Ποιος θέλει άλλη μία –κλασική- αξιωματική αντιπολίτευση;

Τα τελευταία 25 χρόνια, η θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης είχε κάτι από νομοτέλεια: με εξαίρεση τον Μιλτιάδη Έβερτ, όλοι οι εκάστοτε αρχηγοί της αξιωματικής αντιπολίτευσης έγιναν πρωθυπουργοί. Και ο Μητσοτάκης και ξανά ο Ανδρέας (σ.σ. οι καφετζούδες έγιναν, αλλά αυτό είναι άλλη, μεγάλη συζήτηση…) και ο Καραμανλής και ο ΓΑΠ και ο Σαμαράς.
Η ταχύτατη φθορά της κυβέρνησης, αλλά και τα σκληρά, υφεσιακά μέτρα του Μνημονίου

3 σχεδόν προεξοφλούν –όσο μπορεί πια η πολιτική να είναι η τέχνη του προβλέπειν, σε αυτές τις «πυκνές» πολιτικά μέρες- ότι και ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι στις επόμενες εκλογές, όποτε κι αν αυτές γίνουν, πρώτο κόμμα. Και, χάρη στο «μπόνους» των 50 εδρών, το πιθανότερο σενάριο είναι να σχηματιστεί μία κυβέρνηση με πυρήνα τον ΣΥΡΙΖΑ και πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα.

Αν όλα εξελιχθούν γραμμικά και δεν «σκάσει» η χώρα ή η κοινωνία εντωμεταξύ, φαίνεται πως η κλεψύδρα ως τη μέρα που ο πρόεδρος της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ θα διαβεί το κατώφλι του Μεγάρου Μαξίμου έχει γυρίσει ανάποδα και η άμμος ήδη αδειάζει.

Στο παρελθόν, το να είσαι αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ήταν, λίγο πολύ, εύκολο πράγμα. Ποιος δε θυμάται τον Ανδρέα να υπόσχεται στους πάντες τα πάντα και μετά να λέει ότι «ή θα αφανίσουμε το χρέος ή το χρέος θα αφανίσει εμάς»;

Ποιος δε θυμάται τον Καραμανλή, αγκαζέ με τον Θανάση Γιαννόπουλο, να ψάχνει για κατσαρίδες στα χειρουργεία του Ευαγγελισμού και του Λαϊκού και, πέντε χρόνια αργότερα, να παραδίδει μία χώρα έτοιμη να «σκάσει»;

Ποιος δεν θυμάται τον Γιώργο Παπανδρέου να σηκώνει τη γροθιά και το πανό της ΓΣΕΕ, να τρώει δακρυγόνα στον Πειραιά και λίγους μήνες μετά να συζητεί με τον Ντομινίκ Στρος Καν για την υπαγωγή της χώρας στο ΔΝΤ;

Ποιος δεν θυμάται τον Αντώνη Σαμαρά, που τώρα «τηρεί τις δεσμεύσεις της χώρας και κερδίζει την αξιοπιστία της», να κραυγάζει για την ανάγκη «άλλου μείγματος πολιτικής» και να λέει ότι «δε συναινεί στο λάθος» ;

Ε, φτάνει πια.

Η χώρα έχει μία καταστροφική κυβέρνηση. Μία κυβέρνηση που δεν διαπραγματεύθηκε ουσιαστικά, που έριξε λευκή πετσέτα και δεν αξιοποίησε βασικά διαπραγματευτικά όπλα της φαρέτρας της.

Το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται αυτή τη στιγμή ο τόπος είναι και άλλη μία –κλασική- αξιωματική αντιπολίτευση.

Η Ανανεωτική Αριστερά ήταν και είναι εδώ και πολλά χρόνια ο μόνος πολιτικός χώρος (εξαιρουμένης της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας επί Σημίτη, προφανώς…) που παρήγε και παράγει πολιτική. Έχει προγραμματικές επεξεργασίες, έχει εναλλακτικό σχέδιο και στελέχη με συσσωρευμένη πείρα και γνώση, τα οποία καθημερινά βελτιώνουν το πρόγραμμά της.

«Σχέδιο Β’» μπορεί να μην έχει, αλλά κανείς δεν έχει. Όταν η άσκηση πολιτικής σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται από τις προθέσεις και τις πιέσεις των δανειστών, πολλά πράγματα τα βλέπεις ad hoc, εκείνη την ώρα και πάνω στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης. Είδαμε, εξάλλου, και το «σχέδιο Β» της «επαναδιαπραγμάτευσης», της «αποδέσμευσης» και της «απαγκίστρωσης» των Σαμαρά, Βενιζέλου και Κουβέλη.

Η Αριστερά είνα

Keywords
Τυχαία Θέματα