τα μουσεία της Αγίας Πετρούπολης παρά τους ταξιδιωτικούς περιορισμούς από την Ευρώπη παραμένουν στα 20 πρώτα, με το Κρατικό Μουσείο να σημειώνει αύξηση κατά 25% και το Ερμιτάζ κατά 9%. Και δεύτερον, ότι το νέο μουσείο που απέκτησε η Σαγκάη – Μουσείο Ανατολής – προσείλκυσε με το που άνοιξε 4.234.046 επισκέπτες και βρέθηκε στην έκτη θέση του καταλόγου.

Keywords
Τυχαία Θέματα