Νομικό «αλαλούμ» στο Κοινοτικό Συμβούλιο Παλιομετόχου

Οικονομικές, διοικητικές και άλλες συνέπειες προκύπτουν από τη μη συμμόρφωση του Κοινοτικού Συμβουλίου Παλιομετόχου με αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου αναφορικά με την υπόθεση του Γραμματέα του Κοινοτικού Συμβουλίου, ο οποίος πληρώνεται ενώ βρίσκεται σε αδράνεια, λόγω των χειρισμών του Συμβουλίου.

Η υπόθεση πάει πίσω στο 2008, όταν ο Γραμματέας, Κωνσταντίνος Χριστοφίδης, παρατηρώντας μία σειρά ενδεχόμενων οικονομικών παρατυπιών στη λειτουργία του Συμβουλίου, βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα. Το ποτήρι ξεχείλισε και ο ίδιος με επιστολή του προς τον Έπαρχο Κοινοτήτων, κατάγγελλε τις ατασθαλίες

και ενημέρωνε για τις εξελίξεις.

«Αλαλούμ» στα δικαστήρια

Της ενέργειάς του ακολούθησε αντίδραση των μελών του Κοινοτικού Συμβουλίου και με τη δικαιοδοσία του ως Πειθαρχικό Συμβούλιο προχώρησε στην απόλυση του Κωνσταντίνου Χριστοφίδη, κατηγορώντας τον για πειθαρχικά παραπτώματα. Ο ίδιος, προσέφυγε στη δικαιοσύνη, και συγκεκριμένα το Ανώτατο Δικαστήριο με ετυμηγορία του το 2010, αποφάσισε ότι η απόλυση του ήταν παράτυπη επειδή δεν διασφάλιζε πλήρη αμεροληψία.

Έκτοτε το Κοινοτικό Συμβούλιο αρνήθηκε να συμμορφωθεί με την απόφαση, θέτοντας αρχικά τον κ.Χριστοφίδη σε διαθεσιμότητα και στη συνέχεια εκ νέου τον απέλυσε. Ακολούθησε νέα προσφυγή από τον κ.Χριστοφίδη ενώ επιπλέον προχώρησε σε καταχώρηση ιδιωτικής ποινικής υπόθεσης εναντίον του κατηγορώντας τον για πλαστογραφία, κλοπή, και κατάρτιση πλαστού εγγράφου.

Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας αθώωσε τον Γραμματέα του Κοινοτικού Συμβουλίου, μια απόφαση που το Κοινοτικό Συμβούλιο θεωρεί εσφαλμένη και ως εκ τούτου άσκησε έφεση.

Η ιστορία συνεχίστηκε μέχρι και σήμερα, με το Ανώτατο Δικαστήριο να ακυρώνει εκ νέου την απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου Παλιομετόχου και το Κοινοτικό Συμβούλιο να του επιβάλλει εν τέλει υποχρεωτική άδεια μετ’ απολαβών από τις 30 Ιουλίου 2015. Η απόφαση αυτή ανανεώνεται χωρίς νομοθετική πρόβλεψη κάθε μήνα, με τη δικαιολογία ότι εκκρεμούν δύο εφέσεις, μία ποινική και μία ενώπιον του Ανωτάτου, κάτι που βεβαίως νομικά δεν ευσταθεί αφού είναι νομικός κανόνας πως οι εφέσεις δεν έχουν ανασταλτικό χαρακτήρα.

Το ζήτημα μη συμμόρφωσης με τις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου

Η συμμόρφωση με τις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου είναι ένα καίριο ζήτημα στην απονομή δικαιοσύνης αφού αυτό αποτελεί την ουσία κάθε προσφυγής. Το Σύνταγμα δεν αποδίδει δικαιοδοσία στο Ανώτατο Δικαστήριο ούτε να διορθώσει, ούτε να υποδείξει τον τρόπο με τον οποίο ένα δημόσιο όργανο πρέπει να συμμορφωθεί παρόλο που το άρθρο 150 του Συντάγματος προβλέπει τιμωρία από μη συμμόρφωση σε αποφάσεις Δικαστηρίου. Μοναδική εξουσία που του προσδίδει το Σύνταγμα είναι να ακυρώνει ή να επικυρώνει τις αποφάσεις των δημοσίων οργάνων.

Έτσι από τη μια η έλλειψη δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου να υποχρεώσει το Κοινοτικό Συμβούλιο Παλιομετόχου να συμπεριφερθεί με συγκεκριμένο τρόπο και από την άλλη οι αυθαίρετες αποφάσεις του Κοινοτικού Συμβουλίου Παλαιομετόχου αναγκάζουν το κράτος να πληρώνει κάθε μήνα, ένα άτομο το οποίο δεν εργάζεται επειδή το Συμβούλιο διαφωνεί παρά την ύπαρξη αθωωτικών και ακυρωτικών αποφάσεων Δικαστηρίων επί του θέματος. Πιθανόν μέχρι να εκδοθεί τελική απόφαση και στις 2 εφέσεις, να περάσει χρονική περίοδος δύο χρόνων τουλάχιστον, κάτι που σημαίνει ότι το κράτος λόγω της επιμονής του Κοινοτικού Συμβουλίου να μη συμμορφώνεται με το Ανώτατο Δικαστήριο, θα αναγκάζεται σε πληρωμή του κ. Χριστοφίδη χωρίς να εργάζεται.

Στο παρελθόν προωθήθηκε πρόταση νόμου στη Βουλή που κατατέθηκε από τον τότε βουλευτή Ανδρέα Αγγελίδη, δικηγόρο του κ. Χριστοφίδη, με το οποίο θα εκχωρούνταν εξουσίες στο Δικαστήριο για τιμωρία των δημοσίων οργάνων που αρνούνται να συμμορφωθούν με τις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Επί προεδρίας Χριστόφια και ενώ η πρόταση μετατράπηκε σε νομοσχέδιο, αυτό αποσύρθηκε από τη Βουλή, έτσι το θέμα παραμένει στάσιμο.

Keywords
Τυχαία Θέματα