«Πετσόκομμα» στα του οίκου της Βουλής προτείνει ο Οδυσσέας

Στο φως έδωσε ο Γενικός Ελεγκτής την Ειδική Έκθεσή του που αφορά τον Έλεγχο στους λογαριασμούς της Βουλής για το 2016.

Αναφορικά με τον αριθμό των κοινοβουλευτικών συνεργατών, η Ελεγκτική Υπηρεσία θεωρεί ότι η ανάγκη για αύξηση του Προϋπολογισμού για τους κοινοβουλευτικούς συνεργάτες κατά 37% και του αριθμού των κοινοβουλευτικών συνεργατών κατά 46%, σε διάστημα λιγότερο του ενός έτους, δεν έχει τεκμηριωθεί επαρκώς, όπως θα αναμενόταν, ειδικά στις

δυσμενείς οικονομικές συνθήκες που διέρχεται η χώρα.

Εισήγηση είναι όπως οι Υπηρεσίες της Βουλής των Αντιπροσώπων, σε συνεργασία με το Υπουργείο Οικονομικών και τα κοινοβουλευτικά κόμματα, προχωρήσουν σε μελέτη του θέματος, ώστε η ρύθμισή του στο μέλλον να μην βασίζεται σε συγκυριακά, αλλά σε αντικειμενικά δεδομένα και κριτήρια.

Σε διαφορετική περίπτωση, υπάρχει ορατός κίνδυνος, όταν στις επόμενες βουλευτικές εκλογές φυσιολογικά θα αλλάξει η δύναμη κάποιων κομμάτων, να υπάρχει ανάγκη περαιτέρω αύξησης του συνολικού αριθμού των κοινοβουλευτικών συνεργατών. Για τούτο, είναι εισήγηση όπως η προτεινόμενη μελέτη προχωρήσει άμεσα και ο καθορισμός των κριτηρίων γίνει σύντομα, αλλά τα κριτήρια αυτά να ισχύσουν μετά τις επόμενες βουλευτικές εκλογές, ώστε η όποια ρύθμιση να μην επηρεαστεί από σημερινά συγκυριακά δεδομένα.

Δείτε εδώ ολόκληρη την Έκθεση

Όσο αφορά το επίδομα για τις Γραμματειακές Υπηρεσίες, η έκθεση αναφέρει ότι σύμφωνα με τον Περί Υπουργών και του Προέδρου, του Αντιπροέδρου και των Μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων (Αποζημίωση) Νόμο 22/1960, όπως τροποποιήθηκε με τον Νόμο 79(Ι)/1995, από το 1996 παραχωρείται στους βουλευτές μηνιαίο επίδομα Γραμματειακών υπηρεσιών ύψους £300 (€512,58), το οποίο από το έτος 2005 αναθεωρήθηκε σε £600 ή €1.025,16 (Τροποποιητικός Νόμος 111(Ι)/2005). Το πιο πάνω επίδομα προορίζεται για κάλυψη των εξόδων εργοδότησης από τους ίδιους τους βουλευτές, ατόμων για παροχή γραμματειακών υπηρεσιών.

Σημειώνεται, επίσης, ότι το πιο πάνω επίδομα θεωρείται συντάξιμη απολαβή και ως εκ τούτου, με την αποχώρησή τους από το βουλευτικό αξίωμα, λαμβάνουν αυξημένη σύνταξη κατά €513 μηνιαίως και αύξηση στο φιλοδώρημα κατά €28.704 (για την περίπτωση βουλευτών με δύο θητείες).

Επίδομα παραστάσεως. Το επίδομα παραστάσεως που λαμβάνουν οι βουλευτές, ανέρχεται σήμερα σε €1.945,75 μηνιαίως (€23.349 ετησίως). Σημειώνεται ότι το πιο πάνω επίδομα αυξάνεται με τις εκάστοτε τιμαριθμικές αναπροσαρμογές και θεωρείται συντάξιμη απολαβή και ως εκ τούτου, με την αποχώρησή τους από το βουλευτικό αξίωμα, λαμβάνουν αυξημένη σύνταξη κατά €973 μηνιαίως και αύξηση στο φιλοδώρημα κατά €54.481 (για την περίπτωση βουλευτών με δύο θητείες).

Οδοιπορικά Μελών της Βουλής

Με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερ. 13.7.2005 αρ. 62.358 καθορίστηκε ενιαίο κατ’ αποκοπή ποσό αποζημίωσης, ύψους €683,44 τον μήνα έναντι οδοιπορικών εξόδων για όλα τα Μέλη της Βουλής, ανεξαρτήτως του τόπου διαμονής, για τη συμμετοχή τους στις συνεδρίες, αλλά και σε άλλες εργασίες του Σώματος.

