Ένα κολλύριο και ακτίνες UV κάνουν το λέιζερ ασφαλές

Μια απλή διαδικασία -διάρκειας ενενήντα δευτερολέπτων- εγγυάται ότι μπορεί να εξαλείψει τους κινδύνους που συνδέονται με το λέιζερ μυωπίας και αποτελούν ανασταλτικό παράγοντα για πολύ κόσμο. Βρετανός επιστήμονας ανακάλυψε μια απλή τεχνική, που συνδυάζει σταγόνες ματιών και ακτίνες UV, η οποία καθιστά την επέμβαση λιγότερο επικίνδυνη. Η νέα θεραπεία, η οποία ονομάζεται Lasik Extra, σχεδόν εκμηδενίζει τον κίνδυνο μόλυνσης και λοιπών επιπλοκών που συνδέονται με τη διαθλαστική

χειρουργική.

Ο οφθαλμοχειρουργός Μπόμπι Κερέσι της London Eye Clinic είναι ο πρώτος που εφάρμοσε τη σύντομης διάρκειας νέα τεχνική και θεωρεί ότι πολύ σύντομα θα αποτελέσει ρουτίνα. «Είναι η μεγαλύτερη ανακάλυψη που έγινε στη διαθλαστική χειρουργική τα τελευταία 20 χρόνια. Ολοι θα πρέπει να υποβάλλονται σε αυτή παράλληλα με τη στάνταρ διαδικασία του λέιζερ. Εξασφαλίζει ότι ο κίνδυνος εμφάνισης επιπλοκών μειώνεται στο μηδέν» εξηγεί ο Κερέσι, ο οποίος από τη μέχρι στιγμή εφαρμογή της έχει μείνει πολύ ευχαριστημένος, καθώς δεν έχουν υπάρξει επιπλοκές.

Υπάρχουν πολλές μέθοδοι διόρθωσης διαθλαστικών σφαλμάτων με λέιζερ, όμως η Lasik είναι η πιο κοινή και η πιο διαδεδομένη. Η διαδικασία περιλαμβάνει την εφαρμογή αναισθητικών σταγόνων και εν συνεχεία τη δημιουργία ενός μικρού κρημνού στην επιφάνεια του κερατοειδούς, σαν καπάκι. Κατόπιν αφαιρείται ο ιστός και σμιλεύεται η επιφάνειά του πριν κλείσει και πάλι το καπάκι. Η διάρκεια της επέμβασης είναι δέκα λεπτά για κάθε οφθαλμό. Οι συνηθέστερες επιπλοκές που προκύπτουν μετά από επέμβαση Lasik είναι τρεις: κερεκτασία (επιπλοκή κατά την οποία ο κερατοειδής αποδυναμώνεται, υποχωρεί και παρουσιάζεται υψηλός αστιγματισμός και μείωση της όρασης), ενδοεπιθηλιακή ανάπτυξη (κατά την οποία τα κύτταρα της επιθηλιακής επιφανείας αναπτύσσονται κάτω από τον κερατοειδικό κρημνό) και υποτροπή μυωπίας.

Με τη βοήθεια του LaskikXtra, που μπορεί να εφαρμοστεί σε όλες τις μεθόδους διαθλαστικής χειρουργικής και όχι μόνο στην περίπτωση του Lasik, όπως υποδεικνύει το όνομά της, γίνεται η εφαρμογή σταγόνων ριβοφλαβίνης αμέσως μετά το λέιζερ, οι οποίες «ενεργοποιούνται» με υπέρυθρη ακτινοβολία. Το αποτέλεσμα είναι η καλύτερη σύνδεση των ινών του κερατοειδούς, που τον καθιστούν πιο παχύ, αλλά και πιο ελαστικό ταυτόχρονα.

Πετρίνα Καλαμβοκίδη

[email protected]

Keywords
Τυχαία Θέματα