Το ελληνικό τουριστικό παράδοξο: Eπενδύουμε στους ξένους που δαπανούν λιγότερα από τους Έλληνες

Για νέο ρεκόρ στις αφίξεις τουριστών φέτος ετοιμάζεται η κυβέρνηση, και πράγματι όλες οι προκαταρκτικές ενδείξεις και οι μέχρι στιγμής κρατήσεις επιβεβαιώνουν την αισιοδοξία της. Πέρσι είχαν επισκεφθεί τη χώρα μας πάνω από 40 εκατ. ταξιδιώτες από άλλες χώρες, φέτος το μακρύ, καυτό ελληνικό καλοκαίρι προδιαθέτει για υπέρβαση του περσινού ρεκόρ. Το άλμα που έχει κάνει η χώρα την τελευταία εικοσαετία φαίνεται από ένα και μόνο στοιχείο. Το 2005 είχαν επισκεφθεί την Ελλάδα

14,3 εκατ. πολίτες άλλων χωρών. Το 2024 η εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση έφτασε τα 40,6 εκατομμύρια. Η εξέλιξη φαίνεται να επιβεβαιώνει το «κλισέ» πως ο τουρισμός είναι «η βαριά βιομηχανία της ελληνικής οικονομίας».

Δεν συμφωνούν, όμως, με τη διαπίστωση αυτή τα στοιχεία για τη συμβολή του εισερχόμενου τουρισμού στο ΑΕΠ της χώρας. Για την ακρίβεια, δύο τινά μπορεί να συμβαίνουν: ή οι τουρίστες που επιλέγουν Ελλάδα γίνονται όλο και φτωχότεροι και… τσιγκούνηδες, ή το ελληνικό τουριστικό προϊόν γίνεται όλο και φθηνότερο, πράγμα που επ’ ουδενί ισχύει, αντιθέτως γίνεται όλο και ακριβότερο. Εφόσον ο αριθμός των τουριστών έχει σχεδόν τριπλασιαστεί σε μια εικοσαετία, θα περίμενε κανείς να έχει γίνει το ίδιο με τις ταξιδιωτικές εισπράξεις. Αυτές όμως με το ζόρι έχουν διπλασιαστεί από τα 10,7 δισ. ευρώ του 2005 στα 21 δισ. του 2024. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι ο «τουριστικός πληθωρισμός», δηλαδή η αύξηση των τιμών στις βασικές ταξιδιωτικές υπηρεσίες, από τα εισιτήρια αεροπλάνων, πλοίων, τρένων μέχρι τις χρεώσεις των καταλυμάτων, έχει καταγράψει μια αύξηση στην εικοσαετία άνω του 100%! Φυσικά, οι περισσότεροι οικονομολόγοι δεν αποδέχονται τέτοιες συγκρίσεις, ως υπερβολικά αντισυμβατικές ή απλοϊκές, αλλά τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για την κατά κεφαλήν δαπάνη των τουριστών που μας επισκέπτονται επιβεβαιώνουν ακριβώς αυτό το παράδοξο: η δαπάνη ανά ταξίδι κάθε επισκέπτη στη χώρα μας μέσα στην τελευταία εικοσαετία όχι μόνο δεν έχει αυξηθεί, αντίθετα έχει μειωθεί από τα 745 ευρώ του 2005 στα 530 ευρώ το 2024!

Περισσότεροι τουρίστες, μεγαλύτερη επιβάρυνση στο περιβάλλον και στη ζωή των τοπικών κοινωνιών, λιγότερα έσοδα για το κράτος είναι το αποτέλεσμα του μοντέλου υπερτουρισμού στο οποίο έχει επενδύσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, όλες οι κυβερνήσεις της τελευταίας εικοσαετίας, αλλά και οι περισσότερες κυβερνήσεις της Ευρώπης. Κι αυτή η εξέλιξη βασίζεται στον εκμαυλισμό ενός μέρους των τοπικών κοινωνιών το οποίο περιμένει το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματος του σε ένα τρίμηνο, κι αφετέρου στην περιθωριοποίηση του υπολοίπου, που τις ζεστές μέρες του Αυγούστου κρύβεται στα σπίτια του.

