Ελληνίδες αφήνουν τα παιδιά τους και πάνε στην Ευρώπη “νταντάδες” για 1500-1800 ευρώ

Αν και 55 ετών, είναι η πρώτη φορά που η Ξανθή Ευαγγελίου θα ταξιδέψει στο Λονδίνο στις αρχές του Οκτωβρίου. Σε αντίθεση, όμως, με τα εκατομμύρια τουριστών που προσελκύει η βρετανική πρωτεύουσα, εκείνη δεν πάει για να θαυμάσει τα αξιοθέατα, ούτε για να επιδοθεί σε ψώνια. Μετά από ένα χρόνο ανεργίας στην Ελλάδα, βρήκε μία πολυπόθητη θέση εργασίας εκεί. Θα δουλέψει ως εσωτερική νταντά σε μία οικογένεια Βρετανών με δύο μικρά παιδιά.

Δεν είναι η μόνη. Τα τελευταία τρία χρόνια έχει παρατηρηθεί μία έντονη κινητικότητα

σε γυναίκες όλων των ηλικιών, που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε εύπορες οικογένειες του εξωτερικού. Πρόκειται για παράλληλο ρεύμα προς το ρεύμα των νέων επιστημόνων που από την αρχή της κρίσης εγκαταλείπουν μαζικά την Ελλάδα προς χάριν ενός καλύτερου μέλλοντος.

Οι αποδοχές της θα είναι 1800 ευρώ. «Μου είπαν ότι είναι πολύ ακριβά να ζεί κανείς στο Λονδίνο, αλλά εγώ θα μένω στο σπίτι και θα τρώω εκεί, οπότε δεν θα έχω έξοδα. Θα στέλνω όλο μου τον μισθό στην Ελλάδα. Ελπίζω σ’ έναν χρόνο να γυρίσω πίσω, έχοντας βάλει αρκετά χρήματα στην άκρη».

Αν έλεγε κανείς στην Ξανθή ότι θα αναγκαζόταν να μεταναστεύσει από την χώρα της κάποια χρόνια νωρίτερα θα γέλαγε. «Είχα το δικό μου μαγαζί με επιδιορθώσεις ρούχων. Είχα καλή και μεγάλη πελατεία. Με αυτό μεγάλωσα τα δύο παιδιά μου, τα οποία σήμερα σπουδάζουν». Παρ’ ότι η ζήτηση δεν μειώθηκε, οι αυξημένες υποχρεώσεις της προς το ΤΕΒΕ, τη ΔΕΗ και την εφορία την λύγισαν. Έκλεισε την επιχείρησή της, έχοντας σχεδόν 10.000 ευρώ χρέη στην εφορία. Ελπίζει ότι με την κίνησή της αυτή θα καταφέρει να ξεχρεώσει, αλλά και να στηρίξει τα άνεργα παιδιά της.

Η κρίση ανατρέπει τα δεδομένα. Από τη δεκαετία του 1990 στην Ελλάδα εργάζονταν ως οικιακές βοηθοί, μπέιμπι σίτερ και γηροκόμοι αλλοδαπές γυναίκες από την Ανατολική Ευρώπη, αλλά και από την Ασία και την Αφρική. Τα τελευταία χρόνια έχουν αρχίσει να εγκαταλείπουν τη χώρα, παραδίδοντας τη σκυτάλη σε Ελληνίδες. Είναι πολλές πια οι Ελληνίδες που δεν έχουν την πολυτέλεια να αρνούνται τέτοιες εργασίες.

Η εξαγωγή νταντάδων και οικονόμων, όμως, αποτελεί ένα ακόμα πιο πρόσφατο φαινόμενο. Αρχικά, η ζήτηση Ελληνίδων για το σπίτι αφορούσε αποκλειστικά οικογένειες με καταγωγή από την Ελλάδα. Αυτές ήταν που ήθελαν κάποιον στο σπίτι τους να μιλά ελληνικά στα παιδιά τους, να μαγειρεύει παραδοσιακά και να τους μεταλαμπαδεύει τις παραδόσεις της πατρίδας. Την ανάγκη αυτή ανακάλυψε η Έλενα Τσόκα και η Φένια Αττιλάκου που δημιούργησαν το πρακτορείο Ελληνίδων νταντάδων (Greek Nannies), προσφέροντας λύση στις εκατοντάδες οικογένειες που έχουν μεταναστεύσει από την Ελλάδα στη Βρετανία για εργασία και επιθυμούσαν αξιόπιστους ανθρώπους για τα παιδιά τους, με άρωμα πατρίδας.

Σταδιακά οι Ελληνίδες έβγαλαν καλό όνομα. Κέρδισαν τη φήμη ότι ξέρουν από νοικοκυριό, ότι είναι καθαρές, τρυφερές και με υψηλό μορφωτικό επίπεδο. Οι περισσότερες, άλλωστε, έχουν κάποιο πτυχίο και μιλούν αγγλικά. Έτσι, λοιπόν, άρχισαν να έχουν ζήτηση και σε αμιγώς βρετανικές οικογένειες. Επιπλέον, τις ζητούσαν Ιταλοί, Ισπανοί και άλλες εθνικότητες που ζούσαν στο Λονδίνο και είχαν οικονομική άνεση, έτσι ώστε να μπορούν να απευθυνθούν σε κάποιο ακριβό γραφείο, προσφέροντας ένα ικανοποιητικό ποσό.

