Πολιτικοί «τρικάδες» προσέξτε: δεν πίνουμε όλοι φραπόγαλο

15:44 3/9/2014 - Πηγή: Aixmi

Κάποτε ζούσα στον κόσμο της παιδικής αθωότητας, τη μακρινή δεκαετία του ’70, και θυμάμαι που περιμέναμε με λαχτάρα με τα φιλαράκια μου, την παλιοπαρέα από το Γυμνάσιο, αλλά και από τη γειτονιά μου του Γκύζη, τα πανηγύρια της περιοχής. Της Αγίας Σοφίας τον Σεπτέμβριο στο Ψυχικό, του Αγίου Δημητρίου τον Οκτώβριο στους Αμπελόκηπους, του Αγίου Στυλιανού το Νοέμβριο στο Πολύγωνο, του Αγίου Νικολάου στα Εξάρχεια και του Αγίου Ελευθερίου στου Γκύζη το Δεκέμβριο και του Αγίου Χαραλάμπους τον Φεβρουάριο στο πεδίον του ΄Αρεως.

Όλες αυτές οι εκκλησίες ήταν κοντά και πηγαίναμε ποδαράτοι ή με τα ποδήλατα αν δεν έβρεχε. Για να δούμε από κοντά τον ¨μάγο¨ με τα τρικ.

Χαζεύαμε ώρες ατέλειωτες μπροστά στον πάγκο που έκανε τα ανεξήγητα – για το παιδικό μυαλό μας κόλπα. Ο «κύριος τρικάς» όπως τον είχε ονομάσει αυτό το παλιόπαιδο ο Σταύρος, και τελικά μας «έψησε» να τον λέμε όλοι έτσι, ήταν ένας ψηλόλιγνος τύπος γύρω στα 60, με βαμμένα μαλλιά, μούσι και φρύδια, τον άτιμο, και άγριο¨ βλέμμα.

Εντάξει «ψυχούλα» ήταν, αλλά έπρεπε να δείχνει «κάπως». Ποτέ δεν μας χάλαγε χατίρι και μας έδειχνε ξανά και ξανά τα «μαγικά του» χωρίς ποτέ όμως να μας αποκαλύπτει τα μυστικά του.

Αυτά που άντεχε η τσέπη μας να αγοράσουμε ρεφενέ από τα χαρτζιλίκια, ήταν μερικές αμπούλες βρόμας που θα πετούσαμε την επόμενη ημέρα μέσα στην τάξη για να σχολάσουμε πιο γρήγορα, φαγουρόσκονη, πλαστικές κατσαρίδες και ποντίκια, σοκολάτα – νεροπίστολο και κανένα χαρτονάκι – καλόγρια (τι να σας εξηγώ τώρα τι ήταν αυτό). Όταν, μάλιστα, ο Σταύρος είχε ρωτήσει την πρώτη φορά «συγνώμη κύριε τρικά, αυτές οι αμπούλες τι μυρίζουν» είχε πάρει τη θρυλική απάντηση με συνωμοτικό ύφος «για κλάσιμο» και μείναμε όλοι ξεροί από τα γέλια.

Πού τον θυμήθηκα, θα μου πείτε, τώρα τον «κύριο τρικά» μετά από σαράντα χρόνια! Χαζεύοντας πριν κοιμηθώ ένα βράδυ στα κανάλια, είδα πολλούς σύγχρονους «τρικάδες». Με τη θεμελιώδη διαφορά ότι εκείνος είχε πλάκα και «πουλούσε» γιά φραγκοδίφραγκα αθωότητα, γέλιο και όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων ανεξίτηλες όμορφες αναμνήσεις. Ενώ οι σύγχρονοι «τρικάδες» είναι επικίνδυνοι και ανήθικοι, όχι πάντως γραφικοί, γιατί «πουλάνε» ψεύτικη ελπίδα ή σωτηρία από την «απειλή», όλων των «ειδών». Τους επαγγελματίες συνδικαλιστές και πολιτικούς που υπόσχονται μόλις κυβερνήσει το κόμμα τους επιστροφή στη «χρυσή» οικονομική εποχή Σημίτη.

Όλοι αυτοί, όμως, είναι θρασύδειλοι γιατί κρύβονται πίσω από μάσκες «υπερδεξιών υπουργών» ή δήθεν «αριστερών» σωτήρων της αξιωματικής αντιπολίτευσης που, στην ουσία, μιλάνε χωρίς να βγαίνει ήχος. Ας είναι. Έτσι κι αλλιώς τίποτα και ποτέ δεν θα αλλάξει σε αυτή τη χώρα.

Έχω την αίσθηση ότι το καλοκαίρι του 2014 που έφυγε, η Ελλάδα μάλλον «έπιασε πάτο». Με την κοινωνική, πολιτική και οικονομική κατάντια. Σαν το ημερολόγιο να έκανε «επανάσταση» και να μην μέτρησε αυτό το καλοκαίρι. Σαν να αγανάκτησε ακόμη και ο χρόνος!

Ας ετοιμαστούμε – όπως και να χει – με κουράγιο και πίστη για ένα ανηφορικό φθινόπωρο κι έναν εφιαλτικό χειμώνα και βλέπουμε. Όσο για τους σύγχρονους πολιτικούς «τρικάδες» – για να μην ξεχνάμε από πού ξεκίνησε ο μίτος της σημερινής σκέψης – θα πρέπει να έχουν πάντα στο μυαλό τους τη ρήση του άγγλου ποιητή Τζων Ντράιντεν «πρόσεχε την οργή των υπομονετικών ανθρώπων».

Των υπομονετικών προοδευτικών ανθρώπων που δεν ανήκουν στην Ελλάδα του παρασιτισμού και του φραπόγαλου. Του βολέματος των κομματικών στρατών και της κλίκας. Της αποχαύνωσης μπροστά στην τηλεόραση παρακολουθώντας τηλεπάστορες που πλασάρουν βιβλία επιβίωσης στον πόλεμο με τους εξωγήινους και κομπογιαννίτικα εγχειρίδια αυτοθεραπείας και αιώνιας ζωής…

Keywords
Τυχαία Θέματα