Η συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν και ο ΣΥΡΙΖΑ

Και ξαφνικά, η συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν στην Κωνσταντινούπολη, έβαλε τα «θεμέλια» για καλύτερες σχέσεις μεταξύ Ελλάδας – Τουρκίας, έφερε στο προσκήνιο την «θετική ατζέντα» της οικονομικής συνεργασίας, καθώς, σύμφωνα με τον πρωθυπουργό με τέτοιες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα αυτή τη στιγμή είναι πιο σημαντικό «να εστιάζουμε σε αυτά που μας ενώνουν και λιγότερο σε αυτά που μας χωρίζουν».

Ωστόσο φαίνεται ότι παρά τις μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα αυτή

τη στιγμή, για την Τουρκία αυτή η μείωση της έντασης στο Αιγαίο δεν είναι τόσο αυτονόητη που θα έπρεπε η Ελλάδα να τη ζητήσει στο πλαίσιο συνάντησης σε ανώτατο επίπεδο.

Αυτά που μας χωρίζουν πάντως παρουσιάστηκαν από την τουρκική πλευρά ως μέρος της ατζέντας της συγκεκριμένης συνάντησης. Ο εκπρόσωπος του κυβερνώντος κόμματος Ομάρ Τσελίκ μια εβδομάδα πριν τη συνάντηση, την οποία αποκάλυψε η τουρκική πλευρά με την Αθήνα να αφήνει ένα εικοσιτετράωρο και κάτι μέχρι να επιβεβαιώσει, σημείωνε προκλητικά ότι «ο φάκελος της Ελλάδας είναι μεγάλος» και παρέπεμπε ανοιχτά στο σύνολο των διεκδικήσεων που συνθέτουν τη «Γαλάζια πατρίδα». Ο ίδιος ο Μητσοτάκης φρόντισε να αναφέρει για να είναι καλυμμένος ότι οι διαφορές είναι μεγάλες και δεν γεφυρώνονται από την μία στιγμή στην άλλη.

Σε τι συνίσταται το καλό κλίμα λοιπόν;

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο όπου τα ερωτηματικά είναι πολύ περισσότερα από τις απαντήσεις η αξιωματική αντιπολίτευση εμφανίζεται να ζητάει μετ’ επιτάσεως τη δρομολόγηση της προσφυγής στη Χάγη, υπό την προϋπόθεση της μείωσης της έντασης στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Το σκεπτικό που διατυπώνει ο ΣΥΡΙΖΑ δημόσια είναι ότι, ήδη χάθηκε ένα καλό μομέντουμ την επομένη της αλλαγής σκυτάλης στην ηγεσία των ΗΠΑ όπου ο Ερντογάν ήταν αποδυναμωμένος, δεν πρέπει τώρα η Ελλάδα να αφήσει κι άλλο χρόνο να πάει χαμένος, γιατί ο Τούρκος Πρόεδρος αναβαθμίζει τον ρόλο του και την ισχύ του συνεχώς. Ο ΣΥΡΙΖΑ πιέζει για λύση, κατά καιρούς δε έχει αφήσει να εννοηθεί ότι μοντέλο (συμβιβασμού) αποτελεί η Συμφωνία των Πρεσπών, αλλά δεν είναι ξεκάθαρο ποια είναι η λύση που προκρίνει και αυτό χρειάζεται αποσαφήνιση.

Η αξιωματική αντιπολίτευση ζητά προσφυγή στη Χάγη μόνο για τη διαφορά που αναγνωρίζει η χώρα μας με βάση το Διεθνές Δίκαιο, την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ. Ωστόσο, αυτό δεν είναι αποκλειστικά στο χέρι της Ελλάδας, τη στιγμή που η Άγκυρα έχει ξεδιπλώσει όλη τη βεντάλια των διεκδικήσεών της και για την οποία πιέζει ρητορικά αλλά και στο πεδίο, δεν είναι δα τόσο μακριά η εποχή του Oruc Reis, ούτε το Τουρκολιβυκό Σύμφωνο έχει αναιρεθεί. Το λογικό είναι να σκεφτεί κανείς ότι αν οι δύο πλευρές έλθουν σε αμοιβαία συμφωνία για προσφυγή στη Χάγη έχει προηγηθεί μια συμφωνία για την ατζέντα, όπου η μπίλια κάθεται κάπου στη μέση, στην καλύτερη περίπτωση, αλλιώς γιατί η Τουρκία μια χώρα που διεκδικεί ρόλο περιφερειακής δύναμης να δεχθεί να εγκαταλείψει τις διεκδικήσεις της. Σε αυτή την περίπτωση, η ελληνική πλευρά είναι αναγκασμένη να διαπραγματευτεί επί κυριαρχικών δικαιωμάτων της πέραν της υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ. Περί αυτού πρόκειται και του επακόλουθου πολιτικού κόστους που συνεπάγεται μια τέτοια κίνηση, δηλαδή κυρίαρχη χώρα να διαπραγματεύεται σε καιρό ειρήνης την απώλεια κυριαρχικών της δικαιωμάτων.

Ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ δείχνει να παραγνωρίζει τη συνθετότητα του ζητήματος και παρουσιάζει το θέμα της Χάγης ως κάτι πιο απλό απ’ ό,τι φαίνεται και το οποίο εξαρτάται από την πολιτική βούληση της ελληνικής πλευράς στην οποία χρεώνει «αναβλητικότητα». Πίσω απ’ όλα αυτά κάπου υπονοείται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ διαθέτει αυτή την πολιτική βούληση που μέχρι σήμερα απουσιάζει από το πολιτικό σύστημα.

Διαβάστε επίσης:

Για τα μάτια του ΝΑΤΟ

Ο νέος περιφερειακός ρόλος της Τουρκίας

«Μαζική αντίδραση στη συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο»

Keywords
Τυχαία Θέματα
Μητσοτάκη – Ερντογάν, ΣΥΡΙΖΑ,mitsotaki – erntogan, syriza