Το πρακτορείο Greek nannies επιβεβαιώνει ότι οι Ελληνίδες νταντάδες και οικιακές βοηθοί κάνουν θραύση πια και σε άτομα που έχουν συναναστραφεί Έλληνες, που έχουν ταξιδέψει στη χώρα μας και την έχουν αγαπήσει. Εκτιμούν ιδιαίτερα το ταμπεραμέντο και τη μαγειρική μας. Οι Έλληνες, εξάλλου, μιλούν συνήθως αγγλικά, οπότε έχουν συγκριτικό πλεονέκτημα σε σχέση με γυναίκες άλλων εθνικοτήτων που διεκδικούν τις ίδιες θέσεις εργασίας.

Αυτές τις ημέρες, το γραφείο έχει πάνω από 350 κυρίες εγγεγραμμένες, τις οποίες έχουν δει όλες προσωπικά. Κάποιες από αυτές ζουν ακόμα στην Ελλάδα και έχουν αποφασίσει να κάνουν το άλμα. Ένα άλλο εξειδικευμένο γραφείο είναι το little ones, όπου η αμοιβή για μία νεαρή εργαζόμενη μπορεί να φτάσει μέχρι και τα 3.000 ευρώ, ανάλογα με τα προσόντα της.

Υπάρχουν δυο μεγάλα ηλικιακά γκρουπ υποψηφίων προς εξαγωγή νταντάδων. Το πρώτο αφορά νεότερες κοπέλες, οι οποίες έχουν συνήθως πτυχία παιδαγωγικών, νοσηλευτικής και ψυχολογίας. Το δεύτερο γκρουπ αφορά μεγαλύτερες κυρίες, που έχουν μεγαλώσει τα δικά τους παιδιά και διαθέτουν σχετική πείρα και οι οποίες είναι και καλές μαγείρισσες.

Όλες ανεξαιρέτως οι υποψήφιες επιλέγονται από τα ειδικά γραφεία μετά από διαδικασία αυστηρού ελέγχου. Στην περίπτωση της Ξανθής Ευαγγελίου η οικογένεια είδε 35 κυρίες πριν καταλήξει σ’ αυτήν. Τώρα που σχεδόν είναι με τη βαλίτσα και το διαβατήριο στο χέρι έτοιμη προς αναχώρηση, μιλάει καθημερινά στο Skype με τη μητέρα των παιδιών που θα φροντίζει και ήδη νιώθει κάποια οικειότητα που καταλαγιάζει κάπως το άγχος της ξενιτιάς.

Ούτε η Βρετανία, όμως, είναι ο μοναδικός προορισμός του κύματος αυτού, ούτε η φύλαξη παιδιών η μοναδική εργασία. Πολλές γυναίκες μεταναστεύουν στη Γερμανία, ακόμη και στο Ντουμπάι, προκειμένου να εργαστούν ως νταντάδες, αλλά και ως οικιακοί βοηθοί σε κάποια εύπορη οικογένεια. Ο χαμηλότερος μισθός είναι 1.000 ευρώ και μπορεί να φτάσει τα διπλάσια.

Η Έλενα ζει στην Ελβετία, όπου φροντίζει ένα παιδάκι. «Μένω στο σπίτι, όπου έχω το δικό μου δωμάτιο, το οποίο περιλαμβάνει και ένα μικρό μπάνιο. Έχω αναλάβει τα παιδιά, αλλά και τα οικιακά. Ο μισθός μου είναι 1.500 ευρώ μηνιαίως και ασφάλιση. Έχω ρεπό μία ημέρα την εβδομάδα. Μου καλύπτουν, επίσης, τρία αεροπορικά εισιτήρια τον χρόνο για να επισκέπτομαι την οικογένειά μου».

Η Έλενα μπορεί να φροντίζει με περισσή αγάπη το παιδί της ξένης οικογένειας, αλλά έχει αφήσει το δικό της κοριτσάκι που σε λίγους μήνες θα γίνει 15 ετών. «Μου λείπει κάθε μέρα που περνάει. Θα επιστρέψω σύντομα, αλλά αυτή τη στιγμή με τα χρήματα που κερδίζω η κόρη μου μπορεί να πηγαίνει φροντιστήριο και να της καλύπτω τα έξοδά της, κάτι που δεν γινόταν παλαιότερα. Ευτυχώς η μητέρα μου έχει αναλάβει τη φροντίδα της». Πριν εγκαταλείψει την Ελλάδα είχε απευθυνθεί σε γραφείο για να βρει αντίστοιχη εργασία εδώ. «Μου έδιναν τα μισά και με αυτά δεν μπορούσα να τα βγάλω πέρα».

Στο γραφείο imperial nannies έχει παρατηρηθεί μία αύξηση και στην προσφορά και στη ζήτηση Ελληνίδων. «Είτε πρόκειται για κοπέλες που θα φροντίσουν παιδιά, είτε το νοικοκυριό, έχουμε λάβει τον τελευταίο χρόνο παραπάνω από 1000 βιογραφικά Ελληνίδων». Το ίδιο συμβαίνει και στο γραφείο ευρέσεως εργασίας της Ελένης Βαηνά που έχει λάβει περισσότερα από 10.000 βιογραφικά ανθρώπων που αναζητούν οποιαδήποτε δουλειά. Μεταξύ αυτών πολλές είναι οι ενδιαφερόμενες που εμφανίζονται θετικές στην προοπτική να εργαστούν στο εξωτερικό ως νταντάδες ή οικιακές βοηθοί.

ΠΗΓΗ: stavroslygeros.gr

Keywords
Τυχαία Θέματα