Σταγόνες Ομήρου: Χάδι ζωής σε στιγμές θανάτου

Ανάγνωση από τον Λάζαρο Μαύρο της σημερινής 14ης  «Σταγόνας Ομήρου» στην Πρώτη Εκπομπή  με τίτλο «Χάδι ζωής σε στιγμές θανάτου» της δασκάλας Ελένης Σιούφτα. 

Τις εικόνες που υφαίνει η  φρικαλεότητα της oμηρικής μάχης με τους  ακρωτηριασμούς, το αίμα που τρέχει απ’ τα κορμιά,  τις αθέατες κραυγές των ψυχών και τον θάνατο  έρχονται να κατευνάσουν  άλλες, εντελώς αντίθετες,  τοποθετημένες ακριβώς στο κέντρο τους.

«ἀντίθεον Σαρπηδόνα δῖοι ἑταῖροι

εἷσαν ὑπ᾽ αἰγιόχοιο Διὸς περικαλλέϊ φηγῷ·»(Ε,692-693)

Κάτω από  μια όμορφη βελανιδιά,  περικαλλέϊ φηγῷ, μεταφέρεται ο 

τραυματισμένος από τον Τληπόλεμο , γιος του Δία, Σαρπηδόνας. Ετοιμοθάνατος , με την ψυχή να βγαίνει, τα μάτια του να θαμπώνουν τοποθετείται κάτω από το ιερό δέντρο  του πατέρα του. Η σκηνή είναι συγκλονιστική. Ένας τραυματισμένος  με  δόρυ  από ξύλο μελίας,  μείλινον  (Ε,666) , στο μερί του, αφού «βιαζόμενοι και στενοχωρημένοι οι σύντροφοί του δεν σκέφτηκαν να του το αφαιρέσουν», αφήνεται να σβήσει έχοντας ως φόντο στις τελευταίες του στιγμές το υπέροχο ποίημα της φύσης.

Στην άγρια καταδίωξη του Έκτορα από τον Αχιλλέα , όπως ο πρώτος τρέχει για να αποφύγει τον διώκτη του ο ποιητής κατευθύνει το βλέμμα του ακροατή εκεί όπου:

«... δυο κρουνιές καθάριες αναβρύζουν

κι είναι του βαθυρέματου Σκαμάνδρου οι νερομάνες.

Της μίας ρέουν καθαρά τα χλιαρά νερά της

και αχνός σηκώνεται απ᾽ αυτήν ως να ᾽βγαινε από φλόγα.

Της άλλης είναι τα νερά κατάκρυα σαν χαλάζι.

ωσάν το χιόν᾽ ή κρούσταλλος και μες στο καλοκαίρι.

Κι ήσαν εκεί τα πλυσταριά, πλατύχωρα και ωραία,

λίθινα, όπου ελεύκαιναν οι ομόκλινες των Τρώων

και οι κόρες οι καλόμορφες τα ενδύματα τα ωραία,

όταν, πριν έλθουν οι Αχαιοί, καιρούς ειρήνης είχαν·»

Σε ένα κρίσιμο για το έπος σημείο, ο Ποιητής μας μιλά για τα πλυσταριά και τις βρύσες τους εκεί όπου κάποτε έρεε ζωή. Αρκούν μόνο ελάχιστες λέξεις για να δημιουργηθεί η ατμόσφαιρα που επικρατούσε όταν αντάμωναν οι κοπέλες για να πλύνουν  εἵματα σιγαλόεντα (Χ, 154) . Ορθώνεται μια στιγμή  από την καθημερινότητα, την ειρηνική ζωή καθώς όλα μυρίζουν θάνατο.

Τον πιο συγκλονιστικό εγκιβωτισμό της ζωής μες στον θάνατο , ο Όμηρος επιλέγει να τον κάνει όταν  η Ανδρομάχη αντικρίζει νεκρό τον γενναίο της σύζυγο,  ἑλκόμενον πρόσθεν πόλιος (Χ, 464) εμπρός στην πόλιν συρόμενον από τον Αχιλλέα.

Η Ανδρομάχη δε γνώριζε για τη μονομαχία του Έκτορα με τον Αχιλλέα. Καθόταν αμέριμνη στον αργαλειό της και ύφαινε ένα πορφυρό ύφασμα ζητώντας μάλιστα από τις θεραπαινίδες να ετοιμάσουν το λουτρό του συζύγου της που θα γύριζε από την μάχη. Ακούγοντας τις φωνές της Εκάβης , τα γόνατά της πετρώνουν γιατί αρχίζει να υποψιάζεται  τί συμβαίνει. Όταν  φθάνει στα τείχη  και βλέπει το οικτρό θέαμα , μαύρο σκοτάδι σκεπάζει το φως των ματιών της .

«Μακράν της τα γιαδέματα πετάχθηκαν τα ωραία,

το διάδημα, με την λαμπρήν μαντίλα και το δίκτυ

και το μαγνάδι οπού η χρυσή της χάρισε Αφροδίτη,

όταν του Ηετίωνος την πήρε από το σπίτι

νύμφην ο Έκτωρ με πολλά που ᾽χε της δώσει δώρα.» (Χ, 468-472)

Η πιο όμορφη μέρα της ζωής της που αντιπροσωπεύεται από το μαγνάδι ,  είναι παρούσα στην πιο τραγική. Το μαγνάδι πέφτει στο έδαφος  όπως πέφτει νεκρό  το πρωτοπαλλίκαρο της Τροίας, από το   χέρι του Πηλείδη.

Η Ιλιάδα είναι γεμάτη από τέτοιες αντιθέσεις .

Ο θάνατος παραστέκει στη ζωή κι η ζωή στον θάνατο.

Η συνεχής υπενθύμιση της συνύπαρξης  ζωής και θανάτου είναι μια από τις μεγάλες αρετές του ομηρικού έπους.Και δεν θα ήταν καθόλου παράτολμο να πούμε πως και για τον σύγχρονο άνθρωπο είναι ηρωισμός  η βαθιά επίγνωση αυτής της συνύπαρξης .

Keywords
Τυχαία Θέματα