Ο Ροβινσώνας «Κρουσάκης» της νήσου Χρυσή

COVER STORYΟ Ροβινσώνας «Κρουσάκης» της νήσου ΧρυσήΚυριακή, Σεπτέμβριος 14, 2014 - 13:00

Στην παρθένο νήσο Χρυσή, απέναντι από την Ιεράπετρα, ο χαρακτηριστικός ήχος των κοχυλιών, που χτυπούν μεταξύ τους έτσι καθώς είναι δεμένα στο κεδρόξυλο-μαγκούρα, προειδοποιεί για την άφιξή του. Τριγυρνά ξυπόλυτος σε ολόκληρο το νησί που το ξέρει σαν το σπίτι του, ακριβώς επειδή είναι το σπίτι του. Είναι ο μοναδικός μόνιμος κάτοικός του εδώ και χρόνια. Είναι ο

άνθρωπος που «μπορεί να τα βάλει ακόμη και με τον Θεό, αρκεί να σωθεί ο τελευταίος παράδεισος». Είναι ένας σύγχρονος Ροβινσώνας Κρούσος ή «Κρουσάκης», όπως λέει, γελώντας ο ίδιος προκειμένου να τονίσει την κρητική καταγωγή του. Είναι το «Μουγκρί».

Το... παρατσούκλι

«Εξω από δω είμαι ο Μανώλης Λιαπάκης, αλλά εδώ μέσα είμαι το Μουγκρί. Ξέρεις τι είναι το μουγκρί; Είναι αυτά τα χέλια με τα δόντια, τα ευέλικτα, που μπορούν να επιβιώσουν κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες και οποιεσδήποτε προϋποθέσεις» λέει με την τραχιά φωνή του και χαμογελά καθώς συστήνεται στην «Εspresso της Κυριακής», την οποία θα διαβάσει μόνο αν του την πάμε ιδιοχείρως, αφού στη Χρυσή δεν φτάνουν ποτέ οι εφημερίδες. Ενταγμένo στο δίκτυο ΝΑΤURA 2000, το Γαϊδουρονήσι (όπως ονομάζεται αλλιώς το εξωτικό νησί), με μέγιστο μήκος πέντε χιλιόμετρα και μέσο πλάτος ένα, είναι η Εδέμ του Λιβυκού πελάγους. Ακατοίκητη, σύμφωνα με τις επίσημες αναφορές, κατοικημένη, σύμφωνα με την πραγματικότητα, αφού εκεί έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του το Μουγκρί, πατέρας πέντε παιδιών και παππούς έξι εγγονών, που πολλά χρόνια τώρα αρνείται «να βγει έξω». Μαζί του τελευταία έχει μια μικρή κοινότητα, μια παρέα μερικών ατόμων που προσπαθούν να εγκαταλείπουν όλο και πιο σπάνια το νησί κι επιθυμούν επίσης να πολιτογραφηθούν Γαϊδουρονησιώτες.

