Το STRATFOR στον ΕΤτΚ: Μια κόμη κρίση, ένας ακόμη νέος πρωθυπουργός στην Ιταλία

18:21 22/2/2014 - Πηγή: E-Typos


Μια νέα πολιτική κρίση λαμβάνει χώρα στην Ιταλία και για ακόμη μια φορά οι πολιτικοί ηγέτες της χώρας παίρνουν αποφάσεις χωρίς την εμπλοκή των ψηφοφόρων. Την περασμένη Πέμπτη το κυβερνών δημοκρατικό κόμμα ψήφισε την απόσυρση της στήριξής του από τον πρωθυπουργό Ενρίκο Λέτα, ανοίγοντας το δρόμο στον ηγέτη του κόμματος Ματεό Ρέντσι να γίνει ο νέος πρωθυπουργός της Ιταλίας. Ο Λέτα αναμένεται να υποβάλει την παραίτησή του την Παρασκευή
και ο Ρέντσι να πάρει την ψήφο εμπιστοσύνης από το Κοινοβούλιο λίγο αργότερα, ως ο τρίτος πρωθυπουργός που διορίζεται σε διάστημα δύο ετών χωρίς εκλογές. Τα μεγαλύτερα πολιτικά κόμματα της Ιταλίας ανησυχούν για το απρόβλεπτο των εκλογών σε μια στιγμή που οι περισσότεροι ψηφοφόροι είναι αναστατωμένοι με τους ηγέτες τους.
Η πολιτική αστάθεια δεν είναι κάτι καινούργιο για την Ιταλία, η οποία διαθέτει την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία στην ευρωζώνη. Ωστόσο, η ευρωπαϊκή κρίση την οδηγεί σε νέα επίπεδα. Στα τέλη του 2011, ο πρώην πρωθυπουργός Σίλβιο Μπερλουσκόνι, κάτω από την πίεση της Ευρωπαϊκής Ενωσης, παραιτείται ύστερα από εβδομάδες πολιτικής έντασης στο ιταλικό Κοινοβούλιο. Ο Μπερλουσκόνι αντικαθίσταται από τον Μάριο Μόντι, έναν τεχνοκράτη που διορίστηκε από το Κοινοβούλιο αντί να εκλεγεί από το λαό. Την ίδια στιγμή, τα συστημικά κόμματα, το κεντροαριστερό Δημοκρατικό Κόμμα και το κεντροδεξιό «Λαός της ελευθερίας» υποστήριξαν την κυβέρνηση Μόντι, ωστόσο η εύθραυστη συμμαχία διήρκεσε μόνο κάτι λιγότερο από ένα χρόνο, με νέες εκλογές να πραγματοποιούνται τον Φεβρουάριο του 2013.
Μετά τις εκλογές, κανένα κόμμα δεν είχε αρκετές έδρες στο Κοινοβούλιο για να κάνει κυβέρνηση. Αυτό που όμως προκάλεσε τη μεγαλύτερη έκπληξη ήταν η Κίνηση των Πέντε Αστέρων, ένα αντισυστημικό κόμμα που βάση της εκστρατείας του ήταν η σκληρή κριτική της ιταλικής κυβερνώσας ελίτ, λαμβάνοντας τις περισσότερες ψήφους από κάθε άλλο κόμμα, μια σαφής ένδειξη της απογοήτευσης των Ιταλών για τους ηγέτες τους.

Προς αποφυγή νέων εκλογών, τα συστημικά κόμματα της Κεντροαριστεράς και Κεντροδεξιάς αποφάσισαν να συνεχίσουν την αδύναμη συμμαχία τους. Και έτσι ο Λέτα διορίστηκε πρωθυπουργός, έστω κι αν δεν ήταν υποψήφιος για τις εκλογές. Οπως και η κυβέρνηση Μόντι, και του Λέτα αντιμετώπισε τον κίνδυνο κατάρρευσης από την πρώτη στιγμή της δημιουργίας της. Και τα δύο κόμματα απείλησαν να αποσύρουν τη στήριξή τους στον πρωθυπουργό σε αντάλλαγμα τις πολιτικές παραχωρήσεις. Οταν ο Μπερλουσκόνι εκδιώχθηκε από το Κοινοβούλιο και η Κεντροδεξιά χωρίστηκε σε δύο μικρότερα κόμματα, τα πράγματα έδειχναν ότι η κυβέρνηση Λέτα θα μπορούσε να επιβιώσει.

