Παιδική παχυσαρκία: Αιτίες, επιπλοκές

Παχυσαρκία ορίζεται ως η υπερβολική και ανώμαλη συσσώρευση λίπους στο σώμα ή σε ορισμένες περιοχές του σώματος σε τέτοιο βαθμό που να επηρεάζεται δυσμενώς η υγεία του ατόμου.

Αποτελεί μια σημαντική αιτία θνητότητας στο σύγχρονο κόσμο. Το 1998 ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ανακοίνωσε πως κάθε παχύσαρκο άτομο χάνει 9 χρόνια ζωής. Ο τυπικός τρόπος μέτρησης της παχυσαρκίας γίνεται μέσω υπολογισμού του Δείκτη Μάζας Σώματος (βάρος σώματος / ύψος2). Όταν ο ΔΜΣ βρίσκεται >95η Εκατοστιαίας Θέσης (ΕΘ) τότε το παιδί θεωρείται παχύσαρκο, ενώ όταν βρίσκεται μεταξύ 85ης και 95ης ΕΘ θεωρείται υπέρβαρο.Η

ανάγκη του ανθρώπου για επιβίωση στο ισχνό και ευτελές περιβάλλον που ζούσε για χιλιάδες χρόνια είχε ως προϋπόθεση την αποθήκευση ενέργειας. Οι συνθήκες όμως αυτές άλλαξαν στην πορεία της ανθρωπότητας. Η παχυσαρκία αποτελεί λοιπόν το φαινότυπο των επιβιωσάντων γόνων σε ένα περιβάλλον αφθονίας. Τις τελευταίες δεκαετίες η επίπτωση της παχυσαρκίας παγκοσμίως παρουσιάζει εντυπωσιακή αύξηση με χαρακτηριστικά επιδημίας. Η αλλαγή του τρόπου ζωής έχει ως συνέπεια τη διατάραξη του ισοζυγίου ενέργειας (η πρόσληψη ενέργειας μέσω της τροφής είναι μεγαλύτερη από την κατανάλωση ενέργειας).Που οφείλεται η παχυσαρκία;Η παχυσαρκία οφείλεται σε περισσεύματα ενέργειας που αποθηκεύονται υπό μορφή λίπους. Η ενέργεια προσλαμβάνεται με τις τροφές υπό μορφή λίπους, υδατανθράκων και πρωτεϊνών. Η ενέργεια που προσλαμβάνεται καταναλώνεται για τις ανάγκες λειτουργίας του οργανισμού (βασικός μεταβολισμός), για την παραγωγή θερμότητας για τη διατήρηση της θερμοκρασίας του σώματος και για την παραγωγή έργου ( κίνηση κλπ). Όταν η κατανάλωση είναι μικρότερη της πρόσληψης υπάρχει περίσσεια ενέργειας, που αποθηκεύεται υπό μορφή λίπους και οδηγεί σε αύξηση του βάρους. Αντίθετα, όταν η κατανάλωση ενέργειας είναι μεγαλύτερη της πρόσληψης χρησιμοποιείται η αποθηκευμένη ενέργεια, μειώνονται οι αποθήκες λίπους και ελαττώνεται το βάρος.Η όρεξη ρυθμίζεται από τον υποθάλαμο μέσω πολύπλοκων μηχανισμών στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα. Ο υποθάλαμος λαμβάνει νευρικά και ορμονικά σήματα από την περιφέρεια, που σχετίζονται με το ισοζύγιο ενέργειας, τη σίτιση και την πείνα. Η σίτιση, ιδιαίτερα με υδατάνθρακες, προκαλεί την έκκριση ινσουλίνης, η οποία οδηγεί σε λιποσύνθεση όταν υπάρχουν περισσεύματα ενέργειας. Κατά τη φάση της λιποσύνθεσης ο λιπώδης ιστός εκκρίνει τη λεπτίνη, μια ορμόνη που μειώνει την όρεξη. Προκαλείται έτσι αναστολή της όρεξης και διακοπή της σίτισης. Στη φάση νηστείας δεν υπάρχει ερέθισμα για έκκριση ινσουλίνης και τότε εμφανίζεται λιπόλυση και απελευθέρωση λιπαρών οξέων για παροχή ενέργειας. Παράλληλα διακόπτεται η έκκριση λεπτίνης και επανέρχεται η όρεξη για τροφή.

Διαβάστε περισσότερα εδώ.

Keywords
Τυχαία Θέματα