Σημειώνεται, επίσης, ότι σύμφωνα με προηγούμενη απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερ. 9.1.2002 αρ. 54.875, καταβάλλονταν οδοιπορικά έξοδα μόνο για τα Μέλη της Βουλής που διέμεναν εκτός Λευκωσίας:

• Για όσα Μέλη διέμεναν στην Πάφο €384,43 τον μήνα.
• Για όσα Μέλη διέμεναν στη Λεμεσό ή στο Παραλίμνι €213,57 τον μήνα.
• Για όσα Μέλη διέμεναν στη Λάρνακα €128,15 τον μήνα.

Παρατηρήθηκε επίσης ότι το κατ’ αποκοπή επίδομα καταβάλλεται και την καλοκαιρινή περίοδο που η Βουλή δεν συνεδριάζει ή λειτουργεί σε μειωμένους ρυθμούς.
Σημειώνεται, επίσης, ότι το πιο πάνω επίδομα καταβάλλεται εξ ολοκλήρου ανεξαρτήτως της παρουσίας ή όχι των Μελών στις Κοινοβουλευτικές Επιτροπές και στην Ολομέλεια της Βουλής.

Σύσταση: Εφόσον το επίδομα για Γραμματειακές Υπηρεσίες και το επίδομα παραστάσεως φορολογούνται κανονικά και είναι συντάξιμα, θα πρέπει για σκοπούς διαφάνειας να ενσωματωθούν στην αποζημίωση των βουλευτών. Το επίδομα οδοιπορικών προφανώς δεν μπορεί να θεωρείται ότι σχετίζεται με το πραγματικό κόστος οδοιπορικών για τη συμμετοχή των βουλευτών στις συνεδρίες αλλά και σε άλλες εργασίες του Σώματος. Γίνεται εισήγηση όπως το ποσό αυτό συσχετιστεί με τα πραγματικά οδοιπορικά έξοδα των βουλευτών.

Αν θα παραμείνει υπό τη μορφή κατ’ αποκοπή ποσού, θα πρέπει κατά την άποψη μας να περιοριστεί σημαντικά.

Η νομοθεσία που διέπει την αποζημίωση των βουλευτών θα πρέπει να τροποποιηθεί/εκσυγχρονιστεί.

Συνταξιοδοτικά ωφελήματα των Μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων

Σύμφωνα με τον περί Συντάξεων (Ορισμένοι Αξιωματούχοι της Δημοκρατίας) Νόμο 49(Ι)/1980 και τον περί Συντάξεων Κρατικών Αξιωματούχων (Γενικές Αρχές) Νόμο 88(Ι)/2011, η σύνταξη και το φιλοδώρημα βουλευτή με μία βουλευτική θητεία (60 μήνες) ανέρχεται σε €1.352 μηνιαίως και €75.729 αντίστοιχα, ενώ για βουλευτή που συμπλήρωσε δύο βουλευτικές θητείες (120 μήνες) η σύνταξη ανέρχεται σε €3.306 μηνιαίως και το φιλοδώρημα σε €185.115. Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι ο Ν.49(Ι)/1980 συντάχθηκε με ετεροβαρή κριτήρια, με αποτέλεσμα ένας βουλευτής με δύο θητείες να απολαμβάνει υπερδιπλάσια συνταξιοδοτικά ωφελήματα σε σύγκριση με βουλευτή με μία θητεία.

Σημειώνεται ότι το πιο πάνω φιλοδώρημα που λαμβάνουν ο Πρόεδρος και τα Μέλη της Βουλής δεν υπόκειται στην επιβολή φόρου εισοδήματος, σε αντίθεση με τα ισχύοντα στους κρατικούς υπαλλήλους και υπαλλήλους του ευρύτερου δημόσιου τομέα, για τους οποίους οποιοδήποτε εφάπαξ ποσό ή φιλοδώρημα κερδίζεται με υπηρεσία από την 1.1.2013 και μετά, υπόκειται στην επιβολή φόρου εισοδήματος σύμφωνα με τις διατάξεις του περί της Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται (άρθρο 8 του περί Συνταξιοδοτικών Ωφελημάτων Κρατικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων του Ευρύτερου Δημόσιου Τομέα περιλαμβανομένων και των Αρχών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Διατάξεις Γενικής Εφαρμογής) Νόμου (Ν.216(Ι)/2012).