Η παρέα

«Γράψε την παρέα της Χρυσής: ο Πονηρός, ο Καϊκάς, το Μουγκρί, το Μουγκράκι, η Αγγελική, ο Φλεβαράκης και ο Μόγλης». Ο τελευταίος είναι ο Αγγελος, ο εγγονός του, 3,5 ετών σήμερα, που μεγαλώνει στο νησί. «Θέλαμε να γεννηθεί εδώ, να είναι ο πρώτος σύγχρονος άνθρωπος που θα γεννηθεί στη Χρυσή. Αλλά φοβόμασταν τις επιπλοκές της γέννας. Ο γιος μου (το Μουγκράκι), η νύφη μου (η Αγγελική) και ο Μόγλης επέστρεψαν όταν το μωρό ήταν μερικών ημερών και από τότε σπάνια βγαίνουν έξω. Τώρα όμως ο μικρός πρέπει να πάει παιδικό σταθμό, να κοινωνικοποιηθεί. Κι έτσι τα παιδιά ετοιμάζονται να φύγουν για τη Γεράπετρα».
Χρησιμοποιεί επιμόνως τις λέξεις «μέσα» και «έξω» για το νησί, κοιτάζει τον συνομιλητή του ευθεία στα μάτια και είναι φανερό πως ξέρει τα πάντα για τη Χρυσή. «Εδώ είναι ο τελευταίος παράδεισος. Μπορείς να επικοινωνήσεις αυτόματα με τον Θεό, αν το πιστέψεις. Εφτασα για πρώτη φορά το 1968, παλικαράκι 16 ετών, με έναν γέρο ψαρά. Με παράτησε και την άλλη εβδομάδα ήρθε και με πήρε. Μετά ήρθα, ξαναήρθα και τελικά έμεινα μέσα. Βέβαια, όταν πρωτομπήκα, οι σκελετοί ψαριών, χελωνών, ερπετών ήταν παντού και τα κοχύλια γέμιζαν τις παραλίες. Αλλά οι άνθρωποι δεν γνωρίζανε την αξία τους. Τα κάνανε κολιεδάκια, τα πουλάγανε σε βαζάκια και όταν συνειδητοποίησαν τι γίνεται, δεν υπήρχαν πια κοχύλια. Τώρα ψάχνεις με φακό για να τα βρεις. Υπάρχουν 220 είδη φυτών στη Χρυσή, από τα οποία τα 180 είναι αφρικανικής προελεύσεως και υπάρχει και ένα που δεν ευδοκιμεί πουθενά αλλού στον πλανήτη. Μινωικός οικισμός υπάρχει, απολιθώματα υπάρχουν, εδώ οι Μινωίτες επεξεργαζόντουσαν την πορφύρα».

Η ξενάγηση

Οταν τον ρωτάμε πώς είναι η ζωή τον χειμώνα, απαντάει «ακολούθα με!» και μας ξεναγεί στο πρώτο, στο δεύτερο και το πρόσφατο «σπίτι» του, όλα φτιαγμένα από κλαδιά κέδρου: «Το νησί μπορεί να σε θρέψει όλον τον χρόνο. Για να επιβιώσω, τι θέλω; Από τον Οκτώβριο μέχρι τον Μάρτιο υπάρχουν αγριόχορτα. Υπάρχουν η θάλασσα, τα ψάρια, τα οστρακοειδή. Εδώ θα βρεις φασιανούς, πέρδικες, κουνέλια άγρια. Θα πάρω τη βέργα μου, θα βρω το αγριοκούνελο σε ένα σκήνο και θα το πιάσω. Αλλά ένα. Κατά τ' άλλα όλο τον χειμώνα σε ευνοεί ο καιρός, αφού έχει 3-5 βαθμούς υψηλότερη θερμοκρασία απ' ό,τι έχει η Κρήτη».

Ο λόγος του ρέει, το λεξιλόγιο και το συντακτικό του είναι εντυπωσιακά και δεν ταιριάζουν με την εμφάνισή του. Εχει σπουδάσει; «Δηλώνω αναλφάβητος. Την κατσίκα του δασκάλου βόσκαγα και με πέρναγε τις τάξεις. Αλλά κάθε καλοκαίρι, που γεμίζει το νησί, κάθομαι, κοιτάζω τους ανθρώπους στα μάτια και παίζω με το πίσω μέρος του κεφαλιού τους. Για να δω τι σκέφτονται, πώς λειτουργούν, τι μπορώ να κλέψω από αυτούς, τι μπορώ να τους προσφέρω. Και με τον καιρό ανοίγει η σκέψη σου. Περισσότερο μιλάω με μαντινάδες. Αν ανοίξεις το τσαντάκι μου θα βρεις ένα σωρό χαρτάκια. Δεν πουλάω σε κανέναν. Τις χαρίζω όμως απλόχερα όπου αγαπάω: "Είναι η ζωή μια αστραπή κι όσο κρατάει η λάμψη, όσα προλάβει ο άνθρωπος τα άλλα τα 'χει χάσει. Κι αφού η ζωή είναι μικρή, όσο μπορείς τη γλέντα, μ' ένα κρασί, μ' ένα φιλί και μια γλυκιά κουβέντα"...».

