Αιμίλιος Σολωμού: «Τα βραβεία δεν καταξιώνουν ένα λογοτέχνη»

Η Πολιτιστική Κίνηση "Φίλοι της Λογοτεχνίας και Πολιτισμού της Λάρνακας", τα βιβλιοπωλεία Parga και οι εκδόσεις Ψυχογιός σας προσκαλούν στη παρουσίαση του νέου βιβλίου του Αιμίλιου Σολωμού με τίτλο «Το μίσος είναι η μισή εκδίκηση», στο χώρο του βιβλιοπωλείου (Στρατηγού Τιμάγια 9, Λάρνακα).

Του Άγγελου Γεραιουδάκη

Ένα μυθιστόρημα που κινείται ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, την εκδίκηση και το καθήκον, την αγάπη και το μίσος. Εμείς βρήκαμε τον βραβευμένο συγγραφέα και μας έδωσε μία αποκλειστική συνέντευξη λίγες ώρες πριν τη παρουσίαση του βιβλίου.

Η πρωταρχική ιδέα πώς και

πότε γεννήθηκε για τη συγγραφή του συγκεκριμένου βιβλίου;

Το 2010-11 έγραφα ακόμα το προηγούμενο βιβλίο, το "Ημερολόγιο μιας απιστίας". Ήμουν οργισμένος με όσα συνέβαιναν στην Ελλάδα, τους πολιτικούς, τους Ευρωπαίους που “έπρεπε” να καταστρέψουν δύο γενιές για να εκσυγχρονίσουν, τάχα, τη χώρα. Οργή με όλους, και με τον κόσμο, εμάς που ανεχόμασταν τόσα χρόνια αυτή τη σαθρή κατάσταση, που συμμετείχαμε και συμβάλαμε σε έναν βαθμό σε όλο αυτό τον κατήφορο. Για καιρό μάζευα πληροφορίες, μελετούσα. Κι όταν μου πέρασε ο θυμός, άρχισα να γράφω "Το μίσος είναι η μισή εκδίκηση".

Είναι ένα μυθιστόρημα που κινείται ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν. Πόσο εύκολο ή δύσκολο ήταν να αναδείξετε τα κοινά σημεία των δύο ιστοριών του σήμερα και του τότε (1870, Η Σφαγή στο Δήλεσι);

Η Σφαγή στο Δήλεσι μου έδωσε την ευκαιρία να εξετάσω τις παθογένειες του ελληνικού κράτους από την ίδρυσή του. Είναι οι λόγοι που οδήγησαν στη σημερινή τραγωδία: η βαθιά διαφθορά του πολιτικού συστήματος, ο παλαιοκομματισμός και οι πελατειακές σχέσεις, το οικονομικό κατεστημένο που δρα κυρίως στο παρασκήνιο, οι δωροδοκίες, οι μίζες, οι τραπεζίτες, οι επεμβάσεις των ξένων στο εσωτερικό της χώρας. Οι ομοιότητες είναι καταφανείς. Τίποτε δεν άλλαξε. Ίσως τα ονόματα, αν άλλαξαν. Ακόμα και με αυτό καθεαυτό το γεγονός του Δήλεσι, εκείνο το δεκαήμερο που κράτησε, υπάρχουν αρκετά κοινά. Π. χ. ο τότε πρέσβης της Βρετανίας Έρσκιν παρακαθόταν στο Υπ. Συμβούλιο και υπαγόρευε την πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης. Αυτό κάνει σήμερα και η τρόικα στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Δεν ήταν δύσκολο να εντοπιστούν αυτές οι ομοιότητες.

Σε μία τόσο δύσκολη περίοδο που βιώνουμε, τι πιστεύετε ότι χρειάζονται οι σημερινοί άνθρωποι για να είναι ευτυχισμένοι;

Νομίζω ότι το ίδιο το βιβλίο προτείνει μια στάση ζωής. Οι ήρωες του μυθιστορήματος προσπαθούν σχεδόν όλοι να βρουν μια διέξοδο από αυτή τη ζοφερή και καταθλιπτική κατάσταση: το καλό βιβλίο, η φύση, η τέχνη της φωτογραφίας, η μουσική, ο κινηματογράφος, όλα αυτά που δίνουν ποιότητα στη ζωή μας. Είναι μια μορφή αντίστασης, η μέγιστη αντίδραση, κατά την άποψή μου, απέναντι στην ασχήμια που απλώνεται γύρω μας. Πρέπει να επαναξιολογήσουμε τη ζωή μας και να πάρουμε αποφάσεις, να επιβάλουμε αυτή την ποιότητα στην καθημερινότητά μας. Απέναντι στη βαρβαρότητα της εποχής μας, η απάντηση είναι περισσότερος πολιτισμός.

Τι ήταν αυτό που σας δυσκόλεψε περισσότερο από τη σύλληψη της ιδέας μέχρι το τέλος της συγγραφής του βιβλίου;

Το υλικό που συγκέντρωσα, μελετώντας αλλά και όσα καθαρά μυθοπλαστικά κατέγραψα, ήταν τεράστιο. Έπρεπε να τιθασευτεί. Πολλές φορές ένιωθα ότι μου ξέφευγε η μορφή του βιβλίου, πως ξεπερνούσε τις δυνατότητές μου, σαν να γλιστρούσε μέσα από τα χέρια μου. Είναι αλήθεια ότι άλλαξε αρκετές φορές “σχήμα” μέχρι να καταλήξει όλο αυτό το εγχείρημα στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα. Έπρεπε ακόμα να ψάξω στην Αθήνα και την Αττική να εντοπίσω τα ίχνη που σώζονται από εκείνη την ιστορία του 1870. Ακολούθησα την πορεία που πήραν οι Αρβανιτάκηδες και οι όμηροί τους στην Πεντέλη, το Πικέρμι, τον Ωρωπό και το Συκάμινο. Έπρεπε να έχω προσωπική άποψη για τον χώρο, ήταν απαραίτητο, ώστε η ιστορία μου να είναι όσο γίνεται πιο αληθοφανής. Επομένως, το γεγονός ότι δεν είναι απλώς ένα βιβλίο μυθοπλασίας, εμπεριέχει κάποιον επιπλέον βαθμό δυσκολίας.

Διαβάστε όλη τη συνέντευξη στο Magazine του Sigmalive.

Keywords
Τυχαία Θέματα