Αλλά το θανάσιμο πλήγμα στην κυβέρνησή του ήρθε από μέσα από το ίδιο του το κόμμα. Στα τέλη του 2013, ο Ρέντσι, ο δήμαρχος της Φλωρεντίας, εξελέγη γενικός γραμματέας του Δημοκρατικού Κόμματος. Από την αρχή συμπεριφερόταν ως ο ηγέτης της Ιταλίας, προτείνοντας -παράλληλα με την ατζέντα του Λέτα- τη μεταρρύθμιση του εκλογικού νόμου της Ιταλίας και του Συντάγματος και παρουσιάζοντας μέτρα για την ώθηση της οικονομίας. Η τελευταία προσπάθεια του Ρέντσι να υπονομεύσει τον Λέτα έγινε την Πέμπτη, όταν παρότρυνε το κόμμα του να αποσύρει τη στήριξή του από την κυβέρνηση. Αφού το Δημοκρατικό Κόμμα καταψήφισε την κυβέρνηση Λέτα, ο Ρέντσι είπε ότι νέες εκλογές «δεν θα έλυναν το πρόβλημα της Ιταλίας».

Αν και πλήρως εντός της νομιμότητας, η διαδοχή των μη εκλεγμένων πρωθυπουργών εντείνει μόνο το χάσμα μεταξύ των Ιταλών και των ηγετών τους. Και όσο τα μέλη των κυρίαρχων πολιτικών κομμάτων της Ιταλίας τσακώνονται για τις δημόσιες θέσεις τους, η οικονομία της χώρας συνεχίζει να επιδεινώνεται. Πρόσφατη έκθεση της επίσημης στατιστικής υπηρεσίας της Ιταλίας αποκάλυψε ότι ένας αυξανόμενος αριθμός ιταλικών οικογενειών ζει στη φτώχεια. Το 2013, αριθμός-ρεκόρ επιχειρήσεων υπέβαλε αίτημα πτώχευσης. Η μείωση στην κατανάλωση και οι περιορισμοί στην πίστωση δυσκολεύουν τις μικρές και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις -τη ραχοκοκαλιά της ιταλικής οικονομίας- να επιβιώσουν. Σήμερα, η Ιταλία βρίσκεται σε ύφεση και η ανεργία αυξάνεται.

Αυτό εξηγεί γιατί οι διαδηλώσεις έγιναν συχνότερες το χρόνο που πέρασε. Εξηγεί επίσης γιατί τα κινήματα, όπως το «Κίνημα του δίκρανου», μετετράπησαν από ένα περιφερειακό φαινόμενο σε εθνικό, παραλύοντας τους ιταλικούς δρόμους και τις εθνικές οδούς για μία εβδομάδα. Τα βασικά πολιτικά κόμματα φοβούνται ότι θα βρεθούν εκτός εξουσίας, οπότε θα κάνουν ό,τι μπορούν να το καθυστερήσουν. Αλλά οι ιταλικές κυβερνήσεις γίνονται ολοένα και αναποτελεσματικότερες, διότι το μόνο πράγμα που ενώνει τις ελίτ είναι ο φόβος απώλειας της εξουσίας.

Η ιταλική κυβερνώσα τάξη, η οποία περιλαμβάνει επίσης τα συνδικάτα και τις ενώσεις εργαζομένων, εμπλέκεται ολοένα και περισσότερο στις μηχανορραφίες της πολιτικής ελίτ, αποστασιοποιούμενη ακόμα περισσότερο από την πραγματικότητα του πληθυσμού. Η Ευρωπαϊκή Ενωση σε μεγάλο βαθμό ανέχεται την Ιταλία: Οι αξιωματούχοι στις Βρυξέλλες ανησυχούν ότι οι παραδοσιακές ελίτ της Ιταλίας, οι οποίες έχουν τουλάχιστον ονομαστικά δεσμευτεί για την ατζέντα μεταρρυθμίσεων της Ε.Ε., μπορούν να αντικατασταθούν από τους αντισυστημικούς τους αντιπάλους.

