«Στερεύει» η Ελλάδα από ελαιόλαδο

της Σέβης Σαλαγιάννη

Ούσα χώρα της μεσογειακής Ευρώπης, η Ελλάδα φημιζόταν διαχρονικά για τους τόνους παραγωγής ελαιόλαδου, το οποίο διέθετε τόσο για εσωτερική, όσο και για εξωτερική κατανάλωση. Οι καιροί αλλάζουν όμως και -τουλάχιστον για τη φετινή χρονιά- δημιουργείται μια νέα πραγματικότητα στον παραδοσιακό αυτό τομέα. Η πραγματικότητα αυτή συνοψίζεται στη φράση: Η Ελλάδα

για ποικίλους λόγους δεν παράγει πια ελαιόλαδο, όπως παλιά...

Στο πρόσφατο δελτίο του Φεβρουαρίου για το 2014 το IOC παρουσιάζει στοιχεία, τα οποία μαρτυρούν και ταυτόχρονα επιβεβαιώνουν την ιδιαιτέρως μεγάλη μείωση της παραγωγής ελαιόλαδου στη χώρα. Όπως εκτιμάται, τη χρονιά που διανύουμε η ελληνική παραγωγή θα είναι μικρότερη από 157.000 τόνους, δηλαδή θα παρουσιάσει μείωση κατά 200.000 τόνους σε σχέση με την περσινή. Σε ποσοστιαίες μονάδες, η μείωση αυτή θα είναι της τάξεως του 56%. Το στοιχείο δε που προβληματίζει στα δεδομένα του τελευταίου δελτίου είναι η τιμή παραγωγού, η οποία και εμφανίζει ισχνή αύξηση της τάξεως του 1% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή. Κάτι τέτοιο σημαίνει ότι οι όποιες ανάγκες της αγοράς καλύπτονται από τις εισαγωγές ελαιολάδου από άλλες χώρες.

Η παραγωγή στις μεσογειακές χώρες

Το IOC όμως δεν εξετάζει μονάχα την περίπτωση της Ελλάδας, αλλά και άλλων χωρών. Ειδικότερα, στην περίπτωση της Ισπανίας έγινε επαναξιολόγηση των εκτιμήσεων, με την παραγωγή να εμφανίζει αύξηση. Συγκεκριμένα, η φετινή παραγωγή ελαιολάδου εμφανίζει αύξηση και αναμένεται να ανέλθει σε 1.595.400 τόνους, τη στιγμή που οι πρώτες εκτιμήσεις έκαναν λόγο για 1.536.000 τόνους. Η γειτονική Ιταλία, από την άλλη, αναμένεται μέσα στο 2014 να παράξει 450.000 τόνους, ενώ τα αντίστοιχα στοιχεία για την Πορτογαλία κάνουν λόγο για αύξηση, η οποία κυμαίνεται στους 85.000 τόνους. Επιπροσθέτως, η παραγωγή ελαιολάδου στην Τουρκία κυμαίνεται στους 130.000 τόνους, δηλαδή η παραγωγή ελαιόλαδου θα ζυγίζει 50.000 τόνους λιγότερο απ' ό,τι αναμενόταν βάσει των αρχικών εκτιμήσεων.


Το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο και οι τιμές παραγωγού

Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα στοιχεία που παραθέτει ο IOC, στην Ισπανία παρουσιάζεται μια τάση για μείωση της τιμής παραγωγού. Ωστόσο, μετά από την πτώση στα 1,97 ευρώ ανά κιλό που έγινε τη δεύτερη εβδομάδα του Ιανουαρίου, διαμορφώθηκε στα 2,01 ευρώ ανά κιλό την τελευταία εβδομάδα του Φεβρουαρίου. Με άλλη διατύπωση, αυτό το επίπεδο των τιμών είναι μειωμένο κατά 33% σε σχέση με τις περσινές τιμές παραγωγού. Από την άλλη, η Ιταλία, ύστερα από την πτώση μέχρι τις αρχές του Δεκέμβρη του 2013, οι τιμές παραγωγού άρχισαν να παρουσιάζουν αυξητικές τάσεις, φτάνοντας στα 3,12 ευρώ/κιλό στο τέλος του Φεβρουαρίου. Δηλαδή, οι τιμές παραγώγου είναι μειωμένες σε ποσοστό 2% σε σχέση με την περσινή χρονιά.

