Καμιά πατρίδα για τους άνεργους

Είναι οξύμωρο και ακατανόητο για τον κοινό νου πώς γίνεται σε μια χώρα όπου οι άνεργοι έχουν φτάσει το 1,5 εκατομμύριο να υπάρχουν επιχειρήσεις που ζητούν προσωπικό και να μη βρίσκουν. Είναι ακατανόητο πώς γίνεται την ώρα που μιλάμε για ανεργία στους νέους στο 67% και τα πτυχία που μοιράζουν οι παντοειδείς σχολές της χώρας να είναι εκατοντάδες χιλιάδες κι όμως η ζήτηση σε συγκεκριμένους κλάδους να μη βρίσκει ανταπόκριση.

Γράφει ο Βασίλης Στεφανακίδης

Σίγουρα κάτι δεν πάει καλά, τη στιγμή μάλιστα που η αγωνία όλων είναι να βρεθεί μια διέξοδος στο μείζον αυτό πρόβλημα που απειλεί

να τινάξει την κοινωνία και τη χώρα στον αέρα.

Η πιο προφανής εξήγηση είναι ότι επί δεκαετίες το πολιτικό σύστημα είχε εφαρμόσει το κόλπο της δημιουργίας των πιο απίθανων σχολών είτε στα ΤΕΙ είτε στα ΑΕΙ, έτσι ώστε τα περισσότερα Ελληνόπουλα ακόμα και με βαθμούς εξετάσεων κάτω από τη βάση να μπαίνουν σε κάποια ανώτερη σχολή, με αποτέλεσμα γονείς και παιδιά να νιώθουν κάποια ικανοποίηση για τον τίτλο σπουδών. Κανείς δεν νοιαζόταν για τη ζήτηση από την ελληνική αγορά της συγκεκριμένης ειδικότητας.

Αρκούσε που στο βιογραφικό θα γραφόταν ως πτυχιούχος και μαζί με κάποιο Lower στα αγγλικά θα μπορούσε να διεκδικήσει με αξιώσεις μια θέση στο Δημόσιο. Αξιώσεις που πήγαζαν από τις οικογενειακές διασυνδέσεις με κάποιον πολιτικό ή δήμαρχο ώστε να εξισορροπείται η απορρόφηση σε αποδεκτά επίπεδα. Και πορευτήκαμε για δεκαετίες με αυτό το πρωτότυπο σε παγκόσμιο επίπεδο σύστημα, ώσπου ο μεγαλύτερος εργοδότης της χώρας, το Δημόσιο, χτύπησε κανόνι και ιδού τώρα τα αποτελέσματα. Ανεργοι παντού και ελπίδες απασχόλησης πάνω στο αντικείμενο σπουδών ελάχιστες. Πόσους δικηγόρους να αντέξει η χώρα, πόσους γιατρούς, μηχανικούς, δημοσιογράφους, τεχνολόγους τροφίμων, δασοπόνους, ηθοποιούς, θεατρολόγους, γραφίστες, ιχθυολόγους, οινολόγους κ.λπ.;

Ετσι πηγαινοέρχονται χιλιάδες βιογραφικά από εταιρεία σε εταιρεία άνευ λόγου, αιτίας και φυσικά αποδοχής. Και αυτό γιατί ουδέποτε σ’ αυτόν τον τόπο έγινε ένας σωστός προγραμματισμός των αναγκών της χώρας ανά ειδικότητα ώστε στη συνέχεια να ανοίξουν οι σχολές και οι θέσεις φοιτητών. Η λογική που επικρατούσε πάντα (λογική δεν τη λες) ήταν «βάλ’ τους όλους μέσα να είναι ικανοποιημένοι -τοπικές κοινωνίες, οικογένειες και φοιτητές- και μετά βλέπουμε». Και δυστυχώς, ήρθε το «μετά» και αυτό που βλέπουμε μόνο λύπη μάς προξενεί.

Οι δουλειές που υπάρχουν ακόμα και μέσα στην κρίση κρίνονται παρακατιανές για έναν πτυχιούχο ή απαιτούν άλλου τύπου εξειδίκευση από αυτή που έχει προσφερθεί σε χιλιάδες νέους αφειδώς. Ετσι, κανείς δεν καταδέχεται να πάει για μεροκάματο στις αγροτικές εργασίες.

Και πώς να πας αν είσαι πτυχιούχος της Θεατρολογίας ή της Νομικής! Overqualified για τις προσφερόμενες θέσεις και χιλιάδες ακόμα Ελληνες με όνειρα στον μακρύ κατάλογο των ανέργων. Και γι’ αυτή την κατάσταση που δεν έχει να κάνει μόνο με την κρίση, αλλά είναι αποτέλεσμα της φαυλότητας του πολιτικού συστήματος, δεν μιλάει κανείς.

Κανείς δεν πρόκειται να αναλάβει την ευθύνη που κάψαμε το μέλλον σε δύο γενιές Ελλήνων, μεγαλώνοντάς τους με λάθος πρότυπα και φρούδες ελπίδες. Ούτε θα ζητήσει κανείς λογαριασμό για το δημόσιο χρήμα που δαπανήθηκε για σπουδές χωρίς αντίκρισμα και σύνδεση με την αγορά εργασίας, αλλά και τις οικογενειακές αποταμιεύσεις που επενδύθηκαν στο μέλλον των παιδιών τους.

Αμολημένοι όλοι σ’ αυτή την εργασιακή Σαχάρα, νέοι άπειροι, νέοι με κάποια εμπειρία, μεσήλικες και κάποιοι άλλοι λίγο πριν από τη σύνταξη, δεν έχουν πια να περιμένουν τίποτα. Γιατί, ακόμα κι αν γίνουν κάποιες επενδύσεις και ανοίξουν νέες δουλειές, αυτές θα έχουν να κάνουν είτε με υψηλή ειδίκευση σε νέες τεχνολογίες και υπηρεσίες είτε σε ανειδίκευτο εργατικό προσωπικό. Και φυσικά, με τους μνημονιακούς μισθούς.

Το διαβάσαμε το protothema.gr

Φωτογραφία: Eurokinissi

Keywords
Τυχαία Θέματα