Αν και αυτό το φαινόμενο είναι ιδιαίτερα έντονο στην Ιταλία, συμβαίνει εντούτοις και αλλού στην Ευρώπη. Οι κρίσεις δημιουργούν παράξενες συμμαχίες, και σε αρκετές χώρες της Ε.Ε. οι παραδοσιακές ελίτ μάχονται για την επιβίωσή τους. Στην Ελλάδα, η οικονομική κρίση ανάγκασε δύο παραδοσιακά αντιπάλους, την κεντροδεξιά Νέα Δημοκρατία και το κεντροαριστερό ΠΑΣΟΚ, να δημιουργήσουν μια άβολη συμμαχία για να παραμείνουν στην εξουσία. Οπως οι Ιταλοί ομόλογοί τους, οι Ελληνες ηγέτες φοβούνται την άνοδο των αντισυστημικών κομμάτων, που αντιπροσωπεύονται από τον ακροαριστερό ΣΥΡΙΖΑ και την ακροδεξιά Χρυσή Αυγή. Καθώς η κατάσταση στην Ιταλία δεν είναι τόσο dire όσο είναι στην Ελλάδα, οι Ιταλοί ηγέτες επίσης αισθάνονται ότι απειλούνται.

Η ευρωπαϊκή κρίση μπορεί να εξηγηθεί ως μια κρίση αντιπροσώπευσης και ηγεσίας. Από την αρχή της κρίσης, το χάσμα μεταξύ ψηφοφόρων και ηγετών έχει μεγαλώσει σταθερά, όπως αποδεικνύει η ανάπτυξη των αντισυστημικών κομμάτων και των ομάδων. Ολοένα και περισσότεροι ψηφοφόροι αισθάνονται ότι δεν εκπροσωπούνται από τους ηγέτες τους και επιζητούν πολιτικές εναλλακτικές, πολλές από τις οποίες απορρίπτουν τα θεμελιώδη στοιχεία της Ε.Ε., συμπεριλαμβανομένης και της ελεύθερης διακίνησης αγαθών και ατόμων. Οι ψηφοφόροι θα τιμωρήσουν τις κυρίαρχες ελίτ στις ευρωεκλογές του Μαΐου και οι συνέπειες θα μπορούσαν να είναι σοβαρότερες την επόμενη φορά που θα γίνουν εθνικές εκλογές.

«Η λεοπάρδαλη» του Giuseppe Tomasi di Lampedusa είναι ένα από τα πιο σημαντικά ιταλικά μυθιστορήματα που γράφτηκε τον 20ό αιώνα. Το βιβλίο καταγράφει τις πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές που έγιναν στη Σικελία κατά τη διάρκεια την ιταλικής ένωσης τη δεκαετία του 1860 και πώς οι τοπικές ελίτ κατάφεραν να μείνουν στην εξουσία, προσαρμόζοντας την εξελισσόμενη πολιτική πραγματικότητα. Αντικατοπτρίζοντας την εξέλιξη της Ιταλίας, ένας από τους βασικούς χαρακτήρες είπε: «Αν θέλουμε τα πράγματα να μείνουν ως έχουν, θα πρέπει να αλλάξουν». Αυτή η φιλοσοφία διέκρινε τις αποφάσεις των Ιταλών κυβερνώντων για δεκαετίες, ωστόσο η κρίση απειλεί την επιβίωσή τους. Τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα σκέφτονται ότι η αλλαγή στο όνομά τους θα είναι αρκετή για να παραμείνουν στην εξουσία. Στους δρόμους, ένας ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός Ιταλών διαφωνεί.

Δημοσιεύεται στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής
Keywords
Τυχαία Θέματα