Ωραία, έκανε λάθος το ΔΝΤ. Και τώρα τι;

Το Μάρτιο έρχεται εκ νέου η τρόικα και, πριν καν προλάβουν να πατήσουν οι εκπρόσωποι των δανειστών το πόδι τους στην Αθήνα, ξεκίνησαν τα σενάρια: 13.000 απολύσεις στο Δημόσιο, 25.000 δημόσιοι υπάλληλοι σε «καθεστώς κινητικότητας», νέες περικοπές μισθών και συντάξεων, «στοχευμένα μέτρα», νέα

μείωση του –σχεδόν ανύπαρκτου πια- προγράμματος δημοσίων επενδύσεων κ.α.

Μια από τα ίδια, δηλαδή. Αστοχίες στον προϋπολογισμό, αλλά και καθυστέρηση στην υλοποίηση των «μνημονιακών» δεσμεύσεων προβάλλουν και πάλι ως οι δύο βασικές αιτίες, που θα οδηγήσουν τους τροϊκανούς να ζητήσουν νέα σκληρά μέτρα. Είτε αυτά θα λέγονται «Μεσοπρόθεσμο 2», είτε «Μνημόνιο 4».

Όλα αυτά, την ώρα που η ύφεση συνεχίζει να βαθαίνει, η κυβέρνηση έχει σχεδόν φορέσει τα χακί για να συνεχίσει να κυβερνά, τα λουκέτα πολλαπλασιάζονται, η Αθήνα –και όχι μόνο- θυμίζει ακόμη και τα σαββατοκύριακα πόλη-φάντασμα, ενώ η χώρα κινδυνεύει να καταστεί έρημη χώρα.

Βεβαίως, το να πει κανείς, ξανά, ότι πρόκειται για μία λάθος συνταγή καταντάει βαρετό και, συνάμα, τραγικό. Το πόσο λαθεμένη είναι η συνταγή του Μνημονίου είναι πλέον αυταπόδεικτο, δια γυμνού οφθαλμού, όχι μόνο για όσους κάνουν ταξική ανάλυση της κρίσης και βλέπουν ότι το περίφημο «φως στο τούνελ», αν έρθει, όταν έρθει, δε θα είναι για όλους, αλλά για συγκεκριμένους. Το «λάθος» το αναγνωρίζουν πια και φιλελεύθεροι ή ακόμη και νεοφιλελεύθεροι οικονομολόγοι και πολιτικοί, που βλέπουν ότι η συνταγή, το περίφημο «μείγμα πολιτικής», που μας έλεγε ο Αντώνης Σαμαράς όταν φορούσε ακόμη το αντιμνημονιακό προσωπείο του, οδηγεί στην καταστροφή.

Μια από τα ίδια, λοιπόν. Σαν να μην πέρασε μια μέρα. Κι όμως, από την προηγούμενη φορά που οι «τροϊκανοί» ήρθαν στην Αθήνα με «άγριες διαθέσεις», έχουν αλλάξει πολλά. Δεν είναι μόνο ότι, έστω με λογιστικές αλχημείες και τεράστιες οφειλές του Δημοσίου προς ιδιώτες, ο προϋπολογισμός φτάνει σιγά σιγά σε πρωτογενή πλεονάσματα. Είναι κυρίως το γεγονός ότι το ίδιο το ΔΝΤ, μέσω του επικεφαλής οικονομολόγου του, αλλά και του εκπροσώπου τύπου του, παραδέχθηκαν ότι έκαναν λάθος στο ελληνικό πρόγραμμα. Παραδέχθηκαν, δηλαδή, ότι υποτίμησαν την ύφεση που προκάλεσαν στην ελληνική οικονομία οι απαιτήσεις τους για βαθιές περικοπές παντού.

Βεβαίως, είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι οι οικονομολόγοι του ΔΝΤ, που έχουν δει και στο παρελθόν ιδίοις όμμασι τι προκαλούν οι «συνταγές» του Ταμείου, υποτίμησαν τόσο εύκολα και «ρηχά» τις βαθιές κοινωνικές, οικονομικές και, εν τέλει, ανθρωπιστικές επιπτώσεις του προγράμματος για την Ελλάδα. Ίσως να είναι πιο πειστική η ερμηνεία που θέλει το ΔΝΤ να υποτιμά σκοπίμως, πριν το Μνημόνιο, τις προβλέψεις περί την ύφεση, ώστε να μπορεί να «μαγειρέψει» τη μακροπρόθεσμη προβολή χρέους, να το βγάλει διαχειρίσιμο και να μπορεί να συμμετάσχει στη χρηματοδότηση της Ελλάδας χωρίς να παραβιάσει το καταστατικό του.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, αυτό αφορά το Ταμείο. Τα εσωτερικά του ζητήματα, το καταστατικό του και τις ισορροπίες μεταξύ των εκπροσώπων των χωρών στο Διοικητικό Συμβούλιό του.
Είτε υποτίμησαν την ύφεση επί σκοπώ είτε από λαθεμένους υπολογισμούς, πλέον το έχουν ομολογήσει δημοσίως. Και, μέσω αυτής της ομολογίας, δημιουργούνται νέες προϋποθέσεις, αλλά και νέες υποχρεώσεις, όχι μόνο για τους δανειστές, αλλά και για την κυβέρνηση.

