«Κολώκαιρος» του Αντώνη Τσιοτσιόπουλου

Το πληθωρικό θεατρικό τοπίο στην Αθήνα σφύζει από ζωντάνια. Κάποια από τα έργα πατάνε (ευτυχώς) σε νέα αυλάκια και άλλα, με ιδεολογική και αισθητική προσκόλληση στο παρελθόν, ακολουθούν μια αδρή ρεαλιστική γραμμή, που επανήλθε δριμύτερη στις κλειστοφοβικές μέρες του κορωνοϊού.

Ένα από αυτά είναι ο «Κολώκαιρος» του Αντώνη Τσιοτσιόπουλου, που η δράση

του εκτυλίσσεται σε ένα παρακμιακό σκυλάδικο της Ελευσίνας, μια μέρα με καταρρακτώδη βροχή, ξεβράζοντας την εκφυλισμένη ζωή των λούμπεν αντι-ηρώων του.

Στο νυχτερινό κέντρο, λοιπόν, που φέρει το όνομα «Διυλιστήριο», με αφορμή την κηδεία της μητέρας του, εμφανίζεται ξαφνικά το «χαμένο» επί πενταετία αφεντικό του μαγαζιού, προκαλώντας σοκ στο οικείο περιβάλλον του. Γιατί τώρα ο Σοφοκλής, φορώντας γυναικεία ρούχα, μουτζουρωμένος με προκλητικό μακιγιάζ και σέρνοντας τις ψηλοτάκουνες γόβες του, δύσκολα γίνεται αναγνωρίσιμος.

«Τι μασκαριλίκια είναι αυτά; Είσαι τέτοιος; Τραβέλι; Μας κάνεις πλάκα;», αναρωτιούνται οι φίλοι του.

Και με ανάλογα μπινελίκια, που, ωστόσο, «δένουν» με τη συγκεκριμένη συνθήκη, συνεχίζονται οι – μεταξύ σοβαρού και αστείου – διάλογοί τους.

Και εκεί που η ευφρόσυνη ατμόσφαιρα ξεγελά τον θεατή, όλα ανατρέπονται καθώς μια σειρά από αποκαλύψεις ξεθάβουν σκοτεινά μυστικά που σημάδεψαν τις ζωές τους και ταυτόχρονα «δικαιολογούν» τη φυγή του Σοφοκλή.

Ο συγγραφέας, κυκλοφορώντας με άνεση μέσα σε μια ωμή γλώσσα, κατασκηνώνει στις ανθρώπινες αδυναμίες, αναδεικνύοντας τη συναισθηματική ανεπάρκεια, τον αμοραλισμό, τις προκαταλήψεις, την άρνηση αποδοχής του διαφορετικού και τα κοινωνικά αδιέξοδα που οδηγούν σε παραβατικές πράξεις.

Ωστόσο, το κείμενό του χάνει τον προσανατολισμό του σε ορισμένα σημεία, ενώ διαβρώνει το τραγικό στοιχείο μέσω της παρωδίας και αποδυναμώνεται με το πιασάρικο μελοδραματικό του φινάλε, στο οποίο πραγματοποιείται η – τηλεοπτικής αισθητικής – γλυκιά επανασύνδεση των ηρώων. Happy End. Τέλος.

Ο Γιώργος Παλούμπης, ακολουθώντας τη γνωστή σκηνοθετική του γραμμή που ανταποκρίνεται στο ύφος του έργου, γλιστράει στη ρεαλιστική αναπαράσταση της σύγχρονης κοινωνίας, προσφέροντας στον θεατή τη φυγή του εύκολου γέλιου και της εύκολης συγκίνησης.

Οι ηθοποιοί της παράστασης, με τους οποίους συνεργάζεται εδώ και καιρό, ακολουθούν πιστά τις οδηγίες του.

Ο Στάθης Σταμουλακάτος, ως Σοφοκλής, φυσικός και ουσιαστικός, φέρνει στη σκηνή την αύρα ενός ψυχικά τραυματισμένου ανθρώπου. Χωρίς υπερβολές ή μελοδραματισμούς, με απόλυτο έλεγχο των εκφραστικών του μέσων και λόγο διάφανο, ανατρέπει τις ισορροπίες στον μικρόκοσμο του μπουζουξίδικου, ενώ στο τέλος αποκωδικοποιεί το μυστήριο της σεξουαλικής του ταυτότητας, κορυφώνοντας την πλοκή του έργου.

Αντίθετα ο Στέλιος Δημόπουλος, ερμηνεύοντας τον αδελφό του, ένα κυνικό «λαμόγιο», εξαντλείται σε σχηματικές και φασαριόζικες λύσεις, κλιμακώνοντας τις συγκρουσιακές καταστάσεις.

Η Βασίλη Διαλυνά (πρώην σύζυγος του Σοφοκλή και δευτεροκλασάτη τραγουδίστρια), με εξαιρετική φωνή και αμεσότητα υποδύεται τη λαϊκή γυναίκα που πασχίζει να επιβιώσει, παρ’ ότι κάποιες φορές χάνει το μέτρο.

Ο λαϊκός, καλοπροαίρετος Μάκης του Θάνου Αλεξίου κλέβει την παράσταση. Σε έναν ρόλο που θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητος χαρίζει αυθόρμητες κωμικές ανάσες, που αποφορτίζουν τη φλεγόμενη ατμόσφαιρα.

Τέλος, ο ίδιος ο σκηνοθέτης υποδύεται στέρεα τον πυροσβέστη που γνωρίζει αλλά σιωπά, προσδίδοντάς του ανθρωπιά και κατανόηση.

Το σκηνικό της Νατάσσας Παπαστεργίου και οι φωτισμοί του Βασίλη Κλωτσοτήρα αποτυπώνουν εύστοχα το ομιχλώδες σκυλάδικο και οι μουσικές επιλογές του Κώστα Νικολόπουλου δραπετεύουν από τη συνοδευτική τους θέση, παίρνοντας τα ηνία στη δομή της παράστασης.

Διαβάστε επίσης:

ΚΘΒΕ: Ο διαχρονικός Μολιέρος και ο απολαυστικός Πελτέκης !

Τιμώντας τη μνήμη του Ελύτη…

Πέθανε ο νομπελίστας συγγραφέας Κενζαμπούρο Όε

Keywords
Τυχαία Θέματα