Η φούσκα

Μια φούσκα, μια πομφόλυγα
Μια παινεμένη πρασινομάτα κόρη,
Μαράθηκε στην γλάστρα της,
Ξεφούσκωσε και παγαίνει,
Σκοτείνιασε ο ήλιος της
Οι ακτίνες του εσκορπίσαν,
Την κλαίνε τα συντρόφια της
Όλοι οι λαμογιοσυμμορίτες,
Την κλαίει κι όλη η κλεφτουριά
Και το χοντρό Βαγένι.
Κι η άλλη η κόρη, η σεμνή
Η χαμηλοβλεπούσα,
Που μαύρη μοίρα της έλαχε,
Φανάρι στα ζόρια να κρατεί,
Δρόμο τραχύ να Φωτάει,
Να βλέπει ο Μονόματος, να μας τον ακουμπάει,
Μιας και η δάδα αυτουνού, μόλις και μισοφέγγει,
Η μια την άλλη κόρη συντηχά, και πάντα την συντρέχει,
Όπως

αυτό εκάμανε και στην κουλή, την αλλοπαρμένη,
Την κόρη την πολύφερνη, του Χάρβαρντ το αστέρι.
Όλες οι κόρες οι τρανές, οι νυχτοσπουδαγμένες,
Στον Οίκο τους ξεφωνίζανε και εστηθοκτυπούνταν,
Τα μέτρα να μας πάρουνε, και να μας

τα φερμάρουν,
Τη δόση από τους Ευρωπορνοβοσκούς, να πιούν και να ρεφάρουν,
Μια και της δημοκρατίας το θεσμό, τον έχουν υψωμένο,
Κι απέ τον υπόλοιπο λαό, τον έχουνε χεσμ…ο.
Οι τσάτσες της διαπλοκής, μες στη λολοκαντιέρα,
Είπαν πως θα μπουκάρουνε, σηκώσανε παντιέρα,
Προνόμια να μην αρθούν, τα εφάπαξ μη μειώσουν,
Άλλως σεντόνια δε θ΄αλλάζουνε, λεκάνες δε θ΄αδειάζουν,
Και τα κοκκινοφάναρα, θα σβούν και θα ρημάζουν,
Κι αμέσως οι όμαιμοι συνεργοί, οι αδελφοποιτοί τους,
Με την οδύνη στην ψυχή, τα δάκρυα στα μάτια,
Τα μέτρα πίσω πήρανε, στο πόπολο τα σφυρίξαν,
Κι ύστερα άναψε γερά τρικούμπωτο το γλέντι,
Τις πομπές τους ξεσκεπάζανε μες στο μαφιοζοβιλαέτι.
Στο κλουβί με τις τρελές, εστήθηκε βεγγέρα,
Κι απέξω βρεμένος ο λαός, φώναζε ‘’να φύγει η χολέρα’’,
Αυτές μέσα τραβιόντουσαν, δαγκώνονταν στα μπούτια,
Κόρες, ανίψια, αδελφές, κουμπάροι, παλληκάρια,
Τσουρομαδηθήκανε, κι όλες μαζί εγίνανε μαλλιά μα και κουβάρια,
Ένα απόβραδο λοιπόν, εγίνηκε της Π..όπης,
Λίγο πριν φέξει η Αυγή, λίγο πριν βγει ο χρυσοήλιος
Μέτρα σκληρά μας χώσανε για χάρη της Ευρώπης
Χαράτσια, φόρους επιτηδεύματος, αλληλέγγυα μπαλαμούτια
Με πιστόλια εις στον κρόταφο, μαχαίρια στα θηκάρια
Μέσα στο σκυλοβούλιο, περίσσεψε ο ζήλος.
Με το φανάρι ταις χερσί, και έξω από τα πιθάρια,
Μάταια αναζητά αλήθεια, τσίπα κι ανθρωπιά, ο σκύλος της Σινώπης*,
Μούφα η ηρωική γενιά , η αγάπη για την πατρίδα,
Στο μπαρμπούτι την επαίξανε, και χάσαν την παρτίδα,
Μια φούσκα η Μεταπολίτευση, με σκοτεινά σημεία
Δούλεμα έριχναν σωρό, ψέμματα, δυσωδία
Έπεφτε μάσα φοβερή, σύννεφο πήγε η μίζα
Μονάχοι όλα τα φάγανε, πληρώνουν τα κορόιδα,
Χοίροι παμφάγοι και οχιές, σαύρες και αρουραίοι
Άρχοντες στην πατρίδα μας έγιναν της γης οι Γεφυραίοι.
(*Ο Διογένης , ο κυνικός φιλόσοφος από την Σινώπη).
( Ξεφωνημένο δημώδες , της Αγγέλως)
Με εκτίμηση
Αγγελική Π.


Filed under: ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Keywords
Τυχαία Θέματα