Μ’ άλλα λόγια: αυτή τη φορά, οι ελεγκτές της τρόικας και, κυρίως, ο άτεγκτος, σκληρός και αγενής –όπως λένε όσα πολιτικά πρόσωπα έχουν «διαπραγματευθεί μαζί του- Πολ Τόμσεν, δεν δικαιούνται να έρθουν με «άγριες διαθέσεις». Θα πρέπει να έρθουν με σκυμμένο το κεφάλι, να παραδεχθούν το λάθος τους και να συμμετάσχουν σε μία συζήτηση ουσιαστικής αναθεώρησης του προγράμματος. Όχι μόνο για να σταματήσουν να καταστρέφουν τη χώρα (αυτό είναι υποχρέωση της κυβέρνησης…), αλλά και για να πάρουν πίσω τα λεφτά τους.

Με όποια στάση κι αν κατέβουν από το αεροπλάνο οι δανειστές, η ομολογία του λάθους, αυτού του λάθους που έχει αφήσει πίσω του ανθρώπινα συντρίμμια, δημιουργεί βαριές υποχρεώσεις για την κυβέρνηση. Μετά τη δημόσια παραδοχή του ΔΝΤ, έχει χαθεί κάθε δικαιολογητική βάση περί την «αναγκαιότητα» του προγράμματος λιτότητας. Και, συν τοις άλλοις, έχει δημιουργηθεί για την κυβέρνηση η υποχρέωση όχι μόνο να ζητήσει την αναθεώρηση του Μνημονίου, αλλά και να μη δεχθεί κουβέντα για επιπρόσθετα μέτρα. Τα μέτρα που έχουν ήδη αποφασιστεί, αν δεν υπάρξουν φοβερές αποκλίσεις, θα οδηγήσουν στο περίφημο «ξέφωτο των πρωτογενών πλεονασμάτων». Και για να μην υπάρξουν αποκλίσεις, θα πρέπει να υπάρξουν φοροελαφρύνσεις, αλλά αυτό είναι άλλη συζήτηση.
Η κυβέρνηση, λοιπόν, έχει την υποχρέωση να κόψει κάθε συζήτηση για νέα μέτρα και να ανοίξει μόνο τη συζήτηση για ουσιαστική αναθεώρηση του Μνημονίου. Έχει την πολιτική, οικονομική, ακόμη και ηθική δικαιολογητική βάση, προκειμένου να επιχειρήσει μια διαπραγμάτευση, όχι μόνο με τους «τροϊκανούς», αλλά και στο ανώτατο επίπεδο, μεταξύ Ευρωπαίων ηγετών.
Εξάλλου, μετά την ομολογία του «λάθους», το τελευταίο που μπορεί να κάνει η κυβέρνηση Σαμαρά, είναι να προσπαθήσει να «δικαιολογήσει» την «ανάγκη» λήψης νέων μέτρων. Τα επιχειρήματά της θα είναι στον αέρα, όπως ακριβώς ήταν και οι προβλέψεις των δανειστών. Ή οι προβλέψεις των εγχώριων διαχειριστών, οι οποίοι στην αρχή διαβεβαίωναν ότι το 2011 θα βγαίναμε στις αγορές, μετά θα περιμέναμε για πρωτογενές πλεόνασμα στις αρχές του 2012 και πάει λέγοντας.

Να διορθωθεί, λοιπόν, εδώ και τώρα, το λάθος. Ειδάλλως, θα αποδειχθεί αυτό που έλεγε ο Τζον Κένεντι: «Ένα λάθος γίνεται σφάλμα, μόνο όταν προτιμήσουμε να μην το διορθώσουμε». Και η κοινωνία , που ανέχθηκε –με αίμα- απανωτά λάθη, δε φαίνεται διατεθειμένη να αποδεχθεί και το σφάλμα.

Keywords
Τυχαία Θέματα