Έρχονται βαριές καμπάνες για την αδήλωτη εργασία

Σκληρά πρόστιμα προκειμένου να καταπολεμηθεί το φαινόμενο της αδήλωτης εργασίας, ανακοίνωσε η Υπουργός Εργασίας Ζέτα Αιμιλιανίδου, στο πλαίσιο της νέας στρατηγικής που προωθεί το Υπουργείο.

Τα πρόστιμα καθίστανται πραγματικά αποτρεπτικά για πρώτη φορά και ανέρχονται σε €500 για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο, αυξανόμενο κατά €500 για κάθε μήνα για τον οποίο ο εργοδότης απασχολούσε τον εργαζόμενο αυτό χωρίς να τον δηλώνει ως οφείλει.

Την ίδια ώρα, το ανώτατο όριο προστίμου ορίζεται στα €10.000 για τους εργοδότες που απασχολούν μέχρι δέκα υπαλλήλους.

Όπως ανέφερε η Υπουργός στην ομιλία

της στο πλαίσιο συνέντευξης Τύπου, με την νέα νομοθεσία εισάγονται για πρώτη φορά συγκεκριμένοι ορισμοί της αδήλωτης εργασίας, των αδήλωτων αποδοχών, της παράνομης απασχόλησης και του παράνομα απασχολούμενου προσώπου.

Στην αδήλωτη εργασία περιλαμβάνονται και οι περιπτώσεις όπου δηλώνουν μικρότερο ποσό αποδοχών, ενώ οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται τόσο για μισθωτούς όσο και για αυτοτελώς εργαζομένους.

Προβλέπεται η δυνατότητα ανάθεσης καθηκόντων επιθεωρητή κοινωνικών ασφαλίσεων και σε λειτουργούς άλλων Τμημάτων του Υπουργείου Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καθώς και σε άλλα πρόσωπα, με σκοπό το συντονισμό και την καλύτερη αξιοποίηση των επιθεωρήσεων για πάταξη της αδήλωτης εργασίας. Σημειώνεται ότι παράλληλα, το Υπουργείο έχει ολοκληρώσει και το Νομοσχέδιο για τη δημιουργία Ενιαίας Υπηρεσίας Επιθεώρησης με διευρυμένες αρμοδιότητες και εξουσίες, η οποία θα υπάγεται στη Διοίκηση του Υπουργείου και θα διεξάγει στοχευμένες επιθεωρήσεις στη βάση ανάλυσης κινδύνου. Το σχετικό νομοσχέδιο θα κατατεθεί στη Βουλή των Αντιπροσώπων τις επόμενες μέρες.

Περαιτέρω, το Υπουργείο προχωρεί με τη δημιουργία και αναβάθμιση των κατάλληλων μηχανογραφικών συστημάτων για την εφαρμογή του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ, με τη χρήση του οποίου θα μπορούν πλέον να γίνονται με συστηματικό και στοχευμένο τρόπο όλες οι επιθεωρήσεις, με τη μέθοδο της ανάλυσης κινδύνου.

Με τη νέα Νομοθεσία που δημοσιεύεται σήμερα, προβλέπεται η επιβολή διοικητικού προστίμου σε κάθε εργοδότη που απασχολεί αδήλωτους εργαζόμενους ή που δεν δηλώνει το πραγματικό ύψος του μισθού. Τα πρόστιμα καθίστανται πραγματικά αποτρεπτικά για πρώτη φορά και ανέρχονται σε €500 για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο, αυξανόμενο κατά €500 για κάθε μήνα για τον οποίο ο εργοδότης απασχολούσε τον εργαζόμενο αυτό χωρίς να τον δηλώνει ως οφείλει, ενώ εισάγεται μαχητό τεκμήριο στη νομοθεσία ότι η απασχόληση ήταν τουλάχιστο 6 μήνες πριν από την ημερομηνία διαπίστωσης της παράβασης. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι εάν τον Δεκέμβριο 2017 επιθεωρητής του Υπουργείου εντοπίσει εργοδότη με δύο αδήλωτους απασχολούμενους, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ύψους €3.500 για τον κάθε ένα, δηλαδή €7.000 σύνολο, ως ακολούθως: €500 ευρώ για τον καθένα συν ακόμα €500 για τον κάθε ένα για κάθε ένα από τους μήνες για τους οποίους τεκμαίρεται ότι απασχολείτο, δηλαδή για τους μήνες Ιούλιο 2017 μέχρι Δεκέμβριο 2017.

Υπάρχει περιορισμός του ανώτατου ποσού προστίμου μέχρι €10.000 για τους εργοδότες που απασχολούν μέχρι δέκα υπαλλήλους.

Σε περίπτωση εμπρόθεσμης καταβολής του διοικητικού προστίμου εντός 30 ημερών, αυτό μειώνεται κατά 30% αλλά εάν δεν καταβληθεί εμπρόθεσμα, αυξάνεται κατά €50 για κάθε ημέρα καθυστέρησης.

Από την επιβολή διοικητικών κυρώσεων εξαιρούνται τα νοικοκυριά για απασχόληση οικιακών βοηθών και φροντιστριών. Τούτο θεωρείται αναγκαίο δεδομένου του μεγάλου αριθμού νοικοκυριών με ηλικιωμένα ή ανάπηρα άτομα που απασχολούν τέτοια πρόσωπα. Άλλωστε ο έλεγχος στις περιπτώσεις αυτές υπόκειται στους περιορισμούς εισόδου σε κατοικίες.