Ενας άτυπος πόλεμος

Η «ΠΑΡΕΑ της Χρυσής», που μένει σε σκηνές ή σπηλιές από κεδρόξυλα, έχει ανοίξει έναν άτυπο πόλεμο με τις Αρχές της Ιεράπετρας, αφού στο νησί (ως τοπίου NATURA) απαγορεύεται η κατασκήνωση. «Πρόσφατα ήρθαν και ξέστησαν τις σκηνές, άδειαζαν τις γεννήτριες στις ρίζες των δέντρων. Εμείς πήγαμε στον μώλο και δεν αφήναμε τα βαπόρια να δέσουν. ΝΑΤURA είναι εδώ, ναι. Τον χειμώνα όμως έβλεπα τα ερευνητικά σκάφη να περνάνε πάνω κάτω. Εμένα με ενδιαφέρει με όποιον τρόπο μπορούμε -έχω ήδη βρει κάποιες νομικές φόρμουλες- να σώσουμε το νησί. Ξέρω ότι υπάρχει φυσικό αέριο άφθονο» λέει το Μουγκρί. Τριάντα χρόνια υπάλληλος στις γεωτρήσεις, θεωρείται ο πιο καταρτισμένος (αν και εμπειρικός) γεωλόγος από τους Γεραπετρίτες, όπως μας διαβεβαίωσαν πολύ προτού τον γνωρίσουμε. Ακόμη κι εκείνοι που τον θεωρούν λίγο «πειραγμένο», έχουν να πουν τα καλύτερα για τις γνώσεις του. «Το παιχνίδι, νομίζω, παίζεται ως εξής: να το κάνουν εξέδρα μεταφόρτωσης. Και αν γίνει αυτό, εγώ προτιμώ να καώ μαζί με τα δέντρα, παρά να τα δω να καταστρέφονται. Και θα το κάνω» λέει ο ίδιος.

Μάζεμα σκουπιδιών με οικολογική συνείδηση

ΤΡΕΧΟΝΤΑΣ σχεδόν στα μονοπάτια, το Μουγκρί αποφασίζει να μας ξεναγήσει δείχνοντάς μας και τις δύο όψεις του νομίσματος, «την καλή πλευρά του νησιού και την κακή πλευρά των ανθρώπων». Ανηφορίζοντας στον λόφο και περνώντας ακόμη και από μέρη με τεράστιους μαύρους ηφαιστειογενείς βράχους που μοιάζουν να έπεσαν από τον ουρανό, φτάνουμε σε έναν άλλο λόφο από σκουπιδοσακούλες. «Καταλαβαίνετε ότι με αυτές τις θερμοκρασίες υπάρχει κίνδυνος αυτανάφλεξης. Κανονικά αυτά θα έπρεπε να τα μαζεύουν κάθε εβδομάδα, αλλά θα μείνουν εδώ έως το τέλος της σεζόν και θα τα πάρουν όλα μαζί» λέει και συνεχίζει να περπατά ξυπόλυτος, καθώς μας διηγείται πώς κάθε πρωί υποδέχεται τους τουρίστες: «Καλώς ήρθατε, σας παρακαλώ τα σκουπιδάκια σας να προσέχετε. Κι αν δεν μπορείτε να τα πάρετε, τουλάχιστον πείτε μου πού τα αφήσατε να πάω να τα μαζέψω».

Τη δεκαετία του '70 ο τουρισμός δεν ήξερε το νησί. Τη δεκαετία του '90 άρχισε να το μαθαίνει λίγος κόσμος και τώρα φτάνουν δεκάδες χιλιάδες κάθε χρόνο για να βουτήξουν στα τιρκουάζ νερά του. «Το πρόβλημα προκύπτει κυρίως απ' όσους έρχονται εδώ από τα θεόρατα ξενοδοχεία. Παίρνουν από τον μπουφέ -που είναι όλα δωρεάν- τεράστιες ποσότητες φαγητού, ώσπου να έρθουν το φαγητό έχει αλλοιωθεί από τη ζέστη, αφήνουν τη σακούλα στον κάδο, ο γλάρος -για να επιβιώσει- την αρπάζει και την πετάει τυχαία στο δάσος. Κι εμείς εδώ, η παρέα της Χρυσής, τρέχουμε να κυνηγάμε τα σκουπίδια για να κρατήσουμε το νησί όσο γίνεται καθαρό».

Keywords
Τυχαία Θέματα