Απόκλιση 30%

Αν ο εισερχόμενος τουρισμός αποφέρει μόλις 530 ευρώ κατά κεφαλήν ταξιδιωτικές εισπράξεις και στο όνομά του κυβέρνηση και τουριστικός κλάδος είναι διατεθειμένοι να κάνουν διάφορες θυσίες (με θύματα τους εγχώριους φορολογούμενους), τι γίνεται με τον εσωτερικό τουρισμό, τα 4,8 εκατ. άτομα άνω των 15 ετών που κάθε χρόνο κάνουν τουλάχιστον ένα ταξίδι σε ένα νησί, στο χωριό τους, σε ένα ορεινό θέρετρο; Η κατά κεφαλή μέση δαπάνη, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 2023, είναι 750 ευρώ, 30% υψηλότερη από την αντίστοιχη μέση δαπάνη των ξένων τουριστών. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι το μέσο εισόδημα των Ελλήνων, μετά τη μνημονιακή φτωχοποίησή τους, είναι ακόμη κάτω από το 70% του μέσου εισοδήματος στους 27 της ΕΕ, που είναι και η βασική τουριστική «πελατεία» της χώρας μας.

Σ’ αυτή την απόκλιση αυτή αποτυπώνεται η εντελώς λανθασμένη τουριστική πολιτική, που αφήνει περισσότερη ζημιά παρά όφελος. Επιβεβαιώνεται επίσης μια πολύ ενδιαφέρουσα έρευνα του ΚΕΠΕ, το 2022, συμβουλευτικού ερευνητικού οργανισμού του κράτους, που αδειάζει το «ιερό δισκοπότηρο» της τουριστικής «βαριάς βιομηχανίας» που εισφέρει- υποτίθεται- το 20%-30% του ΑΕΠ. Οι ερευνητές του ΚΕΠΕ εξετάζοντας τη διασύνδεση του τουρισμού με πάνω από 60 κλάδους οικονομικής δραστηριότητας διαπίστωσαν σε αδρές γραμμές ότι η συμβολή του τουρισμού στο ΑΕΠ της χώρας μετά βίας φτάνει το 10%. Κι αυτό γιατί ο τουρισμός στην ελληνική οικονομία παίζει περισσότερο τον ρόλο του πωλητή εισροών στους άλλους κλάδους, παρά του αγοραστή των αγαθών και των υπηρεσιών τους, που θα μπορούσε να ενισχύσει την παραγωγή και την ανάπτυξή τους. «Ο τομέας δεν μπορεί να αποτελέσει τη βάση μιας αναπτυξιακής πολιτικής μέσω τόνωσης της τουριστικής ζήτησης, αντιστρόφως, μια πολυκλαδική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας θα οδηγήσει σε σημαντική μεγέθυνση και του τουριστικού της τομέα», ανέφεραν πριν τρία χρόνια οι ερευνητές του ΚΕΠΕ. Που σημαίνει πολύ απλά ότι, αν αντί της με κάθε τρόπο προσέλκυσης εισερχόμενου τουρισμού μέσω tour operators που στέλνουν το μεγαλύτερο μέρος της ταξιδιωτικής δαπάνης στις χώρες- έδρες τους, η κυβέρνηση επέλεγε την ενίσχυση του εγχώριου εσωτερικού τουρισμού – και του εισοδήματος των εγχωρίων ταξιδιωτών- το αποτύπωμα στο ΑΕΠ της χώρας θα ήταν υψηλότερο και, κυρίως, μονιμότερο.

Διαβάστε επίσης:

Πιερρακάκης: Δεν θα παίρνουν την επιστροφή ενοικίου όσοι δεν το πληρώνουν ηλεκτρονικά

Συρρίκνωση εισοδημάτων φρενάρει την πληρωμή φόρων και αυξάνει την οικονομική ανασφάλεια

Ρεύμα και ενοίκια «ροκανίζουν» το εισόδημα των πολιτών σε μια οικονομία υπό πίεση

Keywords
Τυχαία Θέματα
Eπενδύουμε, Έλληνες,Ependyoume, ellines