Πώς η τιμή του πετρελαίου επηρεάζει την ρωσική οικονομία

Μετά το ναυάγιο κατά τις διαπραγματεύσεις στην συνάντηση του περασμένου Απριλίου στην Ντόχα μεταξύ των κορυφαίων πετρελαιοπαραγωγών χωρών και την αδυναμία για συμφωνία παγώματος της παραγωγής, προκαλεί ενδιαφέρον η πορεία της Ρωσικής οικονομίας με βάση την κατάρρευση των τιμών του πετρελαίου το 2016.

H Ρωσία με τις υψηλές τιμές πετρελαίου άνω των $110 ανά βαρέλι

μέχρι το 2014 κατάφερε, συσσωρεύοντας υπέρμετρο πλούτο από τις εξαγωγές υδρογονανθράκων, να αποπληρώσει τα χρέη της περιόδου Γέλτσιν προς το ΔΝΤ, να αυξήσει το βιοτικό επίπεδο, τους μισθούς και την αγοραστική δύναμη των πολιτών στην Ρωσική κοινωνία, να εκσυγχρονίσει το στράτευμα της και να χρηματοδοτήσει επενδυτικά και ενεργειακά project για ενδυνάμωση του περιφερειακού της ρόλου.

Η Ρωσία κατέχει το 12% στην παγκόσμια παραγωγή πετρελαίου σχεδόν 11 εκατ. βαρέλια πετρελαίου ημερησίως και καταλαμβάνει με το ίδιο ποσοστό περίπου την δεύτερη θέση παγκοσμίως σε εξαγωγές 4,6 εκατ. βαρελιών ημερησίως ( με ετήσια κέρδη το 2015 της τάξεως των $86,2 δις).

Με επιβεβαιωμένα κοιτάσματα κοντά στα 100 δις βαρέλια η Ρωσική οικονομία είναι σημαντικά διασυνδεδεμένη με τα ενεργειακά προϊόντα και έχει την δυνατότητα να τροφοδοτεί την εγχώρια ανάπτυξη από τις εξαγωγές υδρογονανθράκων για αρκετές δεκαετίες ακόμα.

Επιπτώσεις εμπάργκο-χαμηλών τιμών πετρελαίου

Υπενθυμίζουμε πως το 50% των εσόδων του ρωσικού προϋπολογισμού προέρχονταν από φόρους στις εξαγωγές (45% πετρελαίου και 5% φ/α αντίστοιχα). Η επιβολή κυρώσεων μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από την Δύση, σε συνδυασμό με την διεθνή πτώση των τιμών του πετρελαίου και την υποτίμηση άνω του 50% στο ρούβλι οδήγησαν σε δραματική μείωση των εσόδων.

Παρά τους φόβους από την υποτίμηση του ρουβλιού σε σχέση με το δολάριο η ρευστοποίηση μέρους των αποθεματικών και η ενίσχυση της αξίας των ενεργειακών εσόδων από την συναλλαγή σε $ έχει καταφέρει να ισορροπήσει τις επιπτώσεις στα μικρομεσαία στρώματα της Ρωσικής κοινωνίας. Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών παραμένει σε ισορροπία και η συνάρτηση εξαγωγών-εισαγωγών δεν έχει ανατραπεί.

Εγχώριοι αλλά και ξένοι αναλυτές επισημαίνουν ότι το εκρηκτικό «κοκτέιλ» των χαμηλών τιμών πετρελαίου με τις συνθήκες ασφυξίας από το δυτικό εμπάργκο θέτουν σε κίνδυνο την πολιτική σταθερότητα στην Ρωσία. Αρκετοί υποστηρίζουν πως επιβάλλονται εκ του πονηρού με σκοπό να πλήξουν την πολιτική σταθερότητα που χαίρει η Ρωσία επί Πούτιν όπως επίσης και την ίδια την δημοφιλία του Ρώσου Προέδρου.

Πως αντιδρούν οι Ρωσικές εταιρείες πετρελαίου;

Μια σειρά από μεγάλες ρωσικές εταιρείες παραγωγής πετρελαίου όπως οι Rosneft, Bashneft και Lukoil κ.α έχουν αποφασίσει να μεταθέσουν για το μέλλον ενεργειακά σχέδια εκμετάλλευσης κοιτασμάτων ενόσω οι τιμές δεν ανακάμπτουν.