Επιπλέον, η καταβολή της σύνταξης των βουλευτών αρχίζει από το 60ο έτος της ηλικίας τους, νοουμένου ότι δεν εξακολουθούν να είναι βουλευτές ή να ασκούν οποιοδήποτε άλλο λειτούργημα ή αξίωμα στη Δημοκρατία, και το φιλοδώρημα καταβάλλεται με τη λήξη της θητείας τους. Δεν εφαρμόστηκε οποιαδήποτε επέκταση της ηλικίας έναρξης καταβολής της σύνταξης όπως καθορίστηκε για τους δημοσίους υπαλλήλους με τον Νόμο 216(Ι)/2012, για τους οποίους πλέον η υποχρεωτική ηλικία αφυπηρέτησης είναι η ηλικία των 65 ετών στην οποία ξεκινά να καταβάλλεται η σύνταξη και το εφάπαξ χωρίς οποιαδήποτε αναλογική μείωση.

Η ένταξη των βουλευτών το 1980 στο Κυβερνητικό Σχέδιο Συντάξεων είχε γίνει κατ΄επίκληση του γεγονότος ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι απολάμβαναν ένα τέτοιο ωφέλημα.

Το 2012 το επαγγελματικό σχέδιο σύνταξης των νεοεισερχόμενων δημοσίων υπαλλήλων καταργήθηκε, αφού, σύμφωνα με το άρθρο 13 του Νόμου 216(Ι)/2012, οι νεοεισερχόμενοι υπάλληλοι στον δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα που προσλαμβάνονται από 1.10.2011 και μετά, δεν εντάσσονται σε Κυβερνητικό Σχέδιο Συντάξεων ή όμοιο με αυτό, και ως εκ τούτου θα λαμβάνουν σύνταξη μόνο από το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Παραταύτα, δεν ίσχυσε κάτι ανάλογο για τους βουλευτές.

Σύσταση: Όσο αφορά τους βουλευτές που θα εκλεγούν στο μέλλον, έχουμε την άποψη ότι δεν είναι αποδοτικό και οικονομικό να διατηρείται επαγγελματικό σχέδιο σύνταξης μόνο για αριθμό κρατικών αξιωματούχων και βουλευτών.

Ειδικά εφόσον οι βουλευτές δεν απαγορεύεται να εξασκούν οποιοδήποτε επάγγελμα κατά τη διάρκεια της θητείας τους, θα πρέπει κατά την άποψη μας, να λαμβάνουν κρατική σύνταξη κατ΄αναλογία του Νόμου 216(Ι)/2012 και να καταργηθεί και γι αυτούς, όπως και όλους τους άλλους κρατικούς αξιωματούχους (υπουργούς, δημάρχους, εφόρους, επιτρόπους κλπ) που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Νόμου 216(Ι)/2012. Τούτο φυσικά θα ισχύει μόνο για μελλοντικούς βουλευτές, όπως συνέβη με τα μέλη της ευρύτερης δημόσιας υπηρεσίας. Εισήγηση μας είναι όπως τούτο ρυθμιστεί στο άμεσο μέλλον, αρκετά προτού εκπνεύσει η θητεία της παρούσας βουλής.

Για τους υπηρετούντες βουλευτές, είναι εισήγηση μας όπως, για σκοπούς εφαρμογής των αρχών της ίσης μεταχείρισης και ισονομίας, τα ωφελήματα τους, όπως και των άλλων αξιωματούχων του κράτους που καθορίζονται σύμφωνα με τον περί Συντάξεων (Ορισμένοι Αξιωματούχοι της Δημοκρατίας) Νόμο 49(Ι)/1980 και τον περί Συντάξεων Κρατικών Αξιωματούχων (Γενικές Αρχές) Νόμο 88(Ι)/2011, θα πρέπει να αναθεωρηθούν και να εναρμονιστούν με τον περί Συνταξιοδοτικών Ωφελημάτων Κρατικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων του Ευρύτερου Δημόσιου Τομέα περιλαμβανομένων και των Αρχών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Διατάξεις Γενικής Εφαρμογής) Νόμο 216(Ι)/2012 που προνοεί φορολόγηση του εφάπαξ/φιλοδωρήματος και επέκταση της ηλικίας έναρξης καταβολής της σύνταξης στο 65ο έτος.

Όπως μας ενημέρωσε η Γενική Διευθύντρια της Βουλής των Αντιπροσώπων, τα πιο πάνω θέματα θα εξεταστούν στα πλαίσια εκσυγχρονισμού της βουλευτικής αποζημίωσης και της μεθοδολογίας καταβολής της, καθώς και των συναφών με αυτά ζητημάτων.

Σημειώνουμε, ωστόσο, ότι τα πιο πάνω θέματα αναφέρονται στις επιστολές ελέγχου της Υπηρεσία μας από το 2014, χωρίς μέχρι σήμερα να ληφθούν οποιεσδήποτε αποφάσεις.

Keywords
Τυχαία Θέματα