Αγαπιόμαστε, ρε! Έτσι, για να σκάσετε…

04:13 21/1/2013 - Πηγή: Aixmi

Παρακολουθούσα την περασμένη Πέμπτη, ανήμερα του Αγίου Αντωνίου, τη συζήτηση που προηγήθηκε της ψηφοφορίας στη Βουλή για την προανακριτική, με ένα πράγμα -κυρίως- σφηνωμένο στο μυαλό: Πόσο πιο μακρυά μπορούν να στείλουν τον μέσο πολίτη με τις κορώνες που εξαπολύουν αμφότεροι οι εγκάθετοι πάσης χρωματικής πολιτικής προέλευσης. Απάντησα αστραπιαία: Κανείς νοήμων και σκεπτόμενος πολίτης δεν εναπόθεσε την όποια ελπίδα του για απόδοση δικαιοσύνης στην άοσμη αυτή διαδικασία.

Τελικώς, παραπέμφθηκε ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου.

Ωστόσο την Παρασκευή, ανήμερα του Αγίου Αθανασίου, δεν έπαψε μεγάλη μερίδα του ελληνικού λαού να άγεται απαξιωτικά για Βενιζέλο, Παπανδρέου, Παπαδήμο, αλλά και για τους περισσότερους εκ των παρευρισκομένων αιρετών της Βουλής. Αυτό που επιπλέον σκέφτηκα είναι ότι, τώρα πια, η αηδία απέναντι στους θεσμούς «ενώνει» περισσότερο τους Έλληνες. Πιο απλά ακόμη, ο κόσμος λατρεύει να τους σιχαίνεται, κι αυτό τον παθιάζει. Δεν το διαπιστώνω με χαρά, το θεωρώ, μερικώς, μέχρι και επικίνδυνο, μα τούτο αισθάνομαι καθημερινά:

Οι Έλληνες αγαπιόμαστε περισσότερο όταν λαβωνόμαστε. Ερχόμαστε πιο κοντά. Κι αυτό είναι, ίσως, το μόνο ευτυχές μέσα σε όσα αδιανόητα βιώνουμε.

Το Σάββατο, ανήμερα ενός αντιφασιστικού συλλαλητηρίου στο κέντρο της Αθήνας, με συμμετοχή άνω των 4.000 ανθρώπων και με επίκεντρο το τραγικό συμβάν της δολοφονίας του 27χρονου Πακιστανού την Πέμπτη, μερικές δεκάδες μόνο μέτρα μακρυά από τη Βουλή, ο ίδιος κόσμος έστησε μια γιορτή. Έτσι λεγόταν, αυτό ήταν. Μια ευρωπαϊκή γιορτή στην οποία συνυπήρχαν θρήνος, οργή, φωνές και αγωνία, από κοινού με τραγούδι, αντιφασιστικές κραυγές, νέους που πάλλονταν κατά του φασισμού. Ανθρώπους που ουρλιάζουν κατά της βίας, υπέρ της ισονομίας, μα και, ταυτόχρονα, κατά της πολιτειακής ηγεσίας. Συγχρονισμένα, με μια φωνή, μια καρδιά: «Ποτέ ξανά φασισμός».

Ο Θάνος και ο Σπύρος μόλις ενηλικιώθηκαν. Είναι φίλοι, φοιτητές, αθλητές, και ζουν στην Κυψέλη. Κατευθύνονταν για διασκέδαση προς την οδό Φωκίωνος Νέγρη, μια καθημερινή νύχτα πριν από τις γιορτές των Χριστουγέννων, όταν σε παρακείμενο στενό της περιοχής έγιναν μάρτυρες συμπλοκής δύο ακροδεξιών με αλλοδαπό. Δεν προσπέρασαν το συμβάν, παρά ενεπλάκησαν, σταματώντας τα άτομα που γρονθοκοπούσαν τον συνομήλικό τους Νιγηριανό, και τρέποντάς τα σε φυγή. Κατόπιν, διεκόμισαν τον τραυματία στο νοσοκομείο, όπου του παρασχέθηκε φροντίδα για τις κακώσεις και το κάταγμα ισχίου που του είχαν προκαλέσει οι δράστες, και στη συνέχεια τον συνόδευσαν στο σπίτι του. Αντάλλαξαν τηλέφωνα, έμειναν σε επαφή. Έκτοτε, ο Θάνος, ο Σπύρος και ο Τζίμο είναι αχώριστοι, ενώ συζητούν το ενδεχόμενο να συγκατοικήσουν ως φοιτητές. Το νέο μέλος της παρέας μίλησε στους δικούς του, στην πατρίδα του, από τηλεφώνου, για την περιπέτεια και τους νέους του φίλους: «Ναί, Έλληνες είναι! Με αγαπάνε«, είπε.

Ο Θάνος, που μου διηγήθηκε αυτήν την ιστορία, ήταν μπροστά όταν ο Τζίμο μιλούσε στο τηλέφωνο δακρυσμένος. «Είναι πια φίλος μας, ρε Βαγγέλη! Έγινε φίλος μας…», μου ανέφερε. Πλέον αισθάνομαι τούτο:

Οι πολίτες της Ελλάδας αγαπιόμαστε περισσότερο όταν λαβωνόμαστε. Ερχόμαστε πιο κοντά. Κι αυτό είναι, ίσως, το μόνο ευτυχές μέσα σε όσα αδιανόητα βιώνουμε.

Ποιά, λοιπόν, είναι η φαρμακευτική αγωγή ενάντια σε όσα βιώνουμε;

Αγάπη, ρε! Έτσι, για να σκάσουν…

Follow on Twitter: @VagLiak

Keywords
Τυχαία Θέματα