Είναι διάχυτη η εντύπωση που αντικατοπτρίζεται στους προϋπολογισμούς και τις εκθέσεις των Ρωσικών εταιρειών πως μέχρι τις προεδρικές εκλογές του 2018 οι τιμές θα κυμαίνονται μεταξύ $40-$50 το βαρέλι και με ισοτιμία κοντά στα 70 ρούβλια το $ τα κέρδη τους θα συρρικνωθούν κατά πολύ. Ωστόσο η παραγωγή δεν έχει μειωθεί και παρά το γεγονός ότι το τελευταίο εξάμηνο κυοφορούνται συζητήσεις για πάγωμα της παραγωγής σε συνεργασία με τις χώρες του ΟΠΕΚ, τον μήνα Απρίλιο οι Ρωσικές εξαγωγές σημείωσαν υψηλό 30-μηνών.

Ο ρωσικές εταιρείες και η ρωσική Κυβέρνηση θεωρούν πως ένα πάγωμα στην παραγωγή εάν γίνει ως μονομερή ενέργεια θα μειώσει το μερίδιο της Ρωσίας στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου, γεγονός που θα έχει αντίκτυπο στην ρωσική αναπτυξιακή πολιτική και για το λόγο αυτό προάγουν το διάλογο με τον ΟΠΕΚ για κοινές δράσεις.

Είναι σημαντικό στο σημείο αυτό να υπογραμμίσουμε πως όσον αφορά την τιμή του πετρελαίου Urals (ρωσικού) οι εταιρείες έχουν περιθώρια κερδοφορίας με τιμές πετρελαίου κοντά στα $20 το βαρέλι. Οι διαφορές στις συναλλαγματικές ισοτιμίες και οι φορολογικές ευκαιρίες στον ρωσικό ενεργειακό κλάδο επιτρέπουν την κερδοφορία παρά την δραματική μείωση.

Προκλήσεις, προοπτικές και μέλλον

Η κατάρτιση για το 2016 αναπροσαρμοσμένου ετήσιου αντί 3ετούς προγράμματος του Ρωσικού προϋπολογισμού και η απόφαση για περιορισμό των κρατικών δαπανών στο στράτευμα, τους μισθούς στον δημόσιο τομέα, στην παιδεία και την υγεία καταδεικνύουν την πίεση που ασκείται εσωτερικά στην Ρωσική οικονομία από το ευμετάβλητο περιβάλλον στην αγορά πετρελαίου. Τα υπερκέρδη της προηγούμενης περιόδου συρρικνώνονται και σύμφωνα με υπολογισμούς από τα 120 δις ευρώ στο Αποθεματικό Ταμείο και στο Ταμείο Εθνικής Πρόνοιας μέχρι το 2018 αναμένεται να πέσουν στα μόλις 30 δις.

Σύμφωνα με ερευνητές και οικονομολόγους για κάθε πτώση της τιμής του πετρελαίου κατά $1, η ρωσική οικονομία χάνει περίπου $ 2 δις έσοδα.

Θετική εξέλιξη κατά την προηγούμενη διετία ήταν η αναδίπλωση της ρωσικής οικονομίας στην ενδυνάμωση της εσωτερικής κατανάλωσης και η αύξηση των εσόδων από μη συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα και υπηρεσίες.

Διαφαίνεται πως υπάρχει «λίπος» ακόμα στην ρωσική οικονομία για να οδηγηθεί σε άμεσες πρακτικές αυστηρής λιτότητας και σε κοινωνικές αναταράξεις όπως ανέμεναν αρκετοί ή και ευχόντουσαν. Παρά ταύτα Ρώσοι ιθύνοντες του κλάδου αλλά και κρατικοί λειτουργοί καταρτίζουν πλάνα με τιμές πετρελαίου κοντά στα $30 το βαρέλι αλλά απεύχονται τέτοια εξέλιξη καθώς θα ασκηθεί περαιτέρω πίεση για περιορισμό των κρατικών δαπανών από το 2018.

Οι προβλέψεις δεν είναι ευοίωνες καθώς για το 2016 σύμφωνα με το Υπουργείο Οικονομικών της Ρωσίας, το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας θα φθάσει τα 1,5 τρισεκατομμύρια ρούβλια (περίπου 21 δισεκατομμύρια $) το 2016 που ισοδυναμεί με αύξηση του ελλείμματος έως 5 % του ετήσιου ΑΕΠ.

Εάν δεν υπάρξουν σημαντικές αλλαγές στην τιμή του πετρελαίου και στο εμπάργκο της Δύσης η Ρωσική κοινωνία θα έρθει αντιμέτωπη με σοβαρές προκλήσεις μέσα στην ερχόμενη διετία.

Ο Ιωακείμ Δ. Αμπαρτζίδης είναι υποψήφιος διδάκτωρ του Παν. Λευκωσίας σε ζητήματα Ενεργειακής Ασφάλειας και Διπλωματίας με μεταπτυχιακές σπουδές σε Ισραήλ και Τουρκία

Keywords
Τυχαία Θέματα