Όπως έχει αναφερθεί, εισάγεται μαχητό τεκμήριο ελάχιστης περιόδου απασχόλησης και ελάχιστου ποσού αποδοχών αδήλωτου μισθωτού. Η περίοδος απασχόλησης ορίζεται σε έξι μήνες και το ποσό αποδοχών σε μιάμιση φορά το ποσό των βασικών ασφαλιστέων αποδοχών δηλ. με τα σημερινά δεδομένα €261 την εβδομάδα ή €1.144 το μήνα.

Το τεκμήριο απασχόλησης και αποδοχών θα ισχύει για όλους τους Νόμους, οι οποίοι προνοούν για δικαιώματα των μισθωτών και για υποχρεώσεις των εργοδοτών που απορρέουν από την απασχόληση μισθωτού, το οποίο σημαίνει ότι οι έξι μήνες θα θεωρούνται ως πραγματικός χρόνος εργασίας για τα δικαιώματα των εργαζομένων, με αποδοχές τουλάχιστο €1.144 το μήνα, εκτός εάν αποδειχθεί διαφορετικά.

Η Νομοθεσία προβλέπει επίσης για την επιβολή της κύρωσης της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας της επιχείρησης ή τμήματος της για μέγιστο διάστημα 48 ωρών, στις περιπτώσεις εργοδοτών στους οποίους επιβάλλεται νέο διοικητικό πρόστιμο εντός περιόδου δύο ετών από την επιβολή του πρώτου διοικητικού προστίμου.

Αρμόδιο όργανο για την επιβολή της κύρωσης της αναστολής είναι τριμελής Επιτροπή, με πρόεδρο το Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων και μέλη δυο Λειτουργούς του Υπουργείου, που ορίζει ο Υπουργός. Η παραπομπή στην Επιτροπή είναι υποχρεωτική και η απόφαση της Επιτροπής για αναστολή προϋποθέτει τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού. Στη Νομοθεσία καθορίζονται επίσης οι παράγοντες που λαμβάνει υπόψη η Επιτροπή για την επιβολή της κύρωσης της αναστολής λειτουργίας της επιχείρησης και επιπρόσθετα διασφαλίζονται τα δικαιώματα των εργοδοτουμένων κατά τη διάρκεια της αναστολής, δηλαδή η περίοδος αυτή θεωρείται ως ασφαλιστέα και πληρωτέα απασχόληση.

Η Νομοθεσία προβλέπει για την επιβολή διοικητικού προστίμου ύψους €200, με ανώτατο ποσό τις €5.000, ανάλογα με την περίοδο απασχόλησης, σε περιπτώσεις αυτοτελώς εργαζομένων που παραλείπουν να εγγραφούν. Η περίοδος τεκμαιρόμενης απασχόλησης είναι και σε αυτή την περίπτωση οι έξι μήνες.

Σημειώνεται ότι προβλέπεται η επιβολή των κυρώσεων του διοικητικού προστίμου και της αναστολής της λειτουργίας της επιχείρησης και στις περιπτώσεις απασχόλησης προσώπων που βρίσκονται παράνομα στην Κύπρο ή που απασχολούνται χωρίς άδεια απασχόλησης. Διαφορετικά, οι εμπλεκόμενοι εργοδότες θα έχουν ελαφρότερες κυρώσεις, σε σύγκριση με άλλους παραβάτες. Διευκρινίζεται ότι η επιβολή των κυρώσεων ουδόλως νομιμοποιεί τη διαμονή ή την απασχόληση του εμπλεκόμενου απασχολούμενου.

Λειτουργοί του Υπουργείου που διορίζονται ως επιθεωρητές με βάση οποιαδήποτε Νομοθεσία που εφαρμόζει το Υπουργείο, έχουν πλέον την υποχρέωση να γνωστοποιούν στο Διευθυντή Κοινωνικών Ασφαλίσεων περιπτώσεις αδήλωτης εργασίας που περιέρχονται σε γνώση τους στα πλαίσια της άσκησης των καθηκόντων τους. Σκοπός είναι η αξιοποίηση κάθε ευκαιρίας ελέγχου των εργοδοτών από το σύνολο των επιθεωρητών του Υπουργείου για πάταξη της αδήλωτης εργασίας.

Η Νομοθεσία καθορίζει επίσης τον τόπο και χρόνο πληρωμής του διοικητικού προστίμου, το οποίο χρειάζεται να πληρωθεί εντός 30 ημερών από την ημερομηνία επίδοσης της πράξης επιβολής προστίμου.

Η Νομοθεσία παρέχει το δικαίωμα και καθορίζει τη διαδικασία για υποβολή ένστασης σε σχέση με αποφάσεις που αφορούν στην επιβολή διοικητικού προστίμου. Η ένσταση θα υποβάλλεται σε Επιτροπή απαρτιζόμενη από το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου, ως πρόεδρο και δυο Λειτουργούς του Υπουργείου, ως μέλη, τα οποία ορίζει ο Υπουργός. Η υποβολή ένστασης, δεν αναστέλλει την ισχύ της ληφθείσας απόφασης.

Στη Νομοθεσία έχει προβλεφθεί απαλλαγή από τις προνοούμενες κυρώσεις για τους πρώτους τρεις μήνες από την εφαρμογή της, σε περιπτώσεις όπου ο παραβάτης αυτοβούλως προβαίνει σε δήλωση αδήλωτης εργασίας εντός τριών μηνών από την έναρξη της ισχύος του Νόμου. Η απαλλαγή δεν θα ισχύει για απασχόληση προσώπων που βρίσκονται παράνομα στη Δημοκρατία και προσώπων που δεν έχουν την νενομισμένη άδεια απασχόλησης.

Ταυτόχρονα με τον Βασικό Νόμο, έχουν τροποποιηθεί και οι σχετικοί περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Εισφορές) Κανονισμοί, ούτως ώστε:

Keywords
Τυχαία Θέματα