Τέλος, στην περίπτωση της Ελλάδας, από τα μέσα Δεκεμβρίου 2013 έως τα τέλη του Ιανουαρίου 2014, οι τιμές παραγωγού διατηρήθηκαν σε σταθερά επίπεδα στα 2,46 ευρώ/κιλό. Στη συνέχεια είχαμε αύξηση τον Φεβρουάριο στα 2,49 ευρώ/ κιλό. Η τιμή αυτή είναι αυξημένη (σε ποσοστό μόλις 1%) σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή.

Γιατί οι παραγωγοί δεν (μας)... έβγαλαν το λάδι;

Οι αιτίες που η παραγωγή ελαιόλαδου δεν γνωρίζει άνθηση τη χρονιά που διανύουμε είναι πολλές και ποικίλλουν από περιοχή σε περιοχή και από παραγωγό σε παραγωγό. Αυτό που θα πρέπει, ωστόσο, να επισημανθεί πριν προχωρήσουμε στην βολιδοσκόπηση του φαινομένου, είναι ότι σε πολλές περιπτώσεις δεν υπάρχει μόνο ένα «κακό», αλλά λειτουργεί συνδυαστικά με άλλον παράγοντα.

Σε ορισμένες περιοχές τα δέντρα είχαν κουραστεί από την περσινή και την προπέρσινη παραγωγή, η οποία και άγγιξε τόνους ρεκόρ. Πρόκειται για το λεγόμενο φαινόμενο της παρεννιαυτοφορίας.

Επίσης, ο ήπιος χειμώνας λειτούργησε κατασταλτικά στην προσπάθεια της παραγωγής. Όπως θα εξηγηθεί πιο εκτενώς παρακάτω, η παραγωγή λαδιού χρειάζεται περιόδους ψύχους, ούτως ώστε να στεφθεί με επιτυχία. Ο καιρός όμως «έβαλε το χεράκι» του και με ακόμη έναν τρόπο: Έκτακτα καιρικά φαινόμενα, ειδικά την εποχή της ανθοφορίας (νότιοι άνεμοι, μεταφορά σκόνης προερχόμενης από την Αφρική κ.τ.λ.) δεν έδωσαν τη δυνατότητα στα άνθη να «δέσουν» κανονικά σε καρπό.

Οικονομική κρίση και στην ενασχόληση με τα ελαιόδεντρα. Οι υψηλές -ανά περίπτωση- τιμές στα προϊόντα, που σχετίζονται με τη διαδικασία παραγωγής ελαιόλαδου (πχ. προϊόντα λίπανσης) λειτουργούν ως κατασταλτικός παράγοντας. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν την οικονομική δυσκολία των ημερών είναι εύκολο να αντιληφθεί κανείς ότι οι παραγωγοί σε ορισμένες περιπτώσεις (εξ)αναγκάζονται σε εγκατάλειψη.

Τέλος, ένας ακόμη παράγοντας που δυσκολεύει (σε ποσότητα και ποιότητα) παραδοσιακά την παραγωγή είναι αυτός της δακοπροσβολής. Βέβαια, και στην περίπτωση αυτή οι παραγωγοί έρχονται αντιμέτωποι με την οικονομική κρίση και συγκεκριμένα με τις περικοπές της τρόικας στα κονδύλια για τη δακοκτονία.

Περισσότερα στο greenweek.gr

Keywords
Τυχαία Θέματα